Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2010

Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου, Κυριακή της Ορθοδοξίας


Κυριακή της Ορθοδοξίας

του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιεροθέου

Ομιλία κατά τη Συνοδική Θεία Λειτουργία την Κυριακή της Ορθοδοξίας στον ιερό ναό Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου Αθηνών στις 21/2/2010

Σήμερα κατά την επέτειο της αναστηλώσεως των ιερών Εικόνων εορτάζεται η εορτή της Ορθοδοξίας και με αυτόν τον τρόπο φαίνεται η σύνδεση της ιεράς Εικόνας με την Εκκλησία και, βέβαια, με την Ορθοδοξία.
Σε ένα από τα τροπάρια που ψάλαμε σήμερα στην ακολουθία του Όρθρου εκφράζεται η δόξα της Εκκλησίας. «Ημέρα χαρμόσυνος και ευφροσύνης ανάπλεως πεφανέρωται σήμερον». Και αυτό γιατί «φαιδρότης δογμάτων των αληθεστάτων αστράπτει και λάμπει η Εκκλησία του Χριστού κεκοσμημένη αναστηλώσεσιν εικόνων των αγίων νυν και εκτυπωμάτων και λάμψεσι». Εκκλησία, δόγματα και εικόνες βρίσκονται μέσα στο φως της δόξας του Θεού και είναι η φανέρωση της ωραιότητος της Ορθοδοξίας.
Έχοντας την εντολή του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κυρίου Ιερωνύμου και της Ιεράς Συνόδου να εκφωνήσω τον πανηγυρικό λόγο της ημέρας στην Συνοδική θεία Λειτουργία, ενώπιον Κληρικών και λαϊκών και της πολιτικής ηγεσίας του τόπου τούτου, αυτήν την λαμπρή ημέρα της Ορθοδοξίας, κατά την οποία αστράπτει και λάμπει η Εκκλησία του Χριστού με την φαιδρότητα των δογμάτων της και την λάμψη των αγίων εικόνων της, θα αναφερθώ στην ενότητα μεταξύ των ιερών εικόνων και των ορθοδόξων δογμάτων.
Η ιερά Εικόνα δεν προσφέρεται για να στολίζη τις οικίες ούτε ακόμη και τους Ιερούς Ναούς, αλλά για να μεταδίδη χάρη στους πιστούς που την ασπάζονται με την απαραίτητη ευλάβεια και τον σεβασμό και ανάλογα, βέβαια, με την πνευματική τους κατάσταση. Συγχρόνως, όμως, η ιερά Εικόνα είναι μια από τις θεολογικές γλώσσες της Εκκλησίας μας, που μεταδίδει πολλά μηνύματα. Θα τονισθούν μερικά σημεία αυτής της γλώσσας.
Το πρώτο σημείο είναι το θεολογικό που αναφέρεται στον Θεό, τον Οποίο λατρεύουμε. Κεφαλή της Εκκλησίας είναι Αυτός ο Θεάνθρωπος Χριστός. Πρόκειται για το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, που ενηνθρώπησε, προσέλαβε την ανθρώπινη φύση και την θέωσε.
Στην Παλαιά Διαθήκη απαγορευόταν ο εξεικονισμός του Θεού, αφού ο Θεός που εμφανιζόταν στους Προφήτες ήταν ο άσαρκος Λόγος, ενώ μετά την ενανθρώπηση και την πρόσληψη του ανθρωπίνου σώματος ο Θεός εξεικονίζεται. Αυτό ήταν το μεγαλύτερο επιχείρημα των εικονοφίλων, ότι δηλαδή, εφ’ όσον ο Χριστός προσέλαβε και θέωσε το ανθρώπινο σώμα, σημαίνει ότι μπορούμε να Τον αγιογραφούμε.
Επομένως, εδώ φαίνεται η μεγάλη θεολογική αλήθεια ότι ο Θεός δεν είναι μια απρόσωπη ιδέα και μια αιώνια αξία η μια παγκόσμια δύναμη, αλλά ιδιαίτερο πρόσωπο που αγαπά τον άνθρωπο. Ο ιδεατός Θεός είναι ξένος προς τα προβλήματα του ανθρώπου, ενώ ο προσωπικός Θεός αγαπά τον άνθρωπο και ενδιαφέρεται προσωπικά γι’ αυτόν.Στην εικόνα της Μεταμορφώσεως του Χριστού φαίνεται η δόξα που προχέεται από την τεθεωμένη σάρκα του Χριστού, σε όλες δε τις εικόνες, όπου αγιογραφείται ο Χριστός, φαίνεται η ιλαρότητά Του, η ανέκφραστη φιλανθρωπία Του, η αγάπη Του για τον άνθρωπο. Ο Θεός είναι γεμάτος αγάπη και στοργή.
Στην εικόνα της εις Άδου Καθόδου του Χριστού ο αγιογράφος δείχνει την δύναμη του Χριστού, αλλά και το στοργικό Του βλέμμα για τον άνθρωπο, καθώς επίσης δείχνει την τρυφερότητα με την οποία πιάνει το χέρι του Αδάμ και της Εύας και τους ελκύει προς τα άνω, δηλαδή τους σώζει με την πανσθενουργό δύναμή Του, αλλά και την ανέκφραστη τρυφερότητά Του. Δεν είναι Θεός οργής, μίσους και βίας, όπως θέλουν μερικοί να Τον παρουσιάζουν, ούτε σαδιστής Πατέρας, όπως μερικοί Τον αισθάνονται από δικές τους ενοχικές καταστάσεις, αλλά ο ιλαρός, ο φιλάνθρωπος και ο φιλόστοργος Θεός που αγαπά υπερβολικά τον άνθρωπο και φθάνει ακόμη και μέχρι τον άδη για να τον συναντήση, είναι ο ιατρός που θεραπεύει το βαθύ τραύμα του ανθρώπου και όχι ο δικαστής και εισαγγελέας που απαγγέλλει κατηγορίες.
Το δεύτερο σημείο είναι το ανθρωπολογικό, αφού η ορθόδοξη εικόνα δείχνει ότι ο άνθρωπος είναι δημιουργημένος από τον Θεό κατά την ψυχή και το σώμα και στόχος του είναι να φθάση από το κατ εἰκόνα στο καθ’ ομοίωση, δηλαδή την θέωση.
Η αρχαία ελληνική φιλοσοφία έκανε την διάκριση μεταξύ φύσει αθανάτου ψυχής και φύσει θνητού σώματος. Αυτό σημαίνει ότι η ψυχή του ανθρώπου ανήκε στον αγέννητο κόσμο των ιδεών και ο Θεός την τιμώρησε, μόλις κινήθηκε από επιθυμία, με το να περικλεισθή στο σώμα, το οποίο τελικά είναι η φυλακή της ψυχής. Οπότε, η σωτηρία του ανθρώπου, όπως δίδασκε ο πλατωνισμός, είναι η αποδέσμευση της ψυχής από το σώμα, η δε νέκρωση του παθητικού μέρους της ψυχής ήταν ο βασικός σκοπός των στωϊκών και των πλατωνικών φιλοσόφων.
Όμως, η Εκκλησία δια των ιερών εικόνων διδάσκει ότι η ψυχή και το σώμα είναι δημιουργήματα του Θεού, οπότε και τα δύο αγιάζονται και θεώνονται. Αυτήν την μεγάλη αλήθεια την συναντάμε ακόμη και στον ησυχασμό, όπως τον εξέφρασε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, αφού ο νους του ανθρώπου δια της προσευχής επιστρέφει στο σώμα και το σώμα λαμπρύνεται από το Φως του Θεού.
Παρατηρώντας την ορθόδοξη εικόνα, βλέπουμε ότι το Φως του Θεού εισέρχεται μέσα στον άνθρωπο και αγιάζει την ψυχή και το σώμα του. Το θείο Φως δεν φωτίζει έξωθεν τον άνθρωπο, αλλά τον αγιάζει έσωθεν, δια της καρδίας, γι’ αυτό και δεν υπάρχουν σκιές στις ορθόδοξες εικόνες. Το πρόσωπο του αγίου είναι φωτεινό, διαυγές και φωτίζεται από μέσα, όπως φαίνεται, κυρίως, στις αγιογραφίες του Πανσελήνου στο Πρωτάτο του Αγίου Όρους.
Αυτό, βέβαια, μας υπενθυμίζει τον ορισμό που δίνει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος για τον άνθρωπο ότι είναι «ζώον ενταύθα οικονομούμενον και αλλαχού μεθιστάμενον, και πέρας του μυστηρίου, τη προς Θεόν νεύσει θεούμενον». Ο άνθρωπος, δηλαδή, δεν είναι ένα πράγμα, δεν είναι αντικείμενο εκμεταλλεύσεως, αλλά δημιούργημα του Θεού που πρέπει να βιώνη το μυστήριο της κατά Χάρη θεώσεως.
Το τρίτο σημείο που συναντάμε στην ορθόδοξη εικόνα είναι το κοινωνικό της Εκκλησίας, δηλαδή σε τι συνίσταται η κοινωνία μέσα στην Εκκλησία. Η Εκκλησία δεν είναι ένα απλό άθροισμα ανθρώπων από ένα έθνος, αλλά η συνάντηση ανθρώπων όλων των κατηγοριών που έχουν ζωντανή σχέση με τον Χριστό, είναι οικουμενική, πάνω από πατρίδες και εθνότητες. Μέσα στην Εκκλησία λειτουργούν άλλοι νόμοι και άλλες προϋποθέσεις.
Στην εικόνα της Γεννήσεως του Χριστού βλέπουμε την σημαντική θέση που έχει η Παναγία, ως εκπρόσωπος του ανθρωπίνου γένους, αλλά βλέπουμε και τους αγαθούς Ποιμένες, όπως και τους Μάγους από την Ανατολή που ήλθαν να προσκυνήσουν τον Χριστό. Γύρω από τον νεογέννητο Χριστό βρίσκονται οι σοφοί με τους αγραμμάτους, οι Ιουδαίοι με τους Ανατολίτες, οι άγγελοι με τους ανθρώπους. Όλοι λαμβάνουν δόξα από τον Χριστό και αποτελούν την πνευματική Του οικογένεια. Δεν υπολογίζεται η καταγωγή καθενός, η εθνικότητα και η ηλικία του, αλλά ευλογείται ο πόθος που έχουν για τον Θεό και η ταπείνωσή τους. Οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι και όσοι στηρίζονται στον ορθολογισμό και την εξουσία τους απουσιάζουν από το μυστήριο της θείας ενανθρωπήσεως και δεν συμμετέχουν στην θεία δόξα.
Το τέταρτο σημείο που βλέπουμε στην ορθόδοξη εικόνα είναι η κτισιολογία, το λεγόμενο οικολογικό, αφού στις ορθόδοξες εικόνες παρουσιάζεται μεταμορφωμένη και αγιασμένη και αυτή η κτίση. Δεν είναι η κτίση της πτώσεως και της φθοράς, αλλά η κτίση, η πλημμυρισμένη από την δόξα του Θεού.
Στην εικόνα της Γεννήσεως του Χριστού, κοντά στο νεογέννητο Βρέφος είναι τα άλογα ζώα, το σπήλαιο είναι φωτισμένο και τα βουνά μεταμορφωμένα, αλλά και το αστέρι συμμετέχει στο μεγάλο αυτό μυστήριο. Στην εικόνα της Μεταμορφώσεως του Χριστού βλέπουμε την καινή γη και τον καινό ουρανό, όπως αναμένουμε να γίνουν στην μέλλουσα δόξα, αλλά και όπως το ζουν οι Άγιοι από τώρα μέσα στον χώρο της Εκκλησίας. Στην εικόνα της Βαπτίσεως του Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό φαίνεται ο αγιασμός των υδάτων με όλα όσα βρίσκονται μέσα στο νερό. Τα πάντα υπακούουν στον Χριστό και δοξάζονται από Αυτόν.
Το οικολογικό πρόβλημα, η μόλυνση του περιβάλλοντος, δεν έχει καμμιά θέση μέσα στην πάμφωτη δόξα της ορθόδοξης εικόνας, αλλά βρίσκεται έξω από αυτήν. Το Φως από τον Χριστό και από τον αγιασμένο άνθρωπο διαπορθμεύεται και στην άλογη κτίση και δημιουργία, ενώ αντίθετα τα πάθη του ανθρώπου δημιουργούν το οικολογικό πρόβλημα. Στις εικόνες δεν παρουσιάζεται ο στεναγμός και η οδύνη της κτίσεως, αλλά η δόξα της, και αυτό μας υπενθυμίζει τον λόγο του Αποστόλου Παύλου: «Η γαρ αποκαραδοκία της κτίσεως την αποκάλυψιν των υιών του Θεού απεκδέχεται... και αυτή η κτίσις ελευθερωθήσεται από της δουλείας της φθοράς εις την ελευθερίαν της δόξης των τέκνων του Θεού» (Ρωμ. η , 19-22). Έτσι, μέσα στην ορθόδοξη εικονογραφία φαίνεται καθαρά η διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου για την συμμετοχή της κτίσεως στο πανηγύρι της Αναστάσεως του Χριστού.
Το πέμπτο σημείο που παρατηρούμε στην ορθόδοξη εικόνα είναι το σκοτεινό στοιχείο. Σε όλες σχεδόν τις εικόνες, που αναφέρονται στον Χριστό και το έργο της θείας Του οικονομίας, βλέπουμε κάποιο σπηλαιώδες σκότος. Αυτό το συναντάμε στην εικόνα της Γεννήσεως, στην εικόνα της Βαπτίσεως, στην εικόνα της εις Άδου καθόδου του Χριστού. Το σκοτεινό αυτό σπήλαιο δεν ομοιάζει καθόλου με το πλατωνικό σπήλαιο, μέσα στο οποίο οι άνθρωποι, που βρίσκονται στο σκοτάδι της παρούσης ζωής, βλέπουν αμυδρώς ως σκιές τον κόσμο των ιδεών έξω από αυτό. Στις ορθόδοξες εικόνες βλέπουμε ότι οι άνθρωποι ζουν μέσα στο θείο Φως, ενώ το σκότος που βρίσκεται στο βάθος είναι ο χώρος του θανάτου.
Όπως το φως έχει δύο ιδιότητες, την φωτιστική και την καυστική, άλλα φωτίζει και άλλα καίει, ανάλογα με την κατάσταση του κάθε αντικειμένου, έτσι και το Φως του Θεού φωτίζει και καίει, ανάλογα με την κατάσταση του ανθρώπου. Έτσι, αυτό το σκοτάδι δεν είναι η απουσία του Θεού, αλλά η παρουσία του Θεού ως σκότος και πυρ και αυτό βέβαια εξαρτάται από την κατάσταση του ιδίου του ανθρώπου.
Πάντως, γεγονός είναι ότι, όπως φαίνεται στην εις Άδου Κάθοδο του Χριστού, δηλαδή την ορθόδοξη εικόνα της Αναστάσεως, ο Χριστός κατεβαίνει στον άδη κάθε ανθρώπου, εισέρχεται μέσα στην απελπισία του και στην χώρα του προσωπικού του υπαρξιακού θανάτου, ακόμη και όταν οι θύρες της ύπαρξής του είναι κεκλεισμένες, για να δώση την δυνατότητα στον καθένα να εξέλθη από αυτό το βασανιστικό σκοτάδι της απελπισίας και της μοναξιάς του και να τον οδηγήση σε προσωπική κοινωνία μαζί Του, χωρίς όμως να καταργήση την προσωπική του ελευθερία.
Τελικά, η ορθόδοξη εικόνα, με τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζει τον Χριστό και τους Αγίους, δείχνει ότι ο Θεός μας είναι γεμάτος αγάπη και στοργή για τον άνθρωπο, που κατεβαίνει και μέχρι τον άδη της προσωπικής του απελπισίας και απογνώσεως για να τον συναντήση· ο άνθρωπος έχει υψηλές προδιαγραφές και σε όποια κατάσταση κι αν βρίσκεται μπορεί να γεμίση από Φως· η κτίση η οποία βιάζεται από τον εμπαθή άνθρωπο αποδέχεται και αναμένει την ανακαίνισή της· και ο κάθε προσωπικός άδης μπορεί να γεμίση από την δόξα του Φωτός του Θεού.
Μακαριώτατε,
Οι ορθόδοξες εικόνες είναι ένα βαθύτατο, θεολογικό, εμπειρικό, δογματικό βιβλίο, και, όταν εισδύη κανείς σε αυτό, μπορεί να αντιληφθή όχι μόνον τι είναι ο Χριστιανικός ορθόδοξος Θεός, αλλά και τι είναι η Εκκλησία Του και ποιό είναι το νόημα της ζωής του ανθρώπου.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι το δοξασμένο και θεωμένο Σώμα του Χριστού, είναι ο χώρος της συναντήσεως των πάντων, αγγέλων και ανθρώπων, κεκοιμημένων και ζώντων, αρχόντων και αρχομένων, Κληρικών και λαϊκών, ανδρών και γυναικών, ξένων και ιθαγενών, είναι ο πνευματικός νυμφώνας της δόξης, είναι το κατάλυμα των θείων ερώτων. Η ορθόδοξη εικόνα δείχνει ότι την ζωή του ανθρώπου δεν την καθορίζει η υλική οικονομία, αλλά την νοηματοδοτεί η θεία οικονομία, που του δίνει ελπίδα και προοπτική.
Η Εκκλησία δεν είναι ιδιοκτησία κανενός και κανένας δεν μπορεί να την ιδιοποιηθή και να αποκλείση κάποιους άλλους· είναι ανοικτή σε όλους τους ταπεινούς, που διακρίνονται από τον τελωνικό στεναγμό, αλλά ταυτόχρονα είναι κλειστή στους Φαρισαίους και τους υποκριτές που νομίζουν ότι βρίσκονται μέσα στην Εκκλησία. Η Εκκλησία δεν είναι χώρος ανταγωνισμών και αγώνων επικρατήσεως μερικών ομάδων, αλλά είναι ενότητα προσώπων, είναι χώρος μαρτυρίας και μαρτυρίου, σιωπής και προσευχής, σταυρώσεως, αναστάσεως και Πεντηκοστής. Η Εκκλησία δεν περιορίζεται στους τοίχους και την οροφή, ούτε εκφράζεται από αμεταμόρφωτους ανθρώπους, που ασχολούνται με το προσκήνιο και το παρασκήνιο και έχουν απλώς γνώσεις περί του Θεού, όχι όμως την γνώση του Θεού, αλλά η Εκκλησία εκφράζεται από τους αγίους Προφήτες, Αποστόλους, Πατέρες, Οσίους και Μάρτυρες, που είναι ολοφώτεινοι, είναι η «λιακάδα» της γης.
Η ορθόδοξη εικόνα, ως έκφραση των ορθοδόξων δογμάτων και της εσωτερικής λάμψεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας, σκορπάει αγάπη και στοργή, γαλήνη και ηρεμία, ελκύει τους πονεμένους και διψώντες την δικαιοσύνη του Θεού, προαναγγέλλει την τελική κυριαρχία του Θεού της αγάπης, δείχνει τον μεταμορφωμένο κόσμο, την καινή κτίση.
Ο Θεός φανερώθηκε εν σαρκί, η Εκκλησία δοξάζεται ως Σώμα Χριστού, η εικόνα είναι έκφραση της μεταμορφωμένης ζωής και της ανακαινισμένης κτίσεως, η Ορθοδοξία είναι η ελπίδα των απελπισμένων, η πλησμονή των στερημένων. Αγάλλεται σήμερα η Εκκλησία, ευφραίνεται με την δόξα του Νυμφίου της, και οι ιερές εικόνες είναι τα στολίδια του λαμπρού νυμφικού της ένδοξης αυτής νύμφης του Χριστού.
Οπότε, μακάριοι όσοι αγαπούν την δόξα του Νυμφίου και της Νύμφης και ζουν στον κεκοσμημένο νυμφώνα της δόξας, ενδεδυμένοι με τον χιτώνα της ευφροσύνης. Μακάριοι όσοι συμμετέχουν στον δείπνο της Βασιλείας, τον οποίο δείχνουν οι ιερές εικόνες και γεύονται την νηφάλια μέθη του Πνεύματος, που εξέρχεται ως θυμίαμα εύοσμο από αυτές. Μακάριοι όσοι απολαμβάνουν την δόξα της Ορθοδοξίας όχι μια φορά τον χρόνο, αλλά κάθε μέρα, όσοι συμμετέχουν στον τρισάγιο ύμνο των αγγέλων και το άσμα των λελυτρωμένων.
Πηγή:Ζωηφόρος

Δεν υπάρχουν σχόλια: