Πρόσφατα αγόρασα το «Καταφύγιο Ιδεών» του Χρήστου Γιανναρά, ενός ανθρώπου που γνώριζα μόνο ονομαστικά. Στο αυτοβιογραφικό αυτό βιβλίο, εκτός από την περιγραφή των παιδικών και εφηβικών του χρόνων, ασκεί σκληρή κριτική εναντίον της χριστιανικής οργάνωσης «Ζωή», στην οποία ήταν μέλος επί σειρά ετών. Οι καταγγελίες που εκτοξεύει είναι ιδιαίτερα σοβαρές και συχνά σοκαριστικές, αυτό όμως που ενισχύει το κύρος τους είναι η ίδια η προσωπικότητα του κ. Γιανναρά. Δεν πρόκειται για κάποιον άθεο που ήταν μπλεγμένος στις χριστιανικές οργανώσεις στα νιάτα του και στη συνέχεια αναθεώρησε, αλλά για έναν από τους κατεξοχήν εκπροσώπους της «χριστιανικής διανόησης», φανατικό υποστηρικτή της Εκκλησίας και φορέα ακραίων συντηρητικών απόψεων. Στο βιβλίο αυτό λοιπόν έχουμε μία από τις σπάνιες ευκαιρίες να διαβάσουμε μια «κριτική εκ των έσω» των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων, από έναν άνθρωπο που δεν αποκήρυξε ποτέ του την ορθοδοξία.
Πριν ξεκινήσω, θα γράψω λίγα λόγια για το συγγραφέα. Ο Χρήστος Γιανναράς είναι καθηγητής θεολογίας και φιλοσοφίας. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935. Σπούδασε θεολογία στην Αθήνα και φιλοσοφία στη Βόννη και το Παρίσι. Έχει επιδείξει πλούσιο συγγραφικό έργο θρησκευτικού και φιλοσοφικού περιεχομένου, ενώ έργα του έχουν μεταφραστεί σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες. Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί τακτικά στις εφημερίδες «Το Βήμα» (παλαιότερα) και «Η Καθημερινή» (σήμερα). Μέσα από τα άρθρα του αυτά παρεμβαίνει στην κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα, συχνά εκφράζοντας ακραίες απόψεις. Ενδεικτικά θα αναφέρω οτι ζήτησε να τεθούν εκτός νόμου (!) τα κόμματα της Αριστεράς, επειδή χρησιμοποιούν «φασιστικές πρακτικές», κατήγγειλε οτι συγκεκριμένο κόμμα (το ΣΥΡΙΖΑ) έχει νοοτροπία Ναζί, πρότεινε την αναβίωση της μαθητικής στολής, της «ισχυρότερης εμφάνισης δημοκρατίας μέσα στα σχολεία» (!!), κατηγόρησε την τότε υπουργό παιδείας κ. Γιαννάκου οτι είναι «καυχόμενη για την αθεΐα της», ενώ συμπέρανε οτι «χρειαζόμαστε έναν Πούτιν» για να λύσει το πολιτικό πρόβλημα της χώρας... Περισσότερα διαβάστε στο εξαιρετικό άρθρο του κ. Βασιλάκη εδώ.
Αφού λοιπόν πήρατε μια γεύση για το ποιόν του κ. Γιανναρά, θα περάσω στην παρουσίαση αποσπασμάτων από το βιβλίο. Λόγω της μεγάλης του έκτασης, αποφάσισα να χωρίσω το άρθρο στα δύο, αναφερόμενος σήμερα στα παιδικά και εφηβικά χρόνια του συγγραφέα και αφήνοντας για την άλλη φορά τη ζωή του στο πανεπιστήμιο. Αρχικά, θα ξεκινήσω με την κρίση του για την οργανωτική δεινότητα των ανθρώπων της «Ζωής», της μεγαλύτερης παραεκκλησιαστικής οργάνωσης του 20ου αιώνα:
Δεν ξέρω αν υπήρξε ποτέ στην Ελλάδα μεθοδικότερο και αποτελεσματικότερο οργανωτικό σχήμα από την «κίνηση» της «Ζωής». Ίσως οι κομμουνιστές να υπερτερούσαν σε συνωμοτική οργάνωση και δομή, μα στην τεχνική της άγρας οπαδών και στον σχεδιασμό του ελέγχου των οπαδών, η «Ζωή» ήταν ανυπέρβλητη. Την ευρύτατη εμπροσθοφυλακή της οργάνωσης αποτελούσαν τα κατηχητικά - την εποχή μας μιλούσαν για 2.000 περίπου τέτοια σχολεία σε όλη την Ελλάδα, με αριθμό μαθητών που ξεπερνούσε τις 200.000. Κάθε μαθητής είχε ως πρωταρχικό καθήκον να προσελκύσει και άλλα παιδιά στο κατηχητικό... Και κάθε καινούριος που γραφόταν στο κατηχητικό, δεν μπορούσε πια να ξεφύγει εύκολα. Οι απουσίες του ή η διακοπή της φοίτησης θα προκαλούσαν την επίσκεψη της «εφορείας» στο σπίτι... Στόχος ήταν να στρατολογηθούν και οι γονείς στην κίνηση ή το λιγότερο να γραφτούν συνδρομητές στο φύλλο της «Ζωής».
Φυσικά, τα χιλιάδες παιδιά που στρατολογούνταν μαζικά από την οργάνωση δεν παρακολουθούσαν απλά τα κατηχητικά. Τα χρησιμοποιούσαν στη συνέχεια για «εθελοντική εργασία», που μεταξύ άλλων περιελάμβανε την πώληση περιοδικών και άλλων εντύπων της οργάνωσης. Κάτι ανάλογο με τα σημερινά παιδιά των φαναριών δηλαδή, με χριστιανικό μανδύα βεβαίως:
Οι διαστάσεις που πήρε η διάδοση της «Ζωής του παιδιού» δεν πρέπει να έχουν το όμοιό τους. Ίσως ποτέ άλλοτε στην Ελλάδα τόσο μεγάλος αριθμός παιδιών δεν στρατεύθηκε με τόση μεθοδικότητα για να προπαγανδίσει ένα έντυπο. Όλα τα παιδιά σε κάθε κατηχητικό χρεώθηκαν με πέντε τουλάχιστον φύλλα. Η αγορά του σχολείου δεν επαρκούσε για να απορροφήσει την πραμάτεια μας. Γι' αυτό, πήραμε τους δρόμους... Δεν μπορώ να υπολογίσω τον αριθμό των φύλλων που πουλήθηκαν από το πρώτο τεύχος, μα πρέπει να ξεπερνούσαν τις 200.000... Ποτέ δεν ρωτήσαμε - ούτε νομίζω πέρασε κι από το νου μας – τι εμπορικό όφελος είχε η «κίνηση» από την εμπορική κινητοποίηση των χιλιάδων παιδιών του κατηχητικού.
Η τελευταία πρόταση έχει όλο το ζουμί. Τι έκαναν άραγε όλα αυτά τα λεφτά; Σε άλλο σημείο του βιβλίου, ο συγγραφέας αναφέρει πως ήταν σε θέση να γνωρίζει οτι ειδικά η αδελφότητα της «Ζωής» δεν διέθετε ποτέ ούτε τον ελάχιστο οβολό για φιλανθρωπίες... Στη συνέχεια, θα περάσω στις ειδικά μελετημένες ψυχολογικές μεθόδους που χρησιμοποιούσε η οργάνωση για να ελέγχει τα μέλη της, τις οποίες με γλαφυρότητα εκθέτει ο Χρήστος Γιανναράς:
Ήταν 19 Οκτωβρίου του 1947, μετά το μάθημα του κατηχητικού, που ο κ. Μουρατίδης ζήτησε να με δει «ιδιαιτέρως». Σε μια γωνιά της εκκλησίας, λίγο σαν εξομολόγηση, με ρώτησε αν ξέρω τις Χριστιανικές Μαθητικές Ομάδες και αν ήθελα να ενταχθώ. Η χαρά που ένιωσα ήταν απερίγραπτη. Ήξερα οτι έπρεπε να σε δοκιμάζουν πολλούς μήνες στο μέσο κατηχητικό προτού σε επιλέξουν για την «ομάδα»... Ξεχείλιζα όχι μόνο από χαρά, αλλά και από περηφάνεια. Δεν ήξερα οτι αυτή η περηφάνεια για την ιδιαίτερη τιμή που σου γινόταν, ήταν από τις πιο μελετημένες ψυχολογικές μεθόδους που χρησιμοποιούσε η «κίνηση» σε όλες τις βαθμίδες της άρθρωσής της, για να στρατολογεί και να ελέγχει τα στελέχη της. Κάθε ένταξη ή προαγωγή σου την εμφάνιζαν εξαιρετικά δύσκολη – σε άφηναν να περιμένεις ή να ζητάς και να «φλέγεσαι» από επιθυμία. Έτσι, όταν τελικά σε χρησιμοποιούσαν, σου είχαν πια υποβάλει οτι είσαι ο εκλεκτός, ο προνομιούχος, ο ιδιαίτερα ευεργετημένος.
Ζητώ πάλι την προσοχή σας στην τελευταία πρόταση: «Όταν τελικά σε χρησιμοποιούσαν». Δηλαδή δεν κέρδιζες τίποτα ουσιαστικό, ίσα ίσα που επωμιζόσουν περισσότερα και πιο δύσκολα καθήκοντα. Σε χρησιμοποιούσαν για να πετύχουν τους στόχους τους κι εσύ, αντί να λυπάσαι, χαιρόσουν και θριαμβολογούσες από την πλύση εγκεφάλου που είχες δεχτεί... Η πλύση εγκεφάλου που δεχόταν τα παιδιά ήταν πολύ πιο έκδηλη στην περίπτωση των «αφιερωμένων», νεαρών δηλαδή που θυσίαζαν τη ζωή τους εντασσόμενοι ως άγαμοι ιεραπόστολοι και εργάτες στην οργάνωση. Κάτι σαν μοναχοί δηλαδή, μόνο που δούλευαν οχτάωρα αμισθί για τους σκοπούς της «κίνησης». Περιττό να αναφέρω οτι αυτή η ζωή σκλαβιάς και εκμετάλλευσης παρουσιαζόταν ως το ύψιστο παράδειγμα αξίας και ήθους στους μικρούς μαθητές του κατηχητικού, με τελικό στόχο να πείσουν όσο το δυνατόν περισσότερους να την ακολουθήσουν... Η απομάκρυνση των παιδιών από τις οικογένειές τους ήταν κάτι επιθυμητό, που καλλιεργούταν συστηματικά μέσα στην οργάνωση. Παραθέτω ένα κατατοπιστικό απόσπασμα από το βιβλίο:
Όταν πρωτοπήγα στην ομάδα, άκουγα κατάπληκτος τα άλλα παιδιά να κάνουν απολογισμό της δράσης τους για την «κατάκτηση της οικογένειας», αναφέροντας περιστατικά που προϋπόθεταν μια εντελώς άλλη σχέση με τους γονείς, από αυτήν που είχα εγώ με τη μητέρα μου. Έλεγαν λ.χ. «Έκλεισα το ραδιόφωνο που άκουγε η μητέρα μου και συζήτησα μαζί της για τη ζημιά που κάνουν στην ψυχή μας τα σαχλά τραγούδια». «Έβαλα στο κομοδίνο του αδελφού μου ένα χριστιανικό βιβλίο, για να παρασυρθεί να το διαβάσει». Τα έβρισκα αφύσικα όλα αυτά και πολύ με παίδευε μια φράση που είχα ακούσει από ξάδελφό μου: οτι η κίνηση παίρνει τα παιδιά και τα κάνει γενίτσαρους.
Ο ξάδελφος του συγγραφέα νομίζω σχολιάζει πολύ πετυχημένα τις πρακτικές της «Ζωής», οπότε δε χρειάζεται να προσθέσω κάτι. Θα περάσω κατευθείαν στο καυτό θέμα των σχέσεων των δύο φύλων και των συμπλεγμάτων που δημιουργούσαν στους νεαρούς εφήβους οι πουριτανικές διδασκαλίες της οργάνωσης.
Ζούσαμε σε ένα μονόφυλο κόσμο, στεγανό... Απαγορευόταν ακόμα και να κοιτάμε προς τη μεριά των κοριτσιών. Κάθε κουβέντα που αναφερόταν σε κοπέλα ή στον έρωτα αποκλειόταν αυτόματα – μιλούσαμε μια γλώσσα τέλεια αποστειρωμένη από νοήματα έρωτος σημαντικά... Βάση, θεμέλιο και κώδικας της ερωτικής αγωγής μας στην κίνηση ήταν ένα βιβλίο: «Τα Αγνά Νειάτα», κάποιου Ούγγρου προτεστάντη πάστορα Tihamer Toth... Γραμμένο επιδέξια, με πολύ συναισθηματισμό και υποβλητική γλαφυρότητα, έδινε μια εικόνα του έρωτα κυριολεκτικά αποτροπιαστική: Ταύτιζε στη συνείδησή μας τον έρωτα με την ψυχική βρωμιά, το σωματικό σμπαράλιασμα, τη φρίκη των αφροδίσιων νοσημάτων.
«Παιδί μου, έγραφε ο Toth, σκυλιά πεινασμένα και τσακάλια αιμοδιψή κρύβονται στα βάθη της πεσμένης ανθρώπινης φύσεως. Μη δίνης τροφή σε αυτά τα τσακάλια, διψούν αίμα, το δροσερό νεανικό σου αίμα... Ο χυμός που σπαταλάται σε μια ζωή αμαρτωλή είναι απαραίτητος για τη θρέψη του μυελού της σπονδυλικής στήλης και των νεύρων... θα καταλάβεις γιατί τόσο συχνά σήμερα βλέπουμε νέους χλωμούς, με ρουφηγμένα μάγουλα, με ράχη κυρτωμένη. Νέους που το βλέμμα τους έχασε τη δροσερότητά του, που οι μύες τους έχουν παραλύσει, που το νευρικό τους σύστημα έχει πάθει τέλεια εξάρθρωση και που διατρέχουν τον κίνδυνο της φρενοβλάβειας. Φέρουν πάνω τους τη σφραγίδα της μυστικής ακολασίας τους...»
Εδώ θα ήθελα να παρατηρήσω οτι ο συγγραφέας ταυτίζει αυτού του είδους τις αντιλήψεις με τους προτεστάντες, αφήνοντας να εννοηθεί οτι η ορθόδοξη παράδοση και η διδασκαλία των Πατέρων είναι διαφορετική [UPDATE 11/10/12: Μετά από σχόλιο αναγνώστη εξακρίβωσα οτι ο Tihamer Toth είναι δεν είναι προτεστάντης, αλλά καθολικός και μάλιστα έχει αγιοποιηθεί]. Δυστυχώς όμως, οι απόψεις αυτές απέχουν πολύ από την πραγματικότητα, κάτι που μάλλον το γνωρίζει. Σχεδόν όλοι οι ορθόδοξοι πατέρες και ιδιαίτερα ο Νικόδημος ο Αγιορείτης που τόσο θαυμάζει (συγγραφέας του «Πηδαλίου», του «Εξομολογητάριου» και του «Αόρατου Πολέμου» μεταξύ άλλων) μιλούν με τα χειρότερα λόγια για τον έρωτα, σαν να είναι κάτι το βρωμερό και μιασμένο. Συγκεκριμένα στο «Πηδάλιον» ο Νικόδημος περιγράφει επακριβώς τις βλαβερές συνέπειες τις... μαλακίας, οι οποίες είναι σχεδόν πανομοιότυπες με αυτές που αναφέρονται στο βιβλίο τουπροτεστάντη καθολικού Toth (για περισσότερες λεπτομέρειες εδώ). Θα κλείσω το σημερινό άρθρο με μια αναφορά στις ύποπτες σχέσεις της «Ζωής» με το παλάτι και τον «αντικομμουνιστικό αγώνα»:
Από την κατασκήνωση κάναμε εξορμήσεις στα νοσοκομεία, να επισκεφτούμε τους τραυματίες του πολέμου, ή στους δρόμους και στα καταστήματα για να πουλήσουμε τα φυλλάδια: «Διατί αγωνιζόμεθα», «Εις τον αγώνα του Έθνους», «Για μια καινούρια Ελλάδα». Από κάποια στιγμή, οι εξορμήσεις μας άρχισαν να περιλαμβάνουν και τις «Παιδουπόλεις»... Στα χρόνια του εμφύλιου ολόκληρη η χριστιανική «κίνηση» ζούσε έναν παροξυσμό στράτευσης στον αντικομμουνιστικό αγώνα. Αργότερα, συσχετίζοντας τις εμπειρίες μου, κατάλαβα οτι η στράτευση ήταν επιμελημένα μεθοδευμένη και συμφωνημένη απευθείας με το παλάτι, το κέντρο τότε των πολιτικών αποφάσεων. Μέσω του Ιερώνυμου Κοτσώνη, που είχε προωθηθεί έγκαιρα στη θέση του πρωθιερέα των ανακτόρων, πρώτος ο Τσιριντάνης και στη συνέχεια ο π. Σεραφείμ ήρθαν σε επαφή με το βασιλιά Παύλο και τη βασίλισσα σύζυγό του, τη Φρειδερίκη.
Από το παραπάνω απόσπασμα κρατήστε το όνομα του Ιερώνυμου Κοτσώνη, μετέπειτα αρχιεπισκόπου Αθηνών επί χούντας, που θα ασχοληθώ όμως στο επόμενο άρθρο. Ας δούμε όμως τι ανταλλάγματα έδωσε το παλάτι στην οργάνωση της «Ζωής» και στα ηγετικά στελέχη της συγκεκριμένα, αν εξαιρέσουμε τον Ιερώνυμο που ευνοήθηκε από τους συνταγματάρχες. Ανταλλάγματα που σοκάρουν και τον πιο υποψιασμένο αναγνώστη:
Ο κρατικός μηχανισμός διευκόλυνε με πολλούς τρόπους το έργο της «κινήσεως»... το τεράστιο εύρος των εκδοτικών της επιχειρήσεων είχε πλήρη φορολογική απαλλαγή – δεν πλήρωνε ούτε το χαρτόσημο που βάζει στην αίτηση ο πολίτης. Μόνο τρεις οργανισμοί ήταν απαλλαγμένοι από το χαρτόσημο, το παλάτι, η αμερικανική πρεσβεία και η «Ζωή». Ήταν επίσης απαλλαγμένη από το να ασφαλίζει στο ΙΚΑ τους εργαζομένους της. Στρατιωτικά αυτοκίνητα, σκηνές και άλλο βοηθητικό υλικό ήταν στη διάθεση της «Ζωής» για την οργάνωση κατασκηνώσεων και την εξυπηρέτηση των ιεροκηρύκων της... Στελέχη της «κινήσεως» είχαν διοριστεί σε καίριες θέσεις στον κρατικό μηχανισμό και το «Ελληνικόν Φως» είχε οργανώσει ειδικούς «κύκλους» πνευματικής επιμόρφωσης για ανώτερους και ανώτατους αξιωματικούς όλων των όπλων.
Ο καθηγητής Τσιριντάνης, ο Θεόδωρος Μερτικόπουλος και ο καθηγητής Ράμμος χρησιμοποιήθηκαν επανειλημμένα ως υπουργοί υπηρεσιακών κυβερνήσεων... Και πρέπει να ήταν το 1963, όταν σε ιδιωτική συζήτηση ο γαμπρός του Τσιριντάνη, Αρίστος Ασπιώτης, μου εμπιστεύθηκε: «Ξέρετε τι προσωπικότητα είναι ο κύριος Αλέξανδρος αγαπητέ μου; Είχε τρεις φορές την πρόταση να αναλάβει τον σχηματισμό υπηρεσιακής κυβέρνησης με απεριόριστη θητεία, και αρνήθηκε». Που σημαίνει – αν το ερμηνεύω σωστά – οτι ο Τσιριντάνης είχε τρεις φορές επιλεγεί ως το κατάλληλο πρόσωπο για την επιβολή δικτατορίας στην Ελλάδα.
Τι να πρωτοσχολιάσει κανείς από όλα αυτά; Τη σκανδαλώδη φοροαπαλλαγή της οργάνωσης, που μοιραζόταν μόνο με... την αμερικανική πρεσβεία; Τη νόμιμη απαλλαγή από το ΙΚΑ και τις λοιπές εξυπηρετήσεις ή τις κυβερνητικές θέσεις που ανέλαβαν οι υψηλά ιστάμενοι της «Ζωής». Ο Αλέξανδρος Τσιριντάνης μάλιστα είχε την πρόταση τρεις φορές να εγκαθιδρύσει δικτατορία υποστηριζόμενη από το παλάτι, αλλά για τους δικούς του λόγους αρνήθηκε. Κρατήστε πάντως στη μνήμη τους «κύκλους πνευματικής επιμόρφωσης» για στρατιωτικούς, από τους οποίους αργότερα ξεπήδησαν τα περισσότερα ηγετικά στελέχη της δικτατορίας των συνταγματαρχών! Με αυτά όμως θα ασχοληθώ εκτενέστερα στο επόμενο άρθρο, όπως και με άλλα, όχι λιγότερο σημαντικά...
το διάβασα εδώ
Πριν ξεκινήσω, θα γράψω λίγα λόγια για το συγγραφέα. Ο Χρήστος Γιανναράς είναι καθηγητής θεολογίας και φιλοσοφίας. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935. Σπούδασε θεολογία στην Αθήνα και φιλοσοφία στη Βόννη και το Παρίσι. Έχει επιδείξει πλούσιο συγγραφικό έργο θρησκευτικού και φιλοσοφικού περιεχομένου, ενώ έργα του έχουν μεταφραστεί σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες. Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί τακτικά στις εφημερίδες «Το Βήμα» (παλαιότερα) και «Η Καθημερινή» (σήμερα). Μέσα από τα άρθρα του αυτά παρεμβαίνει στην κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα, συχνά εκφράζοντας ακραίες απόψεις. Ενδεικτικά θα αναφέρω οτι ζήτησε να τεθούν εκτός νόμου (!) τα κόμματα της Αριστεράς, επειδή χρησιμοποιούν «φασιστικές πρακτικές», κατήγγειλε οτι συγκεκριμένο κόμμα (το ΣΥΡΙΖΑ) έχει νοοτροπία Ναζί, πρότεινε την αναβίωση της μαθητικής στολής, της «ισχυρότερης εμφάνισης δημοκρατίας μέσα στα σχολεία» (!!), κατηγόρησε την τότε υπουργό παιδείας κ. Γιαννάκου οτι είναι «καυχόμενη για την αθεΐα της», ενώ συμπέρανε οτι «χρειαζόμαστε έναν Πούτιν» για να λύσει το πολιτικό πρόβλημα της χώρας... Περισσότερα διαβάστε στο εξαιρετικό άρθρο του κ. Βασιλάκη εδώ.
Αφού λοιπόν πήρατε μια γεύση για το ποιόν του κ. Γιανναρά, θα περάσω στην παρουσίαση αποσπασμάτων από το βιβλίο. Λόγω της μεγάλης του έκτασης, αποφάσισα να χωρίσω το άρθρο στα δύο, αναφερόμενος σήμερα στα παιδικά και εφηβικά χρόνια του συγγραφέα και αφήνοντας για την άλλη φορά τη ζωή του στο πανεπιστήμιο. Αρχικά, θα ξεκινήσω με την κρίση του για την οργανωτική δεινότητα των ανθρώπων της «Ζωής», της μεγαλύτερης παραεκκλησιαστικής οργάνωσης του 20ου αιώνα:
Δεν ξέρω αν υπήρξε ποτέ στην Ελλάδα μεθοδικότερο και αποτελεσματικότερο οργανωτικό σχήμα από την «κίνηση» της «Ζωής». Ίσως οι κομμουνιστές να υπερτερούσαν σε συνωμοτική οργάνωση και δομή, μα στην τεχνική της άγρας οπαδών και στον σχεδιασμό του ελέγχου των οπαδών, η «Ζωή» ήταν ανυπέρβλητη. Την ευρύτατη εμπροσθοφυλακή της οργάνωσης αποτελούσαν τα κατηχητικά - την εποχή μας μιλούσαν για 2.000 περίπου τέτοια σχολεία σε όλη την Ελλάδα, με αριθμό μαθητών που ξεπερνούσε τις 200.000. Κάθε μαθητής είχε ως πρωταρχικό καθήκον να προσελκύσει και άλλα παιδιά στο κατηχητικό... Και κάθε καινούριος που γραφόταν στο κατηχητικό, δεν μπορούσε πια να ξεφύγει εύκολα. Οι απουσίες του ή η διακοπή της φοίτησης θα προκαλούσαν την επίσκεψη της «εφορείας» στο σπίτι... Στόχος ήταν να στρατολογηθούν και οι γονείς στην κίνηση ή το λιγότερο να γραφτούν συνδρομητές στο φύλλο της «Ζωής».
Φυσικά, τα χιλιάδες παιδιά που στρατολογούνταν μαζικά από την οργάνωση δεν παρακολουθούσαν απλά τα κατηχητικά. Τα χρησιμοποιούσαν στη συνέχεια για «εθελοντική εργασία», που μεταξύ άλλων περιελάμβανε την πώληση περιοδικών και άλλων εντύπων της οργάνωσης. Κάτι ανάλογο με τα σημερινά παιδιά των φαναριών δηλαδή, με χριστιανικό μανδύα βεβαίως:
Οι διαστάσεις που πήρε η διάδοση της «Ζωής του παιδιού» δεν πρέπει να έχουν το όμοιό τους. Ίσως ποτέ άλλοτε στην Ελλάδα τόσο μεγάλος αριθμός παιδιών δεν στρατεύθηκε με τόση μεθοδικότητα για να προπαγανδίσει ένα έντυπο. Όλα τα παιδιά σε κάθε κατηχητικό χρεώθηκαν με πέντε τουλάχιστον φύλλα. Η αγορά του σχολείου δεν επαρκούσε για να απορροφήσει την πραμάτεια μας. Γι' αυτό, πήραμε τους δρόμους... Δεν μπορώ να υπολογίσω τον αριθμό των φύλλων που πουλήθηκαν από το πρώτο τεύχος, μα πρέπει να ξεπερνούσαν τις 200.000... Ποτέ δεν ρωτήσαμε - ούτε νομίζω πέρασε κι από το νου μας – τι εμπορικό όφελος είχε η «κίνηση» από την εμπορική κινητοποίηση των χιλιάδων παιδιών του κατηχητικού.
Η τελευταία πρόταση έχει όλο το ζουμί. Τι έκαναν άραγε όλα αυτά τα λεφτά; Σε άλλο σημείο του βιβλίου, ο συγγραφέας αναφέρει πως ήταν σε θέση να γνωρίζει οτι ειδικά η αδελφότητα της «Ζωής» δεν διέθετε ποτέ ούτε τον ελάχιστο οβολό για φιλανθρωπίες... Στη συνέχεια, θα περάσω στις ειδικά μελετημένες ψυχολογικές μεθόδους που χρησιμοποιούσε η οργάνωση για να ελέγχει τα μέλη της, τις οποίες με γλαφυρότητα εκθέτει ο Χρήστος Γιανναράς:
Ήταν 19 Οκτωβρίου του 1947, μετά το μάθημα του κατηχητικού, που ο κ. Μουρατίδης ζήτησε να με δει «ιδιαιτέρως». Σε μια γωνιά της εκκλησίας, λίγο σαν εξομολόγηση, με ρώτησε αν ξέρω τις Χριστιανικές Μαθητικές Ομάδες και αν ήθελα να ενταχθώ. Η χαρά που ένιωσα ήταν απερίγραπτη. Ήξερα οτι έπρεπε να σε δοκιμάζουν πολλούς μήνες στο μέσο κατηχητικό προτού σε επιλέξουν για την «ομάδα»... Ξεχείλιζα όχι μόνο από χαρά, αλλά και από περηφάνεια. Δεν ήξερα οτι αυτή η περηφάνεια για την ιδιαίτερη τιμή που σου γινόταν, ήταν από τις πιο μελετημένες ψυχολογικές μεθόδους που χρησιμοποιούσε η «κίνηση» σε όλες τις βαθμίδες της άρθρωσής της, για να στρατολογεί και να ελέγχει τα στελέχη της. Κάθε ένταξη ή προαγωγή σου την εμφάνιζαν εξαιρετικά δύσκολη – σε άφηναν να περιμένεις ή να ζητάς και να «φλέγεσαι» από επιθυμία. Έτσι, όταν τελικά σε χρησιμοποιούσαν, σου είχαν πια υποβάλει οτι είσαι ο εκλεκτός, ο προνομιούχος, ο ιδιαίτερα ευεργετημένος.
Ζητώ πάλι την προσοχή σας στην τελευταία πρόταση: «Όταν τελικά σε χρησιμοποιούσαν». Δηλαδή δεν κέρδιζες τίποτα ουσιαστικό, ίσα ίσα που επωμιζόσουν περισσότερα και πιο δύσκολα καθήκοντα. Σε χρησιμοποιούσαν για να πετύχουν τους στόχους τους κι εσύ, αντί να λυπάσαι, χαιρόσουν και θριαμβολογούσες από την πλύση εγκεφάλου που είχες δεχτεί... Η πλύση εγκεφάλου που δεχόταν τα παιδιά ήταν πολύ πιο έκδηλη στην περίπτωση των «αφιερωμένων», νεαρών δηλαδή που θυσίαζαν τη ζωή τους εντασσόμενοι ως άγαμοι ιεραπόστολοι και εργάτες στην οργάνωση. Κάτι σαν μοναχοί δηλαδή, μόνο που δούλευαν οχτάωρα αμισθί για τους σκοπούς της «κίνησης». Περιττό να αναφέρω οτι αυτή η ζωή σκλαβιάς και εκμετάλλευσης παρουσιαζόταν ως το ύψιστο παράδειγμα αξίας και ήθους στους μικρούς μαθητές του κατηχητικού, με τελικό στόχο να πείσουν όσο το δυνατόν περισσότερους να την ακολουθήσουν... Η απομάκρυνση των παιδιών από τις οικογένειές τους ήταν κάτι επιθυμητό, που καλλιεργούταν συστηματικά μέσα στην οργάνωση. Παραθέτω ένα κατατοπιστικό απόσπασμα από το βιβλίο:
Όταν πρωτοπήγα στην ομάδα, άκουγα κατάπληκτος τα άλλα παιδιά να κάνουν απολογισμό της δράσης τους για την «κατάκτηση της οικογένειας», αναφέροντας περιστατικά που προϋπόθεταν μια εντελώς άλλη σχέση με τους γονείς, από αυτήν που είχα εγώ με τη μητέρα μου. Έλεγαν λ.χ. «Έκλεισα το ραδιόφωνο που άκουγε η μητέρα μου και συζήτησα μαζί της για τη ζημιά που κάνουν στην ψυχή μας τα σαχλά τραγούδια». «Έβαλα στο κομοδίνο του αδελφού μου ένα χριστιανικό βιβλίο, για να παρασυρθεί να το διαβάσει». Τα έβρισκα αφύσικα όλα αυτά και πολύ με παίδευε μια φράση που είχα ακούσει από ξάδελφό μου: οτι η κίνηση παίρνει τα παιδιά και τα κάνει γενίτσαρους.
Ο ξάδελφος του συγγραφέα νομίζω σχολιάζει πολύ πετυχημένα τις πρακτικές της «Ζωής», οπότε δε χρειάζεται να προσθέσω κάτι. Θα περάσω κατευθείαν στο καυτό θέμα των σχέσεων των δύο φύλων και των συμπλεγμάτων που δημιουργούσαν στους νεαρούς εφήβους οι πουριτανικές διδασκαλίες της οργάνωσης.
Ζούσαμε σε ένα μονόφυλο κόσμο, στεγανό... Απαγορευόταν ακόμα και να κοιτάμε προς τη μεριά των κοριτσιών. Κάθε κουβέντα που αναφερόταν σε κοπέλα ή στον έρωτα αποκλειόταν αυτόματα – μιλούσαμε μια γλώσσα τέλεια αποστειρωμένη από νοήματα έρωτος σημαντικά... Βάση, θεμέλιο και κώδικας της ερωτικής αγωγής μας στην κίνηση ήταν ένα βιβλίο: «Τα Αγνά Νειάτα», κάποιου Ούγγρου προτεστάντη πάστορα Tihamer Toth... Γραμμένο επιδέξια, με πολύ συναισθηματισμό και υποβλητική γλαφυρότητα, έδινε μια εικόνα του έρωτα κυριολεκτικά αποτροπιαστική: Ταύτιζε στη συνείδησή μας τον έρωτα με την ψυχική βρωμιά, το σωματικό σμπαράλιασμα, τη φρίκη των αφροδίσιων νοσημάτων.
«Παιδί μου, έγραφε ο Toth, σκυλιά πεινασμένα και τσακάλια αιμοδιψή κρύβονται στα βάθη της πεσμένης ανθρώπινης φύσεως. Μη δίνης τροφή σε αυτά τα τσακάλια, διψούν αίμα, το δροσερό νεανικό σου αίμα... Ο χυμός που σπαταλάται σε μια ζωή αμαρτωλή είναι απαραίτητος για τη θρέψη του μυελού της σπονδυλικής στήλης και των νεύρων... θα καταλάβεις γιατί τόσο συχνά σήμερα βλέπουμε νέους χλωμούς, με ρουφηγμένα μάγουλα, με ράχη κυρτωμένη. Νέους που το βλέμμα τους έχασε τη δροσερότητά του, που οι μύες τους έχουν παραλύσει, που το νευρικό τους σύστημα έχει πάθει τέλεια εξάρθρωση και που διατρέχουν τον κίνδυνο της φρενοβλάβειας. Φέρουν πάνω τους τη σφραγίδα της μυστικής ακολασίας τους...»
Εδώ θα ήθελα να παρατηρήσω οτι ο συγγραφέας ταυτίζει αυτού του είδους τις αντιλήψεις με τους προτεστάντες, αφήνοντας να εννοηθεί οτι η ορθόδοξη παράδοση και η διδασκαλία των Πατέρων είναι διαφορετική [UPDATE 11/10/12: Μετά από σχόλιο αναγνώστη εξακρίβωσα οτι ο Tihamer Toth είναι δεν είναι προτεστάντης, αλλά καθολικός και μάλιστα έχει αγιοποιηθεί]. Δυστυχώς όμως, οι απόψεις αυτές απέχουν πολύ από την πραγματικότητα, κάτι που μάλλον το γνωρίζει. Σχεδόν όλοι οι ορθόδοξοι πατέρες και ιδιαίτερα ο Νικόδημος ο Αγιορείτης που τόσο θαυμάζει (συγγραφέας του «Πηδαλίου», του «Εξομολογητάριου» και του «Αόρατου Πολέμου» μεταξύ άλλων) μιλούν με τα χειρότερα λόγια για τον έρωτα, σαν να είναι κάτι το βρωμερό και μιασμένο. Συγκεκριμένα στο «Πηδάλιον» ο Νικόδημος περιγράφει επακριβώς τις βλαβερές συνέπειες τις... μαλακίας, οι οποίες είναι σχεδόν πανομοιότυπες με αυτές που αναφέρονται στο βιβλίο του
Από την κατασκήνωση κάναμε εξορμήσεις στα νοσοκομεία, να επισκεφτούμε τους τραυματίες του πολέμου, ή στους δρόμους και στα καταστήματα για να πουλήσουμε τα φυλλάδια: «Διατί αγωνιζόμεθα», «Εις τον αγώνα του Έθνους», «Για μια καινούρια Ελλάδα». Από κάποια στιγμή, οι εξορμήσεις μας άρχισαν να περιλαμβάνουν και τις «Παιδουπόλεις»... Στα χρόνια του εμφύλιου ολόκληρη η χριστιανική «κίνηση» ζούσε έναν παροξυσμό στράτευσης στον αντικομμουνιστικό αγώνα. Αργότερα, συσχετίζοντας τις εμπειρίες μου, κατάλαβα οτι η στράτευση ήταν επιμελημένα μεθοδευμένη και συμφωνημένη απευθείας με το παλάτι, το κέντρο τότε των πολιτικών αποφάσεων. Μέσω του Ιερώνυμου Κοτσώνη, που είχε προωθηθεί έγκαιρα στη θέση του πρωθιερέα των ανακτόρων, πρώτος ο Τσιριντάνης και στη συνέχεια ο π. Σεραφείμ ήρθαν σε επαφή με το βασιλιά Παύλο και τη βασίλισσα σύζυγό του, τη Φρειδερίκη.
Από το παραπάνω απόσπασμα κρατήστε το όνομα του Ιερώνυμου Κοτσώνη, μετέπειτα αρχιεπισκόπου Αθηνών επί χούντας, που θα ασχοληθώ όμως στο επόμενο άρθρο. Ας δούμε όμως τι ανταλλάγματα έδωσε το παλάτι στην οργάνωση της «Ζωής» και στα ηγετικά στελέχη της συγκεκριμένα, αν εξαιρέσουμε τον Ιερώνυμο που ευνοήθηκε από τους συνταγματάρχες. Ανταλλάγματα που σοκάρουν και τον πιο υποψιασμένο αναγνώστη:
Ο κρατικός μηχανισμός διευκόλυνε με πολλούς τρόπους το έργο της «κινήσεως»... το τεράστιο εύρος των εκδοτικών της επιχειρήσεων είχε πλήρη φορολογική απαλλαγή – δεν πλήρωνε ούτε το χαρτόσημο που βάζει στην αίτηση ο πολίτης. Μόνο τρεις οργανισμοί ήταν απαλλαγμένοι από το χαρτόσημο, το παλάτι, η αμερικανική πρεσβεία και η «Ζωή». Ήταν επίσης απαλλαγμένη από το να ασφαλίζει στο ΙΚΑ τους εργαζομένους της. Στρατιωτικά αυτοκίνητα, σκηνές και άλλο βοηθητικό υλικό ήταν στη διάθεση της «Ζωής» για την οργάνωση κατασκηνώσεων και την εξυπηρέτηση των ιεροκηρύκων της... Στελέχη της «κινήσεως» είχαν διοριστεί σε καίριες θέσεις στον κρατικό μηχανισμό και το «Ελληνικόν Φως» είχε οργανώσει ειδικούς «κύκλους» πνευματικής επιμόρφωσης για ανώτερους και ανώτατους αξιωματικούς όλων των όπλων.
Ο καθηγητής Τσιριντάνης, ο Θεόδωρος Μερτικόπουλος και ο καθηγητής Ράμμος χρησιμοποιήθηκαν επανειλημμένα ως υπουργοί υπηρεσιακών κυβερνήσεων... Και πρέπει να ήταν το 1963, όταν σε ιδιωτική συζήτηση ο γαμπρός του Τσιριντάνη, Αρίστος Ασπιώτης, μου εμπιστεύθηκε: «Ξέρετε τι προσωπικότητα είναι ο κύριος Αλέξανδρος αγαπητέ μου; Είχε τρεις φορές την πρόταση να αναλάβει τον σχηματισμό υπηρεσιακής κυβέρνησης με απεριόριστη θητεία, και αρνήθηκε». Που σημαίνει – αν το ερμηνεύω σωστά – οτι ο Τσιριντάνης είχε τρεις φορές επιλεγεί ως το κατάλληλο πρόσωπο για την επιβολή δικτατορίας στην Ελλάδα.
Τι να πρωτοσχολιάσει κανείς από όλα αυτά; Τη σκανδαλώδη φοροαπαλλαγή της οργάνωσης, που μοιραζόταν μόνο με... την αμερικανική πρεσβεία; Τη νόμιμη απαλλαγή από το ΙΚΑ και τις λοιπές εξυπηρετήσεις ή τις κυβερνητικές θέσεις που ανέλαβαν οι υψηλά ιστάμενοι της «Ζωής». Ο Αλέξανδρος Τσιριντάνης μάλιστα είχε την πρόταση τρεις φορές να εγκαθιδρύσει δικτατορία υποστηριζόμενη από το παλάτι, αλλά για τους δικούς του λόγους αρνήθηκε. Κρατήστε πάντως στη μνήμη τους «κύκλους πνευματικής επιμόρφωσης» για στρατιωτικούς, από τους οποίους αργότερα ξεπήδησαν τα περισσότερα ηγετικά στελέχη της δικτατορίας των συνταγματαρχών! Με αυτά όμως θα ασχοληθώ εκτενέστερα στο επόμενο άρθρο, όπως και με άλλα, όχι λιγότερο σημαντικά...
το διάβασα εδώ
2 σχόλια:
Οι Ζωικοί πάντα υπήρξαν οι παρεκκλησιαστικοί υπονομευτές της Εκκλησίας της Ελλάδος. Όποιος πατεί το πόδι του σε παρεκκλησιαστικούς είναι εκτός Εκκλησίας.
χαζαμαρεσ!!!!!
Δημοσίευση σχολίου