Τετάρτη 21 Απριλίου 2010

Η ΑΛΛΟΙΩΣΗ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΚΟΥ ΗΘΟΥΣ



Πολύς θόρυβος γίνεται τις τελευταίες μέρες γύρω από το θέμα της μεταφράσεως των λειτουργικών κειμένων. Πολλοί θεωρούν ότι η όποια μεταφραστική απόπειρα συνιστά νοησιαρχία, εκκοσμίκευση και τα τοιαύτα.
Ας συμφωνήσω. Έχουμε όμως εξετάσει σοβαρά τα ποικίλα φαινόμενα αλλοτρίωσης της λειτουργικής μας ζωής από τους τάχα και παραδοσιακούς;
Χαλάει ο κόσμος, για παράδειγμα, στον καιρό μας, με τις ενθρονίσεις ηγουμένων και τις κουρές μοναχών. Γεγονότα απολύτως αφορώντα στην μοναχική ζωή γίνονται φιέστες και - φευ! - show, στο οποίο συχνά πρωταγωνιστούν επίσκοποι, οι οποίοι εξαπολύουν ...κορώνες υπέρ του μοναχικού ιδεώδους με ταυτόχρονη κάλυψη της μοναχικής κουράς, για παράδειγμα, από τηλεοπτικό σταθμό, προβολή σε οθόνες εκτός του Καθολικού της Μονής - ένεκα πλήθους πιστών! - και - αλίμονο! - και κέτερινγκ (κουράς!!!).
Η εκκοσμίκευση σε όλο της το μεγαλείο!
Αυτό όμως που αγγίζει τα όρια της γελοιότητας είναι το σόου Ενθρόνιση Ηγουμένης!
Στο Μέγα Ευχολόγιο (σ. 181-84) υπάρχει η Τάξις επί προχειρίσει Ηγουμένου, ο οποίος ενθρονίζεται "εις ηγούμενον και ποιμένα", προφανώς επειδή είναι ιερεύς και πνευματικός. Κάτι που δεν ισχύει στην περίπτωση της ηγουμένης, γι' αυτό και δεν υπάρχει αντίστοιχη τάξη.
Αλλά τι πειράζει να γίνει μια πανηγυρική τοιαύτη ενθρόνιση προς τέρψιν των κάθε λογής Αλεκονούληδων που ...ευδοκιμούν στην εν Ελλάδι Εκκλησία; Η Εκκλησία έρμαιο στις ...ορέξεις κάθε ασχέτου! Με το επιχείρημα: "Δεν έγινε και καμία αμαρτία ή κανένα έγκλημα".
Αυτή τη βεβήλωση του Ορθοδόξου μοναχισμού την πληρώνουμε ήδη πολύ ακριβά με την απώλεια των κριτηρίων και την αλλοίωση του μοναχικού ήθους.
Aναδημοσίευση του ως άνω στον ΤΡΕΛΟ-ΓΙΑΝΝΗ.

ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΣΤΟ ...ΜΙΚΡΟΣΚΟΠΙΟ...



Aναδημοσιεύω από το εξαιρετικό ιστολόγιο Ardalion's Weblog έναν εύστοχο - με εκφράζει σε γενικές γραμμές - προβληματισμό για τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, σε σχέση και με την πρόσφατη κριτική του αγαπημένου μου καθηγητή Χρήστου Γιανναρά.


Την πασχαλιάτικη έκδοση της Καθημερινής επέλεξε ο Χρήστος Γιανναράς για να αξιολογήσει τον αρχιεπίσκοπο και να θρηνήσει για λογαριασμό των κληρικών την ορφάνια που είναι βυθισμένοι οι ίδιοι αφού ο Ιερώνυμος δείχνει να λειτουργεί μάλλον ως μάνατζερ παρά ως πατέρας-ποιμένας επίσκοπος. Η θλιβερή διαπίστωση του Γιανναρά (στον οποίο ο τόπος οφείλει πολλά για τη διατύπωση ενός άλλου λόγου, διαφορετικού από την ακαδημαϊκή θεολογία) καταλήγει στο συμπέρασμα που αφορά το σύνολο όλων των αρχιεπισκόπων: «Ο ένας μετά τον άλλον οι αρχιεπίσκοποι Αθηνών και πάσης Ελλάδος είναι άνθρωποι αξιοσυμπάθητοι, ο καθένας με τα δικά του χαρίσματα. Και διαιωνίζουν το κενό της πατρότητας και της αναστάσιμης μαρτυρίας».
Θρησκεία και υποκατάστατα
Οι πολλοί και οι λίγοι είναι στο επίκεντρο της ανάλυσης του Γιανναρά. Οι πολλοί που βλέπουν τον Χριστιανισμό ως μία ωφέλιμη θρησκεία ή ως ιδεολογία και όχι ως τρόπο ζωής. Και οι λίγοι «ίσως ελάχιστοι, μπορούν ακόμα να ψηλαφούν στο «Χριστός Ανέστη» κάτι από το πανηγύρι της χαράς για τον θάνατο που «πατείται θανάτω», για το Πάσχα – πέρασμα από το παράλογο της ύπαρξης στην ερωτική πληρότητα της ύπαρξης». Αναμφίβολα, ο συγκεκριμένος αρχιεπίσκοπος, Ιερώνυμος, σύμφωνα με το κείμενο, ανήκει στους πολλούς!
Δεν έχω διαβάσει άλλα κείμενα του Γιανναρά για τον αρχιεπίσκοπο. Και δεν θέλω να τον αδικήσω. Ωστόσο το συγκεκριμένο με τις γενικευτικές αποφάνσεις προκαλεί σκέψεις. Και δεν θέλω να αδικήσω ούτε τον αρχιεπίσκοπο που είναι στο «στόχαστρο».
Αυτό που «σκανδάλισε» ήταν κυρίως η τηλεοπτική εμφάνιση του αρχιεπισκόπου στους Πρωταγωνιστές του Θεοδωράκη (28 Μαρτίου). Έτσι, αυτό που χαρακτηρίζεται στο δημοσίευμα της εφημερίδας «θλιβερό περιαυτολογικό curriculum» το βλέπω σαν μια ευκαιρία επικοινωνίας του Ιερώνυμου με ευρύτερες λαϊκές μάζες. Ένας από τους πολλούς μιλάει με τους πολλούς…

Αρχιεπίσκοπος με θετική σκέψη
Moυ άρεσε, λοιπόν, που εκτέθηκε: ακούστηκε η αρρώστιά του, μίλησε για τον μισθό που παίρνει. Για τα παιδικά του χρόνια. Το μπάσκετ που του άρεσε. Την εκπαιδευτική του καριέρα. Για την αγάπη του στην αρχαιολογία και την επιστημονική έρευνα. Είναι, λες, ένας σαν και μας.
Μίλησε, ακόμη, για αποχώρηση από τα κοινά πράγματα και όχι για ισοβιότητα στον θρόνο. Ήταν ειλικρινής αλλά οριοθέτησε και προσωπικές του στιγμές. Ωστόσο μίλησε και σαν λογιστής. Μίλησε για τα «φιλέτα» της εκκλησίας. Αλλά όλα περιστρέφονταν γύρω από την ανακούφιση του λαού. Αρνήθηκε τη διαμάχη με την πολιτεία και τη στείρα αντιπαράθεση, ενώ αναφέρθηκε στην αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας. Ανέφερε το δημοψήφισμα ως τρόπο επίλυσης ζητημάτων, όπως τα σύμβολα (εικόνες σε δημόσιους χώρους κλπ). Ακόμη, τόνισε πως έχουμε υποχρέωση να περιθάλψουμε όποιον έχει ανάγκη, πέρα από χρώμα και καταγωγή. Και για το κτίσιμο τζαμιού είπε πως «δεν υπάρχει αντίρρηση για να γίνει για την εξυπηρέτηση των μουσουλμάνων».
Ο Ιερώνυμος σχετικά με την πατριδολαγνεία ήταν αρνητικός, όπως και ιδιαίτερα προσεκτικός όταν μίλησε για τα εθνικά θέματα. «Η Εκκλησία δεν κάνει εθνική πολιτική» είναι το μήνυμα, αλλά της πολιτείας. Τι θέλει λοιπόν ο αρχιεπίσκοπος; Θέλει έργα διακονίας και παιδείας για τον κλήρο. Ειδικούς παπάδες που να μπορούν να διαχειριστούν καταστάσεις δύσκολες, όπως τοξικομανείς ή φυλακισμένους. Τον ενδιαφέρουν οι υποδομές και όχι τα έργα βιτρίνας. Επιμένει στα ναρκωτικά, το μεγάλο θέμα και την ανάγκη υποστήριξης ανθρώπων που είναι σε ανάγκη.
Λέει για τη φθορά της διοίκησης και τη νοσταλγία του για τα βιβλία. Επανέρχεται σε αυτό. Σα να έχει τάσεις φυγής και να δηλώνει έμμεσα πως έχει κουραστεί. Και έχει δικαίωμα να έχει κουραστεί.
Προτιμώ έναν αρχιεπίσκοπο που ομολογεί την κούρασή του και αναζητεί τον παράδεισο με τα βιβλία του, παρά έναν μαυροφορεμένο μίζερο κληρικό που στρουθοκαμηλίζει ηδονιζόμενος με θεολογικές κορώνες περί ακτίστου φωτός και αλληλοπεριχώρησης.
Καυτηριασμός για όλα
Προσωπικά με βρίσκει αντίθετο η θέση που παίρνει ο αρχιεπίσκοπος στη συνέντευξη με τον Θεοδωράκη για τις σχέσεις των φύλων εκτός γάμου ως πορνεία επικαλούμενος το ευαγγέλιο και τη διδασκαλία του. Κάτι που είχε πει, πρόσφατα, και στα Νέα σε ερώτηση για τη συμβίωση. Για μένα το θέμα είναι ότι δεν βοηθάει μια τέτοια γενίκευση ηθικιστικού χαρακτήρα. Γιατί εάν κάποιος είναι τόσο απόλυτος με το τι είναι και το τι δεν είναι ευαγγελική διδασκαλία θα πρέπει να μιλήσει για ΚΑΘΕ ΤΙ που αποκλίνει από την διδασκαλία του Χριστού. Να ορίζει τι είναι αγάπη και τι είναι μισανθρωπία. Έμπρακτη. Και τα λόγια είναι πράξη. Και για αυτό υπάρχει πεδίον δόξης λαμπρόν για καυτηριασμό των κακώς κειμένων, εφόσον «δεν υπάρχει έκπτωσις». Σε εκκλησιαστικό κατεστημένο και πολιτική. Σε προσωπικό επίπεδο και σε κοινωνικό επίπεδο. Σε πρακτικές ατόμων αλλά και οργανισμών που αποσκοπούν αποκλειστικά στο κέρδος εξαχρειώνοντας και εκμαυλίζοντας συνειδήσεις. Ακριβώς πάνω σε αυτό ήταν εξαιρετικά εύστοχος για το Βατοπαίδι. «Το μοναστήρι δεν έχει πολυτελή ζωή» θα τονίσει, και προτείνει «αφού ήταν περιουσία του μοναστηριού θα μπορούσαν να την αξιοποιήσουν φτιάχνοντας το πανεπιστήμιο ή το νοσοκομείο στη Θεσσαλονίκη και ας ήταν ιδιοκτησία του Βατοπαιδίου…
Παρατηρώ ακόμη πως ενώ ο αρχιεπίσκοπος λέει ότι η Εκκλησία δεν είναι το φαίνεσθαι αναγκάζεται να προβεί σε μια σειρά απολογισμών για τα έργα της. Αυτό δεν είναι που ενοχλεί και τον Γιανναρά; Και ο οποίος λέει δηλητηριωδώς: «γιατί έβαλε υποψηφιότητα για αρχιεπίσκοπος και όχι για πρόεδρος της UNESCO ή του ΠΙΚΠΑ, αφού δεν έχει ούτε μια λέξη να πει για το νόημα της ζωής και το αίνιγμα του θανάτου, τίποτα για τον σταυρό και την ανάσταση; Σε τι διαφέρει η αγαθοεργία της Αρχιεπισκοπής από τις δραστηριότητες της UNESCO ή του ΠΙΚΠΑ, αν δεν είναι φανέρωση και μήνυμα ελπίδας για νίκη καταπάνω στον θάνατο;». Κι εγώ λέω: μα τι σημαίνει τελικά αναστάσιμη μαρτυρία στις μέρες μας; Ναι, κι εγώ θα ήθελα μάρτυρες της πίστης και ήρωες να τα βάζουν με τους πάντες και τα πάντα, αλλά ενθουσιάζομαι με το έργο που κάνει η Κιβωτός με τα παιδάκια που συγκεντρώνει και φροντίζει με επικεφαλής έναν απλό παπά με την παπαδιά του. Αν αυτές οι πρακτικές δεν είναι μορφές έμπρακτου ενδιαφέροντος προς τον συνάνθρωπο τότε τί είναι νίκη στον θάνατο; Δεν ξέρω. Αντιλαμβάνομαι όμως τι μπορεί να σημαίνει νιώθω υπερηφάνεια για έναν παπά και τη δουλειά που κάνει για τον άνθρωπο. Ανεξάρτητα από τα κίνητρά του. Σημασία δεν έχει αυτό που δίνει κανείς;

Το δράμα του διχασμού
Το δράμα νομίζω του αρχιεπισκόπου είναι ο διχασμός για τον οποίο μίλησε (αν και σε άλλα συμφραζόμενα) ο ίδιος σε δύο τρία σημεία της συνἐντευξης. Πόσο μπορείς να είσαι ο εαυτός σου και ταυτόχρονα μέλος ενός μηχανισμού που τείνει να σε συνθλίψει; Ο Ιερώνυμος γνωρίζοντας από τη μία πλευρά την ουσία της Εκκλησίας από την άλλη πλευρά οφείλει να υπερασπιστεί ένα κατεστημένο και γερασμένο θεσμό. Ο ίδιος με την παρουσία του διαφοροποιεί την τυπική εικόνα που έχει ο μέσος Έλληνας για έναν κληρικό και μάλιστα αρχιεπίσκοπο. Χρωματίζει αλλιώς τη συμβατική εικόνα αλλά χρειάζεται ακόμη κάτι τολμηρότερο: να σχεδιαστεί από την αρχή. Μόνο που αυτό απαιτεί μαχητικότητα ρήξεις χωρίς φόβο κόστους.
Τελειώνοντας νομίζω ότι ο Ιερώνυμος πρέπει να είναι ευτυχής με τις κριτικές που του γίνονται. Όχι επειδή είναι ευκαιρίες προσωπικής ταπείνωσης μέσω του δημόσιου λόγου αλλά γιατί συνιστούν αφορμές επαναδιαπραγμάτευσης με όλο αυτό το βουνό των ζητημάτων και των προτεραιοτήτων στο πρόγραμμα που έχει καταρτίσει. Που είναι βαρύ και ίσως δεν μπορεί να εκτιμηθεί πάντοτε στις πραγματικές διαστάσεις του.

Ο αρχιεπίσκοπος δεν είναι μάγος
Και δεν θα μπορούσε να είναι μάγος. Μπορεί να είναι επαγγελματίας κληρικός, αλλά αυτό δεν με χαλάει καθόλου. Όπως δεν με χαλάει και κάποιος να είναι επαγγελματίας της γραφής ή της κριτικής. Ο Ιερώνυμος μπορεί να μην είναι μάγος αλλά μπορεί να είναι καταλύτης και να δώσει ένα παράδειγμα ελπίδας. Αυτό, ναι, το θέλει ο κόσμος. Και τί παράξενο: είναι πολλοί που θέλουν ένα παράδειγμα. Από την άλλη πλευρά οι λίγοι μπορεί να συνιστούν μια ελίτ που ζουν στον δικό τους μικρόκοσμο που έχουν οριοθετήσει, ενώ τους αναμένει στη στροφή η συνάντηση με τον πειρασμό της αλαζονείας, με τη βαρεμάρα και την πλήξη…
Κλείνω αυτό το κείμενο λέγοντας, πως ο Ιερώνυμος είναι λογικός και προσγειωμένος. Είναι εξαιρετικά φιλικός και ήπιος. Κυρίως, απλός. Πιστεύω ότι ο κόσμος τον αγαπάει, δείχνοντας ότι είναι σάρκα από τη σάρκα αυτού του τόπου. Με αναπαύει. Είναι ένα πρόσωπο που εμπνέει σεβασμό σε όλα τα μορφωτικά στρώματα και παραπέμπει σε μια πατρική μορφή. Είναι μια ψυχή που έχει ανάγκη η Ελλάδα.

Ι.Μ.Κουτλουμουσίου







Ψυχή ζώσα

Η ζωή άρχισε από τότε που θέλησε το Πνεύμα το Άγιον. Πώς άρχισε;

Σε κάποια έκτακτη στιγμή και μοναδική στιγμή της ιστορίας, ο ουράνιος Πατήρ θέλησε και δημιούργησε τον υλικό κόσμο. Προϋπάρχοντος του υλικού αυτού κόσμου, κατασκευάζει εν συνεχεία το ανθρώπινο σώμα εν συνεργασία με τα άλλα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, και εμφυσά σε αυτό «πνοήν ζωής». Έτσι το δημιούργημα του Θεού καθίσταται εις «ψυχήν ζώσαν». Τότε ο Θεός έπαυσε πλέον να πνέη μόνον επάνω από αβύσσους και να περνά μέσα από κτιστά και υλικά στοιχεία και ζώα. Εσκήνωσε σε ένα μοναδικό και ύψιστο όν, το οποίο έγινε ο βασιλιάς και ο λόγος της κτίσεως. Λόγος δε της κτίσεώς του , της δημιουργίας του είναι ο ίδιος ο Θεός. Από την ώρα αυτή γίνεται αναπόφευκτη η συγκυρία, η συμπόρευσις, η ένωσις του ανθρώπου μετά του Θεού, και δεν είναι δυνατόν να νοηθή ο άνθρωπος , η εικών του αοράτου Θεού, χωρίς το Άγιον Πνεύμα.

Ο άνθρωπος έχει ψυχή ζώσα..

Ψυχή που θέλει να ζήσει αληθινά..

Όχι απλώς να ζήσει…

Αλλά να ζήσει αληθινά το Θεό…

Να ζει μέσα της ο Θεός…

Και του δόθηκε αυτή η ευκαιρία καθώς από την πρώτη κιόλας στιγμή το έμβρυο έχει ζωή και είναι άνθρωπος, διότι λαμβάνει το εμφύσημα του Αγίου Πνεύματος και μέχρι την τελευταία του στιγμή φέρει αδιαλείπτως και αδιαπτώτως τα στοιχεία της θείας και ανθρωπίνης φύσεως.

Οπότε δεν πρέπει να χάσει αυτή την ευκαιρία για αυτή την ένωση, την ευκαιρία για θέωση..

Αυτή θα πρέπει να αποζητά, γιατί στην ψυχή του που ο Θεός την κατέστησε ζώσα, θα επέλθει ο θάνατος...

Και η ψυχή όταν πεθαίνει, άδει το πιο θρηνητικό τραγούδι…

Σχόλια στα Περί νήψεως του Γέροντος Αιμιλιανού

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Παν. Νέλλας, Θεολόγος

« Σταυρός Σου, Κύριε, Ζωή καί νάστασις πάρχει τ λα Σου». Έτσι το κήρυγμα του θανάτου του Θεού αποδεικνύεται το καύχημα, η νίκη και η δόξα, όχι των απίστων, αλλά της Εκκλησίας. Ο Θάνατος του Θεού είναι ταυτόσημος με την ανάσταση του Χριστού. Ο Θεός πέθανε, αλλά ο Χριστός ανέστη. Μια Κυριακή πρωί στα Ιεροσόλυμα ανέστη αληθινά και πραγματικά ο Χριστός. Πράγμα που σημαίνει, ότι ανέστη αληθινά και πραγματικά ο άνθρωπος. Γιατί ο Χριστός αναστάς συνέτριψε τα δεσμά της φθοράς και ελευθέρωσε τον αυτοδεσμώτη άνθρωπο, νέκρωσε το κεντρί του θανάτου και χάρισε στον άνθρωπο τη ζωή. Γκρέμισε το μεσότοιχο του φραγμού, ήνωσε τα το πριν διεστώτα», έφερε στο θάνατο τη ζωή, στο χρόνο την αιωνιότητα, στη γη τον ουρανό, στον άνθρωπο το Θεό, «πάντα αναμίξ γέγονε».

Αφού η ανάσταση του ανθρώπου είναι και ανάσταση όχι μονάχα της ψυχής, αλλά και του σώματος του, είναι φυσικό να ακολουθείται και από μια ανάσταση των έργων του ανθρώπου, του πολιτισμού, και μαζί και της κτίσης, που είναι προέκταση του σώματος του ανθρώπου. Μετά την Ανάσταση του Χριστού, το Άγιο Πνεύμα ξεχύθηκε σε ολόκληρη τη κτίση, το ψωμί και το κρασί μετατρέπεται σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Σπάζουν οι περιορισμοί του τόπου και του χρόνου ,αρχίζει ο καινούργιος λειτουργικός χρόνος και χώρος, εγκαινιάζονται οι καιροί των εσχάτων.

«νν πάντα πεπλήρωται φωτός, ορανός τε καί γή καί τά καταχθόνια...».

Το ότι πέθανε λοιπόν ο Θεός έγινε φανερό πως σημαίνει για την ορθοδοξία, ότι ανέστη ο άνθρωπος και κάθε τι που δημιουργεί ο άνθρωπος, ότι σε τελευταία ανάλυση, έχει νόημα και ενδιαφέρον, ότι γίνεται ωραία και αθάνατη η ζωή».

Ο φόβος του Θεού και οι φοβίες των ανθρώπων

Ἐπίσκοπος Ἰωὴλ Φραγκάκος, Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης & Ἀλμωπίας

Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καὶ οἱ φοβίες τῶν ἀνθρώπων

ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΟΥ ΦΟΒΟΥ

Ὁ κάθε ἄνθρωπος, ὅταν γεννιέται, ἔχει μέσα του (κληρονομοῦνται σ᾿ αὐτὸν) ψυχολογικὲς καὶ σωματικὲς ἀδυναμίες· π.χ. ἡ ἀκόρεστη δίψα γιὰ ζωή, ὁ χωρισμὸς τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα, ἡ φθορὰ τοῦ σώματος, οἱ ποικίλες ἰδιόμορφες καταστάσεις, καχυποψίες γιὰ ἄλλους καὶ πολλὰ ἄλλα. Ὅλα αὐτὰ τοῦ προκαλοῦν φόβο. Ὁ φόβος δὲν τὸν ἀφήνει νὰ τελειοποιηθεῖ στὴν ἀγάπη. Ὁ Χριστὸς ὅμως ἦλθε νὰ μᾶς ἐλευθερώσει ἀπὸ τὸ φόβο τοῦ θανάτου καὶ τῆς κολάσεως, (Ἑβρ. β´ 14-15). Δὲν μᾶς ἔφερε πνεῦμα δειλίας, ποὺ προκαλεῖ φόβο, ἀλλὰ πνεῦμα υἱοθεσίας (Ῥωμ. η´ 14-15). Ὁ Χριστὸς μᾶς ἐλευθέρωσε. Ὅποιος πιστεύει στὸ Χριστὸ ἐλευθερώνεται καὶ ὁδηγεῖται στὴν ἀγάπη ποὺ «ἔξω βάλλει τὸν φόβο» (Α´ Ἰω. δ´ 18). Γιὰ νὰ φτάσουμε ὅμως στὴν ἀγάπη, χρειάζεται ἀγώνας καὶ ἄσκηση καὶ φυσικὰ δὲν ζεῖ κάποιος τὴν κατάσταση αὐτὴ διὰ μιᾶς. Στὰ πρῶτα βήματά του πρὸς τὴν τελείωση, ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ἔχει φόβο γιὰ μερικὰ πράγματα, ὅπως π.χ. γιὰ τὴν κόλαση, τὴν ἁμαρτία, τὴν γέενα τοῦ πυρός. Νὰ φοβηθεῖ τὴν ἁμαρτία μήπως τὸν χωρίσει ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ καταδικασθεῖ.

ΓΝΩΜΕΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΑΥΤΗ

  • Ὁ φόβος ποὺ ἔχουμε νὰ μὴν πέσουμε στὴν ἁμαρτία εἶναι ἀρετή. Ἀρχὴ τῆς ἀληθινῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. (Ἰσαὰκ ὁ Σύρος)
  • Ὁ φόβος εἶναι ἡ πρώτη ἐντολή, ποὺ ὁδηγεῖ στὸ πένθος τῶν ἁμαρτημάτων (Πέτρος ὁ Δαμασκηνός).
  • Ἐκεῖνος ποὺ πιστεύει στὸν Κύριο, φοβεῖται τὴν κόλαση, κι αὐτὸς ποὺ φοβεῖται τὴν κόλαση, τηρεῖ τὶς ἐντολές. Αὐτὸς πάλι ποὺ τηρεῖ τὶς ἐντολές, ὑπομένει τὶς θλίψεις, κι ὅποιος ὑπομένει τὶς θλίψεις, ἀποκτᾶ τὴν ἐλπίδα του στὸν Θεὸ (ὅπ.π.).
  • Ἄλλο πράγμα νὰ φοβεῖσαι τὸν Θεὸ καὶ ἄλλο νὰ ἐφαρμόζεις τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ (Συμεὼν ὁ ν. Θεολόγος).
  • Θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε πὼς στὴν πνευματική μας ζωὴ προηγεῖται ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς κάνει νὰ πενθοῦμε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας καὶ ἀκολουθεῖ ἡ ἐργασία τῶν ἐντολῶν ὡς καρπός. Ὁ ἔμφυτος φόβος βοηθάει μαζὶ μὲ τὴν πίστη στὴν ἐργασία τῶν ἐντολῶν.
  • Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ μᾶς ἀναγκάζει νὰ πολεμᾶμε τὴν κακία καὶ ἐνῶ τὴν πολεμᾶμε, ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τὴν πολεμεῖ (Μάρκος ὁ Ἀσκητής).
  • Ἡ ρίζα τῆς εὐλάβειάς μας πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ πιὸ δυνατὸ ὅπλο γιὰ νὰ πολεμήσουμε τὶς δυσκολίες στὴν πνευματική μας πορεία (Ἰω. ὁ Χρυσόστομος).
  • Παράδειγμα χαρακτηριστικὸ ὁ ληστής. Ὅλοι ξέρουμε τί εἶπε στὸν ἐξ εὐωνύμων του Χριστοῦ κακοῦργο, ποῦ λοιδοροῦσε τὸν Χριστό: «οὐχὶ σὺ ὁ Χριστός; σῶσον σεαυτὸν καὶ ἡμᾶς. Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἕτερος ἐπετίμα αὐτῶ λέγων· οὐδὲ φοβῇ σὺ τὸν Θεόν, ὅτι ἐν τῷ αὐτῶ κρίματι εἶ;» (Λουκ. κγ´ 29). Μπροστὰ στὸν Κύριο ὁ εὐγνώμων ληστὴς αἰσθάνθηκε μεγάλο φόβο γιὰ τὶς ἁμαρτίες του καὶ εἶπε τὰ περίφημα ἐκεῖνα λόγια· «Ἰησοῦ, μνήσθητί μου ὅταν ἔλθῃς ἐν τὴ βασιλεία σου» (Λουκ. κγ´ 41).

ΠΩΣ ΕΝΕΡΓΕΙ Ο ΦΟΒΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ;

Ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος λέγει πὼς ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ξυπνάει τὴν ἀνθρώπινη φύση ἐναντίον τῶν πονηρῶν ἐπινοήσεων τοῦ διαβόλου. Ὅπως τὰ Χερουβὶμ ἤσαν ἄγρυπνα μπροστὰ στὴν θύρα τοῦ Παραδείσου, ἔτσι καὶ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄγρυπνος φύλακας τοῦ ἀνθρώπου, γιὰ νὰ μὴν πέσει στὴν ἁμαρτία. Αὐτὸν τὸν φόβο χρειάζεται νὰ τὸν διατηρεῖ γιὰ νὰ μὴ βλαβεῖ ἀπὸ τὸν ἐχθρό.

Πράγματι πολλὲς φορὲς συγκρατούμεθα μακρυὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, διότι μέσα μας ὑπάρχει ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Ἀναλογιζόμαστε· «πῶς θὰ τὸ κάνω αὐτό; φοβᾶμαι τὸν Θεό, φοβᾶμαι τὴν κόλαση». Ὁ σωτήριος αὐτὸς φόβος μᾶς κάνει νὰ μισοῦμε τὴν ἀδικία, τὴν ὕβρη καὶ τὴν ὑπερηφάνεια, τονίζει ὁ Μέγας Βασίλειος.

Αὐτός, ποὺ ἔχει φόβο Θεοῦ, ἀπομακρύνει εὔκολα τοὺς λογισμοὺς τοῦ διαβόλου, ἀφοῦ δὲν αἰχμαλωτίζεται μὲ τίποτε. Δὲν ἔχει περισπασμοὺς στὸ νοῦ του, διότι περιμένει τὸν Δεσπότη Χριστό. Ἐπιμελεῖται τῶν ἀρετῶν, γιὰ νὰ μὴν καταδικασθεῖ.

Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μία μήτρα. ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ σπέρμα. κι αὐτὸ ποὺ θὰ γεννηθεῖ, εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Γιὰ νὰ ἔχουμε καθαρὴ ἐλεημοσύνη, δηλ. ἀπαλλαγμένη ἀπὸ κενοδοξία, φιλαργυρία καὶ ἡδονή, πρέπει νὰ προηγηθεῖ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος θὰ νεκρώσει τὰ πάθη αὐτά.

Ὅποιος θέλει νὰ ἀγαπήσει τὸν Θεό, θὰ ἀρχίσει ἀπὸ τὸν φόβο του. Ἐξαιτίας αὐτοῦ του φόβου προσέχουμε καὶ τὰ λεπτότατα ἁμαρτήματα. Ἕνας ποὺ φοβᾶται τὸν Θεό, λέγει καὶ τὰ πιὸ μικρά του ἁμαρτήματα, διότι ἔχει τὴν ἐντύπωση, πὼς μετὰ θάνατο τὸν περιμένουν πολὺ ἄσχημες καταστάσεις.

Ὅποιος φοβᾶται τὸν Θεό, ἀγαπάει τὴν ἐγκράτεια. Μὲ φόβο πηγαίνει νὰ κοινωνήσει. «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε», προσκαλεῖ ὁ λειτουργὸς τοὺς πιστούς. Ὁ φοβούμενος τὸν Κύριο, δὲν φοβεῖται τῶν δαιμόνων τὶς ὁρμές, οὔτε τὶς ἀπειλὲς τῶν ἀνθρώπων.

Ο ΦΟΒΟΣ ΔΙΑΚΡΙΝΕΤΑΙ ΣΕ ΔΥΟ ΕΙΔΗ

Οἱ Πατέρες λένε πὼς ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ἔχει δύο μορφές. Εἶναι ὁ φόβος τῶν εἰσαγωγικῶν καὶ ὁ φόβος τῶν τελείων.

Ὁ φόβος τῶν εἰσαγωγικῶν ἢ τῶν ἀρχαρίων, ποὺ ὑπάρχει μέσα μας καὶ δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ πέσουμε στὴν ἁμαρτία ἐξαιτίας τῆς κολάσεως. «Εἰσαγωγικὸς ἐστὶν ὁ ἀπέχων τῆς κακίας». Αὐτός, ποὺ ἔχει αὐτὸν τὸν φόβο φοβᾶται σὰν δοῦλος τὰ κολαστήρια, τὶς τιμωρίες καὶ τὶς καταδίκες.

Ὑπάρχουν ὅμως καὶ οἱ τέλειοι, ποὺ ἔχουν καὶ αὐτοὶ φόβο, ἀλλὰ μὲ ἄλλη μορφή. Φοβοῦνται μήπως παραβοῦν κάποια ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν λυπήσουν. Φοβοῦνται μήπως ὑποστοῦν τροπὴ ἢ ἀλλοίωση στὴν πνευματική τους ζωὴ καὶ πέσουν στὴν ἁμαρτία.

Ὁ φόβος τῶν εἰσαγωγικῶν ἐξαφανίζεται, ὅταν συγχωρηθοῦν τὰ ἁμαρτήματα τοῦ ἀνθρώπου, ἐνῶ ὁ δεύτερος, τῶν τελείων, παραμένει συνεχῶς στὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἁγιάζει περισσότερο.

Ἀπ᾿ ὅλα αὐτὰ καταλαβαίνουμε πὼς μποροῦμε νὰ ὠφεληθοῦμε τὰ μέγιστα ἀπὸ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ. Μία εὐχὴ τῆς θείας Λειτουργίας τὸ τονίζει αὐτὸ ἐμφατικά. «Ἔνθες ἡμῖν καὶ τῶν μακαρίων σου ἐντολῶν φόβον, ἵνα τὰς σαρκικὰς ἐπιθυμίας πάσας καταπατήσαντες, πνευματικὴν πολιτείαν μετέλθωμεν, πάντα τὰ πρὸς εὐαρέστησιν τὴν σὴν καὶ φρονοῦντες καὶ πράττοντες».

Αὐτὲς τὶς πνευματικὲς καταστάσεις ἂς ἐπιζητοῦμε σταθερά, γιὰ νὰ γίνουμε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ.

ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΦΟΒΙΕΣ

Εἴδαμε διεξοδικὰ τί εἶναι ὁ φόβος καὶ ποιὲς εἶναι οἱ ἐνέργειές του. Ἂς δοῦμε τώρα τὶς ἀνθρώπινες φοβίες.

Φοβία, ὀνομάζεται ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ἐπιστήμη, δηλ. τὴν ψυχιατρική, ἡ πάθηση ἐκείνη, ὅπου τὸ ἄτομο κατακλύζεται ἀπὸ φόβο, ἐνῶ δὲν ὑπάρχει πραγματικὴ αἰτία φόβου. Λέμε ὅτι κάποιος ἔχει κλειστοφοβία, ὅταν δὲν μπορεῖ νὰ εἰσέλθει σὲ κλειστοὺς χώρους, π.χ. σὲ ἀνελκυστήρα, ἢ νὰ ταξιδεύσει μὲ ἀεροπλάνο, τρένο κ.λπ., ἐπειδὴ καταλαμβάνεται ἀπὸ μεγάλου βαθμοῦ φόβο. Πλεῖστα πράγματα καὶ καταστάσεις μποροῦν νὰ γίνουν ἀφορμὴ τέτοιας φοβίας. Τὰ συνηθέστερα εἶναι: Πλατεῖες ἢ χῶροι ὅπου ὑπάρχουν πολλοὶ ἄνθρωποι (ἀγοροφοβία), ἡ ἄνοδος σὲ ὑψηλοὺς ὀρόφους κτηρίων (ὑψοφοβία), ζωύφια ἀκίνδυνα γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ὅπως π.χ. μικρὲς ἀράχνες (ἀραχνοφοβία) κατσαρίδες (κατσαριδοφοβίες) κ.λπ. Ἐπίσης φόβος τῶν μικροβίων (μικροβιοφοβία), γι᾿ αὐτὸ καὶ πλένουν τὰ χέρια καὶ τὰ ἐνδύματα συχνότατα. Ἀκόμη διάφορες ἀρρώστειες, ὅπως π.χ. ὁ καρκίνος (καρκινοφοβία), μὲ ἀποτέλεσμα νὰ προσέχουν νὰ μὴν τοὺς ἐγγίσει ἄνθρωπος, ποὺ πάσχει ἀπὸ τὴ νόσο αὐτή, ἢ κάποια ἄλλη. Ὅσοι ἔχουν μία ἀπὸ τὶς φοβίες αὐτές, δὲ σημαίνει πὼς εἶναι ἄτομα δειλὰ καὶ μὲ μειωμένη προσωπικότητα. Ἀντιθέτως μπορεῖ νὰ εἶναι ἐπιτυχημένοι ἐπαγγελματίες, σωστοὶ ἐπιστήμονες, ἢ ἀκόμη νὰ ἐπιδίδονται καὶ σὲ τολμηρὲς δραστηριότητες, ὅπως π.χ. τὴν ὀρειβασία.

Ἡ κατάσταση τῆς φοβίας ὀφείλεται σὲ κάποια διαταραχὴ τῆς λειτουργίας τοῦ κεντρικοῦ νευρικοῦ συστήματος. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος, ποὺ πάσχει ἀπὸ τὴ φοβία, δὲν ἔχει ἄλλα ψυχοπαθολογικὰ συμπτώματα, τότε ἡ ὀδυνηρὴ αὐτὴ κατάσταση ὀνομάζεται νευρωτικὴ φοβία καὶ τὸ ἄτομο ἔχει πλήρη ἐπίγνωση τοῦ παραλόγου της φοβίας του. Παρ᾿ ὅλες ὅμως τὶς προσπάθειές του δὲν μπορεῖ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπ᾿ αὐτὸ εὔκολα. Ἀκόμη ἡ φοβία μπορεῖ νὰ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ συμπτώματα ψυχοπάθειας, ὅπως π.χ. ἡ μελαγχολία κ.λπ. Ἂς ἀναφέρουμε καὶ δύο παραδείγματα. Ἕνας γιατρὸς μοῦ ἔλεγε πὼς τὸν ἐπισκεπτόταν συχνὰ κάποιος, ποὺ εἶχε τὴ φοβία τοῦ ἐμφράγματος τῆς καρδιᾶς καὶ γενικώτερα τῆς φοβίας τοῦ θανάτου. Εἶχε καχυποψίες γιὰ τοὺς πάντες καὶ ἔτρεμε στὴν ἰδέα πὼς μπορεῖ νὰ πάθει ἔμφραγμα. Κάθε τόσο πήγαινε στὸν γιατρὸ καὶ ἐξέφραζε τὶς ἀνησυχίες του. Ὅταν μετὰ ἀπὸ χρόνια συνέβη νὰ πάθει καρκίνο ἥπατος, ἐπειδὴ ἦταν συνειδητὸς χριστιανός, ἀντιμετώπισε τὴν ἀσθένεια μὲ ἀξιοθαύμαστη καρτερία καὶ ὑπομονὴ καὶ τὸ καταπληκτικὸ ἦταν, πὼς ἥσυχος περίμενε τὸ θάνατο. Τὸ ἄλλο παράδειγμα. Καπετάνιος ἐμπορικοῦ πλοίου, ποὺ διέπλεε συχνά τους ταραγμένους ὠκεανοὺς καὶ ἀντιμετώπιζε μὲ ἐπιτυχία τὶς φοβερὲς φουρτοῦνες τῆς θάλασσας, τὸν ἐπίανε μεγάλη φοβία, ὅταν ἔμπαινε στὸ λιμάνι καὶ ἔβλεπε συνωστισμὸ (μποτιλιάρισμα) πλοίων. Νόμιζε πὼς δὲ θὰ τὰ κατάφερνε νὰ μπεῖ μέσα. Δὲν φοβόταν τὰ ἄγρια κύματα τοῦ ὠκεανοῦ καὶ ἔτρεμε τὸν συνωστισμὸ τοῦ ἀσφαλοῦς λιμανιοῦ.

Ἕνας πνευματικὸς τί μπορεῖ νὰ κάνει στὴν προκειμένη περίπτωση; Φυσικὰ δὲν μπορεῖ νὰ δώσει κατευθύνσεις ποὺ ἔχουν σχέση μὲ φάρμακα καὶ ἰατρικὲς ἀγωγές. Οἱ παρατηρήσεις τοῦ τύπου, πὼς αὐτὸ ποὺ ἔχει ὁ ἀσθενὴς δὲν εἶναι τίποτε, καὶ ἡ προτροπὴ νὰ μὴν πάει στὸ γιατρό, δὲν ἔχουν καλὰ ἀποτελέσματα. Ἐὰν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ἰατρικὴ θεραπεία, θὰ τὸ κρίνει ἕνας καλὸς καὶ δοκιμασμένος γιατρός. Γίνεται πολλὲς φορὲς μὴ πιστευτὸς καὶ μὴ ἔγκυρος ὁ πνευματικὸς ποὺ δίνει τέτοιες συμβουλές. Τὸ ἔργο τοῦ πνευματικοῦ στὸ ἐξομολογητήριο εἶναι νὰ φύγει ὁ ἄνθρωπος, ποὺ θὰ καταφύγει στὴν βοήθειά του καὶ ἔχει φοβίες, μὲ ἀκλόνητη ἐμπιστοσύνη στὸ Θεὸ καὶ μὲ ἐλπίδα πὼς στὴ δίνη τοῦ προβλήματός του δὲν θὰ εἶναι ἀποῦσα ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Καταπληκτικὴ εἶναι ἡ ἐμπειρικὴ διαπίστωση τῶν ἁγίων Πατέρων πὼς ὅσο καθαρίζεται ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, τόσο καὶ ἐξαφανίζονται τὰ πάθη του καὶ οἱ ψυχολογικές του ἀνισότητες. Κάποτε ρώτησαν κάποιον ἀπὸ τοὺς Γεροντάδες τί πνευματικὴ ἐργασία κάνει, κι αὐτὸς ἀπάντησε: «Ἡμεῖς νοῦν τηροῦμεν». Ἡ τήρηση καὶ ἡ καθαρότητα τοῦ νοῦ ἀπαλλάσσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ πολλὲς φοβίες. Ὁ καθαρὸς νοῦς ἡγεμονεύει τῆς κεφαλῆς καὶ ὑποτάσσει ὅλες τὶς αἰσθήσεις τοῦ σώματος. Ὁ μέγας ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς τονίζει, πὼς πάνω ἀπὸ τὴ σπουδὴ τοῦ ἀνθρώπου νὰ γνωρίσει «ἄστρων μεγέθη καὶ φύσεων λόγους», δηλ. θὰ λέγαμε σήμερα ἐπιστημονικὲς γνώσεις, προτιμότερο εἶναι «τὸ εἰδέναι τὸν καθ᾿ ἡμᾶς νοῦν τὴν ἑαυτοῦ ἀσθένειαν καὶ ταύτην ἰάσασθαι ζητεῖν», νὰ μπορέσει ὁ νοῦς νὰ γνωρίσει τὴν ἀσθένειά του καὶ νὰ ζητήσει τὴν ἴασή του. Ἡ καλλιέργεια τοῦ νοῦ μὲ τὴν ἡσυχία, τὴ νηστεία, τὴν προσευχή, τὰ καθαρτικὰ δάκρυα, τὶς ἀκολουθίες, τὴν ἐργασία καὶ μὲ τὴν ἐπικοινωνία μὲ τὸν πνευματικὸ καὶ ἄλλους πατέρες, καὶ τὴν ἀκρόαση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ θὰ φέρει θετικὰ ἀποτελέσματα γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ θὰ μπορεῖ πιὸ δυναμικὰ νὰ ἀντιμετωπίσει τὶς βασανιστικὲς φοβίες. Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅταν καταλάβει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, καθαρίζει ὅλες τὶς δυνάμεις τῆς ψυχῆς καὶ μάλιστα τὴν πιὸ κύρια δύναμη, ποὺ εἶναι ὁ νοῦς. Ἔτσι μποροῦν νὰ θεραπευθοῦν καὶ οἱ φοβίες.

Θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε πρακτικὰ πὼς ἡ ἐργασία τοῦ νοῦ μὲ τὴν συνεχῆ μνήμη τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἕνα μέσον γιὰ νὰ ἐλέγξουμε τὶς φοβίες μας. Πίσω ἀπὸ τὰ λόγια της σωτήριας εὐχῆς κρύβεται ἡ παρουσία τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ προσεύχεται λέγοντας «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», ἔρχεται σὲ ζωντανὴ ἐπαφὴ μὲ τὸ Θεὸ καὶ ζωοποιεῖται. Ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου γεμίζει ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Ἰησοῦ καὶ ἔτσι ἐγκαταλείπονται οἱ φοβίες. Ἔχω ὑπόψη κάποιον, ποὺ εἶχε διάφορες φοβίες, ποὺ τὸν ἐμπόδιζαν νὰ κοιμηθεῖ, καὶ ὅταν ἄρχισε νὰ λέγει τὴν εὐχὴ καὶ νὰ ἐνεργεῖ μέσα του, πολλὲς ἀπὸ τὶς δύσκολες αὐτὲς καταστάσεις ἐξαφανίσθηκαν.

Ἐπίσης εἶναι ἀλήθεια πὼς οἱ εὐαίσθητοι ἄνθρωποι ὑποφέρουν πάρα πολὺ ἀπὸ τὶς φοβίες. Ὁ μακάριος Γέροντας π. Παΐσιος ἔλεγε πὼς ὁ πονηρὸς βρίσκει διάφορες εὐκαιρίες καὶ τοὺς εὐαίσθητους τοὺς κάνει πιὸ εὐαίσθητους καὶ τοὺς ἀναίσθητους πιὸ ἀναίσθητους. Οἱ εὐαίσθητοι περνοῦν πολλὲς φορὲς μαρτυρικὲς μέρες ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τῆς φοβίας. Διάφορα γεγονότα τοῦ καθημερινοῦ βίου, ἡ ἐνέργεια τοῦ πονηροῦ καὶ ἐγγενεῖς ψυχολογικὲς καταστάσεις κάνουν τὸν ἄνθρωπο νὰ ὑποφέρει πολύ. Τότε χρειάζεται τὴ βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ, νὰ συζητήσει μαζί του, νὰ ἐνισχυθεῖ ἀπὸ τὰ λόγια του, νὰ νοιώσει τὴ θεία παρηγοριά. Ἡ παρουσία τῶν ἀνθρώπων, ποὺ μᾶς ἀγαποῦν ἀνιδιοτελῶς, εἶναι εὐεργετική.

Θὰ θέλαμε νὰ θίξουμε κι ἕνα ἄλλο σημεῖο. Ἡ θεραπεία τῆς φοβίας ἐξαρτᾶται καὶ ἀπὸ τὴν ταπείνωση τοῦ ἀνθρώπου. Ἐνθυμοῦμαι τὰ λόγια ἑνὸς Γέροντα τοῦ Ἁγίου Ὅρους σὲ κάποιον, ποὺ εἶχε βασανιστικὲς φοβίες. Ἦταν νέος στὴν ἡλικία καὶ φοβόταν νὰ περπατήσει τὴ νύχτα ἢ νὰ περάσει ἀπὸ τοὺς χώρους τῶν κοιμητηρίων, νὰ κοιμηθεῖ μόνος του στὸ δωμάτιο κ.ἄ. Ὁ θεοφώτιστος, λοιπόν, ἐκεῖνος Γέροντας τοῦ εἶπε: «Ὅλα αὐτὰ τὰ παθαίνεις ἀπὸ τὸν ἐγωϊσμό σου καὶ ἐπειδὴ δὲν κοινωνεῖς συχνά». Ἡ ταπείνωση τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ ἡ ζωοποιὸς χάρη τῶν μυστηρίων ἔχουν τὴ δυνατότητα νὰ θεραπεύσουν τὴ φοβία.

Δὲν ἀρκεῖ μόνο τὰ φάρμακα τοῦ ἰατροῦ, ἀλλὰ χρειάζεται καὶ ἡ δύναμη τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ, εἴτε ἔρχεται σὲ μᾶς ἀπὸ τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, εἴτε ἀπὸ τὶς διαπροσωπικές μας σχέσεις μὲ τὸ Θεό. Ὅπου χρειάζεται νὰ συνδυάσουμε καὶ τὰ δύο, θὰ τὸ κάνουμε. Ἐὰν οἱ φοβίες ἔχουν τὶς ῥίζες τους σὲ καθαρὰ πνευματικὰ αἴτια (ὅπως π.χ. σὲ ἁμαρτίες), θὰ καταφύγουμε στὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ.

Ἕνα ὡραιότατο τροπάριο τῆς Ἐκκλησίας μᾶς κάνει ἔκκληση στὸν Θεὸ νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὴ θλίψη καὶ νὰ τὴν μεταποιήσει σὲ χαρά: «Τὰ λυπηρὰ τοῦ σοῦ δούλου, τοῦ παρόντος κινδύνου, τὴν ζάλην τὴν πολλὴν καὶ χαλεπήν, μεταποίησον νῦν, Δέσποτα, καὶ μετάτρεψον τούτου, τὸ πένθος εἰς χαρὰν διηνεκῆ· ἵνα πίστει καὶ πόθῳ, ἀπαύστως μεγαλύνῃ σε» (Παράκλησις ἐπὶ ἀσθένειαν).

Ἂς δώσει ὁ Θεὸς τὴ λύση αὐτὴ σὲ ὅλους ὅσους ἔχουν προβλήματα καὶ θλίψεις.

http://users.uoa.gr/~nektar

Ουνία: Η μέθοδος του παποκεντρικού οικουμενισμού

Οὐνία: Ἡ μέθοδος τοῦ παποκεντρικοῦ οἰκουμενισμοῦ

τοῦ Πανοσιολογιωτάτου Ἀρχιμανδρίτου π. Γεωργίου Καψάνη, Καθηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους

Προέλευση κειμένου: Περιοδικὸ «Παρακαταθήκη» τ.60


Προσφάτως ὁ Πάπας διώρισε ἐπίσκοπο καὶ ἀποστολικὸ Ἔξαρχο γιὰ τοὺς ἓν Ἀθήναις ἐλαχίστους Οὐνίτας τὸν χειροτονηθέντα εἰς ἐπίσκοπον Καρκαβίας τὴν 24η Μαΐου 2008 οὐνίτη κληρικὸ κ. Δημήτριο Σαλάχα, καθηγητὴ στὸ Ἰνστιτοῦτο Ἀνατολικῶν Σπουδῶν τῆς Ρώμης καὶ μέλος τῆς Μικτῆς Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς γιὰ τὸν Διάλογο Ὀρθοδόξων καὶ Ρωμαιοκαθολικῶν. Γιὰ τὴν οὐνιτικὴ κοινότητα τῶν Ἀθηνῶν τὸ γεγονὸς ὑπῆρξε βαρυσήμαντο, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὴν ἀνακοίνωση τῆς κοινότητος στὴν ἰστοσελίδα της καὶ κυρίως ἀπὸ τὸν χειροτονητήριο λόγο τοῦ κ. Σαλάχα. Γιὰ τοὺς Ὀρθοδόξους ὅμως τὸ ἴδιο αὐτὸ γεγονὸς ὑπῆρξε λυπηρὸ καὶ προκλητικό, καθὼς ἔφερε πάλι στὴν ἐπικαιρότητα τὸ πρόβλημα τῆς Οὐνίας, ἀπεκάλυψε γιὰ μία ἀκόμη φορὰ τὶς διαθέσεις τοῦ Βατικανοῦ ἐναντίον τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ φανέρωσε πόσο ἐπικίνδυνη εἶναι γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία ἡ προοπτικὴ τῶν λεγομένων Θεολογικῶν Διαλόγων. Οἱ κατωτέρω διαπιστώσεις εἶναι ἀρκούντως πειστικὲς περὶ τούτου:

α) Ἡ ἐκκλησιολογία τῶν οὐνιτικῶν κοινοτήτων

Ἡ ἐκκλησιολογία τῶν οὐνιτικῶν κοινοτήτων συνεχίζει νὰ εἶναι ἴδια μὲ ἐκείνη τὴν ἐκκλησιολογία, στὴν ὁποία θεμελιώθηκε ἡ Οὐνία τὸν 16ον αἰώνα. Τὸ βεβαιώνουν οἱ σχετικὲς ἀναφορὲς τοῦ ἐπισκόπου Δημητρίου Σαλάχα κατὰ τὸν χειροτονητήριο λόγο του.

Λέγει κατ᾿ ἀρχήν: «Ἡ κοινότητά μας ἀποτελεῖ μικρὸ τμῆμα τῶν κατ᾿ Ἀνατολὰς Καθολικῶν Ἐκκλησιῶν». Καὶ αὐτὸ εἶναι ἀληθινό. Ὅλες οἱ οὐνιτικὲς κοινότητες προέρχονται ἀπὸ τὰ σπλάγχνα τῶν Ὀρθοδόξων Ἀνατολικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ ἔγιναν «Καθολικές», ἐπειδὴ ἀποδέχθηκαν τὸ παπικὸ Πρωτεῖον καὶ τὰ παπικὰ δόγματα. Αὐτοχαρακτηρίζονται ὡς «αἱ κατ᾿ Ἀνατολὰς Καθολικαὶ Ἐκκλησίαι», ἐπειδὴ πιστεύουν ὅτι ἡ κοινωνία τους μὲ τὸν Πάπα τὶς ἔχει καταστήσει «καθολικές», πλήρεις ἐκκλησίες, ἐξασφαλίζοντάς τους τὴν «καθολικότητα», ἐνῷ οἱ ὑπόλοιπες κατ᾿ ἀνατολὰς ἐκκλησίες ποὺ δὲν ἔχουν κοινωνία μὲ τὸν Πάπα (οἱ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καὶ οἱ ἀντιχαλκηδόνιες μονοφυσιτικὲς καὶ νεστοριανικὲς ἐκκλησίες ποὺ δὲν προσχώρησαν στὴν Οὐνία), δὲν εἶναι «Καθολικὲς» ἢ ὅπως τὶς χαρακτήρισε ἡ Β´ Βατικανὴ Σύνοδος εἶναι «ἐπὶ μέρους ἢ τοπικὲς Ἐκκλησίες, μεταξὺ τῶν ὁποίων τὴν πρώτη θέση κατέχουν οἱ Πατριαρχικὲς Ἐκκλησίες» (Διάταγμα περὶ Οἰκουμενισμοῦ, 14).

Συνεχίζεται ὁ χειροτονητήριος λόγος μὲ τὴν διαβεβαίωσι: «ἑνωτικὸ εἶναι τὸ ὅραμά μας καὶ ὄχι ῾οὐνιτικό᾿. Ἡ Β´ Βατικανὴ Σύνοδος μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι οἱ ἰσχύουσες κανονικὲς δομὲς λειτουργίας τῶν κατ᾿ Ἀνατολὰς Καθολικῶν Ἐκκλησιῶν θεσπίσθηκαν ῾ἄχρι καιροῦ᾿, δηλαδὴ μέχρις ὅτου οἱ ῾Ἐκκλησίες Καθολικὴ καὶ Ὀρθόδοξη ἀποκαταστήσουν τὴν πλήρη κοινωνία τοὺς (Διάταγμα γιὰ τὶς Ἀνατολικὲς Ἐκκλησίες, ἀριθ. 30) κατὰ τὸ πρότυπο τᾶς ἀρχαίας ἀδιαίρετης Ἐκκλησίας τῆς πρώτης χιλιετίας». Καὶ ἐμεῖς διερωτώμεθα: τί διαφέρει τὸ ῾ἑνωτικὸ᾿ ἀπὸ τὸ ῾οὐνιτικὸ᾿ ὅραμα; Μήπως τὸ οὐνιτικὸ δὲν ἦταν ἀνέκαθεν ἀπὸ ἐκκλησιολογικῆς ἀπόψεως ἑνωτικὸ (ψευδενωτικό), δὲν στόχευε δηλαδὴ στὴν ἐπίτευξι ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας, ὑπὸ τὴν προϋπόθεσι ὅμως τῆς ἀναγνωρίσεως τῆς παπικῆς αὐθεντίας καὶ τῶν παπικῶν δογμάτων, τὰ ὁποία θεσπίσθηκαν στὶς παπικὲς συνόδους τῆς Λυών, τῆς Φλωρεντίας-Φερράρας, τοῦ Τριδέντου καὶ τῶν λοιπῶν; Μήπως τὸ «ἑνωτικὸ» ὅραμα τῆς Β´ Βατικανῆς καὶ τοῦ παποκεντρικοῦ οἰκουμενισμοῦ προβλέπει κατάργησι τῶν δογμάτων ποὺ θεσπίσθηκαν ἀπὸ δεκατρεῖς «οἰκουμενικὲς» συνόδους τοῦ παπισμοῦ (Περὶ τοῦ ἀντιθέτου βλ. Ἀρχιμ. Γεωργίου, Καθηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους, Ἀνησυχία γιὰ τὴν προετοιμαζομένη ἀπὸ τὸ Βατικανὸ ἕνωσι Ὀρθοδόξων-Ρωμαιοκαθολικῶν, περιοδ. Παρακαταθήκη, τ. 54 (2007)); Καὶ ἐν τέλει πῶς χωρὶς τὴν ἀπόρριψι ὅλων τῶν ἐτεροδιδασκαλιῶν (αἱρέσεων) ὁ ἐπίσημος Θεολογικὸς Διάλογος θὰ ἐπιτύχῃ τὸ ἑνωτικό του ὅραμα χωρὶς νὰ εἶναι «οὐνιτικό», δεδομένου ὅτι μέχρι σήμερα δὲν ἔχει ἐπιτύχει τὴν κατάργησι κανενὸς ἀπὸ αὐτά;

Κατόπιν ὁ ἐπίσκοπος Σαλάχας διαβεβαιώνει τοὺς Ὀρθοδόξους: «ἡ Ἑλληνικὴ Καθολικὴ Ἐξαρχία [σσ. ἐννοεῖ τὴν οὐνιτικὴ κοινότητα τῆς Ἀχαρνῶν, τῆς ὁποίας προΐσταται] ἀπορρίπτει καὶ θὰ ἀπορρίπτει κατηγορηματικὰ κάθε ἐνέργεια προσηλυτισμοῦ» καὶ προσθέτει: «ἀλλὰ τοὺς παρακαλῶ [τοὺς Ὀρθοδόξους] νὰ μὴ μᾶς ἀρνηθοῦν τὸ δικαίωμα νὰ ὑπάρχουμε». Ἀναμφίβολα ἀπορρίπτει ρητῶς τὶς εἰδεχθεῖς μεθόδους τοῦ παρελθόντος, καὶ θέλουμε νὰ πιστεύουμε ὅτι εἶναι εἰλικρινὴς ὅταν ἀπαιτῇ νὰ ὑπάρχουν ὡς κοινότης ποὺ θέλει νὰ αὐτοπροσδιορίζεται. Ἐν τούτοις πρέπει νὰ γίνῃ σαφὲς ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι, παρ᾿ ὅτι δὲν ἔχουμε ἀντίρρησι γιὰ τὸ δικαίωμα κάθε ἀνθρώπου καὶ κάθε κοινότητος νὰ αὐτοπροσδιορίζωνται, τονίζουμε ὅτι ἡ ὕπαρξις τῶν οὐνιτικῶν ἐκκλησιῶν εἶναι ἡ ἁπτὴ ἀπόδειξις ὅτι ὑφίσταται ἡ Οὐνία καὶ ἑπομένως κάθε ἐνέργεια τοῦ Βατικανοῦ ποὺ ἐπιβεβαιώνει τὴν ὕπαρξί τους ἀποτελεῖ ἐπιβεβαίωσι τῆς Οὐνίας, ἀνεξαρτήτως τοῦ ἂν γίνεται ἀθέμιτος προσηλυτισμὸς ἢ ὄχι. Ἡ Οὐνία εἶναι πρωτίστως ἐκκλησιολογικὸ πρόβλημα. Ὡς τέτοιο κυρίως μᾶς ἀπασχολεῖ. Ἑπομένως, ἐφ᾿ ὅσον τὸ Βατικανὸ ἐπιβεβαιώνει τὴν Οὐνία ἐξασφαλίζοντας στὶς οὐνιτικὲς ἐκκλησίες τὸ δικαίωμα νὰ ὑπάρχουν ὑπὸ τὸ παρὸν ἐκκλησιολογικὸ τοὺς καθεστώς, ὁ θεολογικὸς Διάλογος ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Βατικανοῦ δὲν μπορεῖ νὰ ἔχη ὡς προοπτικὴ τὴν ἀποκατάστασι τῆς ἑνότητος τῶν Ἐκκλησιῶν «κατὰ τὸ πρότυπο τᾶς ἀρχαίας ἀδιαίρετης Ἐκκλησίας τῆς πρώτης χιλιετίας» ἀλλὰ τῆς Οὐνίας!

β) Τὸ Βατικανὸ ὑποστηρίζει τὴν Οὐνία

Παρ᾿ ὅτι ὑποκριτικὰ «καταδικάζει» τὴν Οὐνία ὡς μέθοδο ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν (κείμενο τοῦ Balamand §1), τὴν ἐπιβεβαιώνει ἀναγνωρίζοντας τὴν ὕπαρξι τῶν οὐνιτικῶν κοινοτήτων (§31), καὶ ἐνισχύοντας ποικιλοτρόπως τὴν παρουσία καὶ δραστηριοποίησί τους μέσα στὰ κανονικὰ ὅρια τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Διερωτώμεθα: Μέχρι πότε οἱ Ὀρθόδοξοι θὰ διαιωνίζουμε τὸν Θεολογικὸ Διάλογο ἀνεχόμενοι αὐτὴ τὴν τραγελαφικὴ κατάστασι; Οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ (ἐκτὸς ἐπαινετῶν ἐξαιρέσεων, ποὺ ἀντίθετα μὲ τὸ Βατικανὸ δὲν συμφωνοῦν μὲ τὴν Οὐνία) εἶναι ἀνακόλουθοι καταδικάζοντες τὴν Οὐνία ὡς μέθοδο ἑνώσεως τοῦ παρελθόντος καὶ ἀναγνωρίζοντες τὶς οὐνιτικὲς κοινότητες. Πῶς ἐννοεῖται καταδίκη τῆς Οὐνίας καὶ ταυτόχρονος ἐνίσχυσις τῶν οὐνιτικῶν κοινοτήτων ποὺ κάνουν πραγματικότητα τὴν Οὐνία στὴν σκηνὴ τῆς Ἱστορίας;

Οἱ παλαιὲς ἀποτρόπαιες ἐνέργειες τῆς παπικῆς Οὐνίας εἶναι γνωστές. Ὑπενθυμίζουμε ὅτι ἐκμεταλλευόμενοι τὴν πολιτικὴ καὶ στρατιωτικὴ ἀδυναμία τῆς ἀνατολικῆς αὐτοκρατορίας μετὰ τὴν φρικτὴ Φραγκοκρατία, οἱ παπικοὶ ἔθεσαν τὸ πρῶτο θεμέλιο τῆς Οὐνίας μὲ τὴν ὑποταγὴ τῶν Ὀρθοδόξων στὶς ἀποφάσεις τῆς παπικῆς Συνόδου τῆς Λυὼν (1274) ἐπὶ Μιχαὴλ Παλαιολόγου καὶ πατριάρχου Ἰωάννου Βέκκου. Τὸ δεύτερο καὶ καθοριστικὸ θεμέλιο τῆς Οὐνίας τέθηκε μὲ τὴν γνωστὴ τυραννικὴ ἀπαίτησι τοῦ πάπα Εὐγενίου Δ´ γιὰ πλήρη ὑποταγὴ τῶν ἐμπεριστάτων Ἀνατολικῶν στὴν Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας (1439). Μὲ τὴν παροιμιώδη γιὰ τὴν δολιότητά της δράσι τους οἱ Ἰησουῖται ἀπὸ τὴν σύνοδο τῆς Βρέστης (1596) καὶ ἐντεῦθεν κατέστησαν τὴν Οὐνία τὸν μεγάλο πειρασμὸ τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἐστοίχισε τὴν ζωὴ τοῦ πατριάρχου Κυρίλλου Λουκάρεως καὶ τὴν ἐκθρόνισι πολλῶν πατριαρχῶν, ὠδήγησε στὴν ἀποσκίρτησι ἀπὸ τοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας μεγάλων κοινοτήτων στὴν Οὐκρανία, τὴν Τρανσυλβανία, τὴν Δαλματία, τὴν Ἀντιόχεια, καὶ προεκάλεσε τοὺς ἀπηνεῖς διωγμοὺς κατὰ τῶν Ὀρθοδόξων σε αὐτὲς καὶ ἄλλες τουρκοκρατούμενες περιοχὲς [Ἡ οὐνία χθὲς καὶ σήμερα (συλλογικὸς τόμος π. Γ. Δ. Μεταλληνοῦ, Δ. Γόνη, δ. Ἠ. Φρατσέα, δ. Εὐγ. Μοράρου, καὶ Ἐπισκόπου Βανάτου Ἀθανασίου Γιέβτιτς), ἔκδ. Ἁρμός, 1992. Ἀμβροσίου ἐπισκόπου Giorgiou, Ἱστορικὴ θεώρηση τῶν αἰτίων καὶ τῶν συνεπειῶν τῆς Ἕνωσης τῶν Ὀρθοδόξων τῆς Τρανσυλβανία μὲ τὴ Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία (Ἡ Οὐνία στὴν Τρανσυλβανία ἀπὸ τὸν 18ο μέχρι τὸν 21ο μ.Χ. αἰ.), ἔκδ. Πουρναρᾶ, Θεσ/νίκη 2006. Ἀρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Καθηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους, Ἡ Ἐκκλησιολογικὴ Αὐτοσυνειδησία τῶν Ὀρθοδόξων ἀπὸ τῆς Ἁλώσεως μέχρι τῶν ἀρχῶν τοῦ 20οῦ αἰῶνος, στὸν συλλογικὸ τόμο Εἰκοσιπενταετηρικὸν (ἀφιέρωμα στὸν Μητροπολίτη Νεαπόλεως καὶ Σταυρουπόλεως κ. Διονύσιο), Θεσσαλονίκη 1999. Τιμοθέου Ἰ. Τιμοθεάδη, Ἡ Οὐνία Γιαννιτσῶν καὶ ἡ πολιτικὴ τοῦ Βατικανοῦ χθὲς καὶ σήμερα, Γιαννιτσὰ 1992]. Τὴν ἴδια περίοδο ἡ παποκινούμενη οὐνιτικὴ προπαγάνδα κλιμακώνεται μὲ τὴν δράσι τῆς Propaganda Fidei καὶ μὲ τὰ σχολεῖα (κορυφαῖα θέσι μεταξύ τους κατεῖχε τὸ Κολλέγιο τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου στὴν Ρώμη) [Ζαχαρία Ν. Τσιρπανλῆ, Οἱ Μακεδόνες σπουδαστὲς τοῦ Ἑλληνικοῦ Κολλεγίου Ρώμης καὶ ἡ δράση τους στὴν Ἑλλάδα καὶ στὴν Ἰταλία, ἔκδ. Ἑταιρεία Μακεδονικῶν Σπουδῶν, Θεσ/νίκη 1971], καθοδηγούμενα ἀπὸ παπικοὺς ἱεραποστόλους μὲ σκοπὸ ὄχι μόνο τὸν ἐξουνιτισμὸ μεμονωμένων προσώπων ἀλλὰ κυρίως τὴν ἀλλοίωσι τοῦ Ὀρθοδόξου φρονήματος τῶν Ὀρθοδόξων με τὴν φιλολατινικὴ δραστηριότητα πολλῶν ἐκ τῶν ἀποφοίτων τους.

Ἀλλὰ καὶ στοὺς καθ᾿ ἡμᾶς χρόνους τὸ Βατικανὸ ὑποστηρίζει ἀνεπιφύλακτα καὶ ἐνισχύει ποικιλοτρόπως τὴν Οὐνία. Ἀπὸ τῆς ἐνάρξεως τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου Ὀρθοδόξων-Ρωμαιοκαθολικῶν οὐνίται θεολόγοι συμμετέχουν στὴν Μικτὴ Θεολογικὴ Ἐπιτροπή, παρὰ τὴν ἔντονη καὶ σθεναρὰ ἀπαίτησι τῆς Γ´ Πανορθοδόξου Διασκέψεως γιὰ μὴ συμμετοχὴ τοὺς (Ἰω. Καρμίρη, Ὀρθοδοξία καὶ Ρωμαιοκαθολικισμός, τόμ. II, Ἀθῆναι 1965, σέλ. 38). Ὁ Πάπας Ἰωάννης Παῦλος Β´ συμβάλλει καθοριστικὰ στὴν ἀναβίωσι τῆς Οὐνίας στὴν Ἀνατολικὴ Εὐρώπη. Μὲ τὴν συμφωνία τοῦ Balamand (1993), ἐκτὸς τῶν ἄλλων σοβαροτάτων θεολογικῶν ἀτοπημάτων, ἀναγνωρίζεται καὶ δικαιώνεται ἡ ὕπαρξις τῶν οὐνιτικῶν ἐκκλησιῶν, καὶ μάλιστα μὲ τὴν ὑπογραφὴ ὡρισμένων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.

Ὁ Πάπας Ἰωάννης Παῦλος Β´ μὲ ἐμπιστευτική του ἐπιστολὴ στὸν ρωμαιοκαθολικὸ συμπρόεδρο τοῦ Διαλόγου Καρδινάλιο Edward Cassidy ἀνατρέπει τὴν γραμμὴ (τῆς Μικτῆς Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς στὴν Βαλτιμόρη (2000) καὶ ὁδηγεῖ χάριν τῶν Οὐνιτῶν τὸν Διάλογο σὲ ναυάγιο. Ἔγραφε σὲ αὐτήν: «Πρέπει (στὴν διάσκεψιν τῆς Βαλτιμόρης), νὰ δηλωθῇ εἰς τοὺς Ὀρθοδόξους ὅτι οἱ Ἀνατολικὲς Καθολικὲς (=οὐνιτικὲς) Ἐκκλησίες μέσα στὴν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης χαίρουν τῆς αὐτῆς ἐκτιμήσεως ὡς καὶ πάσα ἄλλη Ἐκκλησία, ποὺ τελεῖ εἰς κοινωνίαν πρὸς τὴν Ρώμην» (Εὐαγγέλου Δ. Θεοδώρου, Πρόσφατες ἐπισημάνσεις τοῦ Καρδιναλίου Walter Kasper τὶς ἐπαφὲς μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Ρωμαιοκαθολικῶν, περιοδ. ΕΚΚΛΗΣΙΑ, τ. 4/Ἀπρίλιος 2008, σελ. 287), καὶ ἐπέφερε τὴν δικαία ἀγανάκτησι καὶ παραίτησι ἀπὸ τὴν συμπροεδρία τοῦ Σεβ. Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας κ. Στυλιανοῦ. Ὁ νῦν Πάπας Βενέδικτος ὁ ΙΣΤ´ στοιχῶν στὴν ἴδια τακτικὴ εὐλογεῖ καὶ συγχαίρει τὴν οὐνιτικὴ ἐκκλησία στὴν Οὐκρανία (Ἐφημ. Καθολική, φ. 3046/18-4-2006), φέρει στὴν συνοδεία του οὐνίτη ἐπίσκοπο ἐπισκεπτόμενος τὸ Φανάρι τὸν Νοέμβριο τοῦ 2006, δηλώνει ἀπὸ τὴν Ἔφεσο ὅτι «κατ᾿ αὐτὸν ὁ καλύτερος τρόπος διὰ τὴν ἑνότητα εἰς τὴν Ἐκκλησίαν εἶναι αὐτὸς τῆς Οὐνίας» (Ἐφημ. Ὀρθόδοξος Τύπος, 8/12/2006) καὶ τώρα ἀποστέλλει νέον ἀποστολικὸ ἔξαρχο στὴν Ἀθήνα!

γ) Ἡ οἰκουμενιστικὴ ἀνοχὴ ἔναντι τῆς Οὐνίας

Ἡ οἰκουμενιστικὴ ἀνοχὴ ἔναντι τῆς Οὐνίας εἶναι ἐκκλησιολογικῶς ἄκρως προβληματική. Γιὰ νὰ μὴ διακοπῇ δῆθεν ὁ Θεολογικὸς Διάλογος, ἔγιναν καὶ γίνονται ἐκ μέρους Ὀρθοδόξων προκαθημένων καὶ θεολόγων ἀπαράδεκτες ὑποχωρήσεις. Ἡ θαρραλέα καὶ ὀρθοδοξοτάτη θεολογικὴ γλώσσα τῶν ἀοιδίμων Πατριαρχῶν τῆς Κων/πόλεως, μὲ τὴν ὁποία ἐστηλίτευαν τὴν ἐπάρατη Οὐνία, ἐσίγησε χάριν τοῦ ἀθεολογήτου «διαλόγου τῆς ἀγάπης» τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου (κλασικὸ κείμενο πλέον ἀποτελεῖ ἡ αὐστηρὴ Ἐγκύκλιος κατὰ τῆς Οὐνίας [Ἐφημ. Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια (Κων/πόλεως), 31ης Μαρτίου 1907] τοῦ ἀοιδίμου Πατριάρχου Ἰωακεὶμ τοῦ Γ´). Οἱ συνοδικὲς ἀποφάνσεις καὶ οἱ ἐγκύκλιοι τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς κατὰ τῆς Οὐνίας (Ἀ. Παπαδοπούλου-Κεραμέως, Ἀνάλεκτα Ἱεροσολυμιτικῆς Σταχυολογίας, τόμ. 2ος, Βρυξέλλες 1963, σ. 314, 389, 395-396. Καὶ Ἰω. Καρμίρη, Τὰ δογματικὰ καὶ συμβολικὰ μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τ. II, Graz-Austria 1968, σελ. 821-859 [901-939] καὶ 860-870 [940-950]) πέρασαν στὴν λήθη τῆς ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας ὡς πολεμικὴ τακτική, ἐπειδὴ δῆθεν δὲν προσιδιάζει στὴν σημερινὴ ἐποχὴ τῆς «καταλλαγῆς»!

Διερωτᾶται ἡ Ὀρθόδοξος συνείδησις: Σὲ ποιὰ θεολογικὴ βάσι στηρίζεται ἡ οἰκουμενιστικὴ ἀνοχὴ ἔναντι τῆς Οὐνίας; Τί ἄλλαξε στὴν ἐκκλησιολογία καὶ τὴν θεολογία τῶν οὐνιτικῶν ἐκκλησιῶν, ὥστε οἱ ἐπίσκοποι καὶ οἱ κληρικοί της νὰ γίνωνται φιλοφρόνως δεκτοὶ καὶ ἀποδεκτοί; Πότε οἱ Οὐνίται ἔδειξαν ὅτι διορθώνονται ἐκκλησιολογικῶς, εἴτε γινόμενοι πλήρως ρωμαιοκαθολικοὶ εἴτε ἐπιστρέφοντες στοὺς κόλπους τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας; Ὑπὸ ποίαν ἔννοια τὸ δικαίωμά τους νὰ ὑπάρχουν ὡς ξεχωριστὲς κοινότητες τοὺς ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὴν ὑποχρέωσι νὰ ἀποκατασταθοῦν ἐκκλησιολογικῶς; Μήπως καταργήσαμε τὰ ἐκκλησιολογικά μας κριτήρια;

Ἀναμφίβολα ἡ μόνη δυνατὴ ἑρμηνεία τῆς οἰκουμενιστικῆς ἀνοχῆς ἔναντι τῆς Οὐνίας εἶναι ἡ διολίσθησις σὲ μία ἐκκλησιολογία ἄγνωστη μέχρι σήμερα, ἀνατρέπουσα τὴν Ἐκκλησιολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ συντασσομένη στὴν ἐκκοσμικευμένη νοοτροπία τῶν ἡμερῶν μας.

δ) Τὸ Βατικανὸ παραπλανᾷ τοὺς Ὀρθοδόξους

Τὸ Βατικανὸ ἀναδεικνύει τὸν Θεολογικὸ Διάλογο μέσον παραπλανήσεως τοῦ Ὀρθοδόξου πληρώματος καὶ ἀλλοιώσεως τοῦ ἐκκλησιολογικοῦ τοῦ φρονήματος. Ἐνῷ ἡ Οὐνία ἐνισχύεται ἀπὸ τὸ Βατικανὸ καὶ οἱ Οὐνίται χαίρουν τῆς ἀποδοχῆς Ὀρθοδόξων προκαθημένων, ὁ Θεολογικὸς Διάλογος συνεχίζεται, ἀναβαλλομένης γιὰ τὸ μέλλον τῆς συζητήσεως ἐπὶ τοῦ ἀκανθώδους προβλήματος τῆς Οὐνίας (Συνέλευσις Βελιγραδίου, 2006). Οἱ συνειδήσεις τῶν Ὀρθοδόξων ἀμβλύνονται καὶ μετακινεῖται τὸ πρόβλημα ἀπὸ τὴν ἐκκλησιολογία στὴν κοινωνιολογία. Ἡ κρυστάλλινη Ὀρθόδοξος Ἐκκλησιολογία ὁσημέραι ὑποχωρεῖ καὶ παραχωρεῖ τὴν θέσι της στὴν θολὴ καὶ γέμουσα συγκρητισμοῦ ἐκκλησιολογία τῶν «ἀδελφῶν ἐκκλησιῶν». Οἱ οἰκουμενισταὶ Ὀρθόδοξοι θεολόγοι εἶναι πρόθυμοι νὰ ὑποστηρίξουν καινοφανεῖς ἀπόψεις γιὰ θεολογικὰ ζητήματα ποὺ ἔχουν ἀπὸ αἰώνων ἀπαντηθῆ ὁριστικὰ καὶ ἀμετάκλητα ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρας κατὰ ἀδιαμφισβήτητο τρόπο. Ἐπίκαιρα χαρακτηριστικὰ παραδείγματα τέτοιων ἀπόψεων εἶναι μεταξὺ ἄλλων: ἡ μετονομασία τῆς αἱρέσεως τοῦ Filioque σὲ «διαφορετικὴ θεολογικὴ προσέγγισι ποὺ δὲν θίγει τὴν οὐσία τοῦ δόγματος», ὁ χαρακτηρισμὸς τῶν δογματικῶν, ἠθικῶν καὶ λειτουργικῶν παραμορφώσεων τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ ὡς «νόμιμης ποικιλομορφίας», ἡ προβολὴ τοῦ παπικοῦ Πρωτείου ἐξουσίας ὡς Πρωτείου δῆθεν διακονίας.

Πέραν τούτου ὁ εὐσεβὴς Ὀρθόδοξος λαὸς βομβαρδίζεται ἀπὸ τὰ μέσα ἐνημερώσεως μὲ μηνύματα «καταλλαγῆς» καὶ μὲ εἰκόνες «ἀμοιβαίας ἀναγνωρίσεως», μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀμβλύνεται τὸ Ὀρθόδοξο φρόνημα τοῦ λαοῦ ποὺ μέχρι τώρα λειτουργοῦσε ὡς ἰσχυρὸ ἀνάχωμα στὶς κοσμοκρατορικὲς ἐπιδιώξεις τοῦ παπισμοῦ. Ἐν ὀνόματι τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου γίνονται ἀνεπίτρεπτες καὶ κατὰ παράβασιν τῶν Ἱερῶν Κανόνων συμπροσευχὲς καὶ λατρευτικὲς ἐκδηλώσεις, μέχρι τοῦ ἀπαραδέκτου λειτουργικοῦ ἀσπασμοῦ ἐν μέσῃ Ὀρθοδόξῳ Λειτουργία καὶ τῆς «εὐλογίας» τοῦ Ὀρθοδόξου ποιμνίου ὑπὸ τοῦ Πάπα.

Ἐπιστέγασμα καὶ κορύφωσι τῶν κανονικῶν παραβάσεων ἀπετέλεσε ἡ κατὰ τὸν παρελθόντα μήνα Μάϊον, Κυριακὴν τῆς Σαμαρείτιδος, ἀναπάντεχος μυστηριακὴ διακοινωνία (intercommunion) τοῦ ρουμάνου ἐπισκόπου Βανάτου κ. Νικολάου μετὰ τῶν ἐν Ῥουμανίᾳ Οὐνιτῶν, γεγονὸς ποὺ προεκάλεσε τὴν ἔντονη διαμαρτυρία τῶν ἐν Ῥουμανίᾳ καὶ Ἁγίω Ὄρει ῥουμάνων μοναχῶν πρὸς τὴν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ῥουμανίας καὶ τὴν σοβαρότατη ἀνησυχία ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων γιὰ τὸν στόχο, στὸν ὁποῖο ἀπέβλεπε ἡ σκανδαλώδης αὐτὴ πράξις.

Ἐν τέλει μὲ κείμενα ὅπως τῆς Ῥαβέννας (2007), γεμάτα με σκόπιμες ἀσάφειες καὶ θεολογικὲς σοφιστεῖες, ὁ Θεολογικὸς Διάλογος Ὀρθοδόξων καὶ Ῥωμαιοκαθολικῶν κινεῖται ἤδη πρὸς μία οὐνιτικοῦ τύπου ἀναγνώρισι τοῦ παπικοῦ Πρωτείου. Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ συνέντευξις τοῦ Καρδιναλίου Walter Kasper, προέδρου τοῦ παπικοῦ Συμβουλίου γιὰ τὴν προώθησι τῆς ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν, τὴν ὁποία σχολιάζει τὸ γαλλόφωνο περιοδικὸ S.O.P.: «Στὴν Δύσι γνωρίσαμε τὴν ἀνάπτυξι ποὺ κατέληξε στὴν Β´ Βατικάνειο σύνοδο μὲ τὸν καθορισμὸ τοῦ πρωτείου ἐξουσίας καὶ τοῦ ἀλαθήτου του πάπα, μία ἀνάπτυξι τὴν ὁποία οἱ Ὀρθόδοξοι δὲν δέχθηκαν ποτέ. Χρειάζεται συζήτησις πῶς νὰ ἑρμηνεύσουμε αὐτὲς τὶς διαφορετικὲς ἐξελίξεις (ποὺ ἐπῆλθαν) πάνω στὰ θεμέλια της πρώτης χιλιετίας. Θὰ πρέπει ἀκόμη νὰ σκεφθοῦμε, εἶπε (ὁ Kasper), γιὰ τὸ πῶς θὰ λειτουργήσῃ τὸ πρωτεῖον τοῦ Ρώμης, ἐνῷ πρέπει νὰ γίνη σαφὲς ὅτι ὑπάρχουν ἤδη ῾δυὸ Κώδικες τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου᾿ στὸ ἐσωτερικὸ τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας: ἕνας γιὰ τὴν λατινικὴ Ἐκκλησία, καὶ ἄλλος γιὰ τὶς ἀνατολικὲς Ἐκκλησίες ποὺ βρίσκονται σὲ πλήρη κοινωνία μὲ τὴν Ρώμη. Συμφώνως πρὸς τοὺς κώδικες αὐτούς, τὸ πρωτεῖο ἀσκεῖται μὲ διαφορετικὸ τρόπο στὴν λατινικὴ Ἐκκλησία ἀπὸ αὐτὸν (ποὺ ἰσχύει) γιὰ τὶς ἀνατολικὲς Ἐκκλησίες. Δὲν θέλουμε νὰ ἐπιβάλουμε στοὺς Ὀρθοδόξους τὸ σύστημα ποὺ ἐπικρατεῖ σήμερα στὴν λατινικὴ Ἐκκλησία. Στὴν περίπτωση τῆς ἀποκαταστάσεως τῆς πλήρους κοινωνίας, πρέπει νὰ βρεθῆ ἕνας νέος τύπος πρωτείου γιὰ τὶς ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, πρόσθεσε».

Εἶναι βεβαίως ἀξιομνημόνευτη καὶ ἡ ἀπάντησις τοῦ ρώσου ἐπισκόπου Ἱλαρίωνος Ἀλφέγιεφ ἐπὶ τῶν δηλώσεων αὐτῶν, ὅπως τὴν δημοσιεύει στὸ σχόλιό του τὸ ἴδιο περιοδικὸ S.O.P.: «῾Σὲ ποιὸ νέο τύπο, ἀναφέρεται;᾿, διερωτήθηκε ὁ ρῶσος θεολόγος, καὶ ὑπενόησε ὅτι θὰ μποροῦσε βεβαίως νὰ ἀναφέρεται σὲ ῾αὐτὸ ποὺ ἤδη ὑπάρχει στὶς ἀνατολικὲς Ἐκκλησίες ποὺ βρίσκονται σὲ κοινωνία μὲ τὴν Ρώμη᾿, δηλαδὴ στὴν Οὐνία. «Μὲ ἄλλα λόγια, μία ἀκόμη φορὰ μᾶς προτείνεται τὸ ἐνδεχόμενο νὰ δεχθοῦμε μία οὐνιτικὴ θέασι τοῦ πρωτείου τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης», θεωρεῖ ὁ ἐπίσκοπος Ἱλαρίων. «Ἐὰν αὐτὸ εἶναι τὸ ῾βήμα προόδου᾿, πολὺ φοβοῦμαι ὅτι μία παρόμοια πρόοδος δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ ἐμπνεύση τοὺς Ὀρθοδόξους, οἱ ὁποῖοι βλέπουν τὴν Οὐνία ὡς ἀντίφασι τῆς ἑρμηνείας τους γιὰ τὴν ἐκκλησιολογία καὶ ὡς προδοσία τῆς Ὀρθοδοξίας». «Τὸ 1993, στὸ Balamand, Καθολικοὶ καὶ Ὀρθόδοξοι εἶχαν καταλήξει στὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ Οὐνία δὲν μπορεῖ νὰ ἀποτελῇ τύπο ἑνότητος καὶ τώρα, δεκαπέντε χρόνια ἀργότερα, ὁ πρόεδρος τοῦ Ποντιφικικοῦ Συμβουλίου γιὰ τὴν Ἑνότητα τῶν Χριστιανῶν μᾶς προκαλεῖ νὰ δεχθοῦμε τὴν οὐνιτικὴ ἑρμηνεία τοῦ ρωμαϊκοῦ πρωτείου», πρόσθεσε, καὶ συνεπέρανε: «Δὲν ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ μία νέα Οὐνία. Ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ μία στρατηγικὴ συνεργασία ποὺ θὰ ἀποκλείῃ κάθε μορφὴ προσηλυτισμοῦ. Ἔχουμε ἀκόμη ἀνάγκη νὰ συνεχίσουμε τὸν θεολογικὸ διάλογο, ὄχι γιὰ νὰ μεταμορφώσουμε τοὺς Ὀρθοδόξους σε οὐνίτες, ἀλλὰ γιὰ νὰ ξεκαθαρίσουμε τὰ ἐκκλησιολογικὰ σημεῖα ἀσυμφωνίας μεταξὺ Καθολικῶν καὶ Ὀρθοδόξων᾿» [Περιοδικὸ S.O.P., τεῦχ. 327 (Ἀπρίλιος 2008), σελ. 7-9. βλ. καὶ τὶς παρόμοιες δηλώσεις τοῦ Walter Kasper στὸ ἄρθρο τοῦ Εὐαγγέλου Δ. Θεοδώρου, Πρόσφατες ἐπισημάνσεις τοῦ Καρδιναλίου Walter Kasper..., ἔνθ᾿ ἀνωτ. σελ. 281-289, διότι δείχνουν τὴν σταθερὴ πολιτικὴ τοῦ Βατικανοῦ].

Εἶναι παρήγορο ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος συνείδησις ἀντιδρᾶ σὲ κίβδηλες ἑρμηνεῖες τοῦ Πρωτείου, τὸ ὁποῖο ἐν τῇ καθόλου Ἐκκλησίᾳ ἀσκεῖται ὑπὸ τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὅπως ἐδήλωσε τὸ 1973 μὲ κάθε σαφήνεια καὶ ἐπισημότητα ὁ μακαριστὸς Πατριάρχης Δημήτριος καὶ σχολιάζει ἐπιτυχῶς ὁ καθηγητὴς Εὐάγγελος Θεοδώρου (Εὐαγγέλου Δ. Θεοδώρου, Πρόσφατες ἐπισημάνσεις τοῦ Καρδιναλίου Walter Kasper..., ἔνθ᾿ ἀνωτ. σελ. 287-288).

Ἡ χειροτονία τοῦ νέου οὐνίτου ἐπισκόπου στὴν Ἀθήνα ἀποτελεῖ ἕνα ἐπιπλέον ἰσχυρὸ κόλαφο τοῦ Βατικανοῦ κατὰ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ συγκεκριμένα ἐδῶ κατὰ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἡ κατὰ τὰ τελευταῖα ἔτη συλλογικὴ ἀντίδρασις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (μνημονεύουμε ἰδιαιτέρως τὸ Μήνυμα τῶν Προκαθημένων τῶν Ἁγιωτάτων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν) [Πρωτοπρ. Θεοδώρου Ζήση, Οὐνία: ἡ καταδίκη της, ἔκδ. Βρυέννιος, Θεσ/νίκη 1993. Κων/νου Κωτσιοπούλου, Ἡ Οὐνία στὴν ἑλληνικὴ θεολογικὴ βιβλιογραφία, ἔκδ. Βρυέννιος 1993. Στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία ἔχουν καταγραφῆ ὡς κλασικὰ πλέον κείμενα ἡ Ἐγκύκλιος κατὰ τῆς Οὐνίας καὶ οἱ τρεῖς ἐπιστολὲς πρὸς τὸν οὐνίτη ἐπίσκοπο Θεοδωρουπόλεως Γεώργιο Χαλαβατζῆ, τοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου (βλ. Φύσις καὶ χαρακτὴρ τῆς Οὐνίας, ἔκδ. Φοίνικος (ἀνατύπωσις ἐκ τῆς Ἀναπλάσεως), Ἀθήνησι 1928))] γιὰ τὶς δραστηριότητες τῶν οὐνιτῶν, συνάντησε τὴν τυπικὴ ἀπαξιωτικὴ ἀπάντησι τοῦ Βατικανοῦ: τὴν ἀνεπιφύλακτη ὑποστήριξι τῆς Οὐνίας. Τίθεται ἑπομένως ὀξύτερα τὸ ἐρώτημα: Τί νόημα ἔχει ὁ Θεολογικὸς Διάλογος, ὅταν ἡ Οὐνία ἐπικροτεῖται, ἐπευλογεῖται καὶ ἐνισχύεται ἀπὸ τὸ Βατικανό;

Οἱ Ὀρθόδοξοι ποιμένες, οἱ ὁποῖοι διαθέτουν εὐαίσθητο δογματικὸ καὶ ἐκκλησιαστικὸ κριτήριο, ἀντιλαμβάνονται ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐμπαίζεται καὶ τὸ Ὀρθόδοξο πλήρωμα κινδυνεύει, ὅταν οἱ Θεολογικοὶ Διάλογοι γίνωνται κάτω ἀπὸ τέτοιες προϋποθέσεις. Ὁ εὐσεβὴς Ὀρθόδοξος λαὸς ἐπίσης ἀνησυχεῖ, ὅταν διαπιστώνη ὅτι μετὰ ἀπὸ ἐκατονταετία ἐπαφῶν καὶ τριακονταετία σχεδὸν ἐπισήμων Διαλόγων ἡ προοπτικὴ δὲν εἶναι νὰ ἐπανεύρουν οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ τὴν Ὀρθόδοξο Πίστι καὶ νὰ ἐπανέλθουν στὴν κοινωνία τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ τῆς Ὀρθοδόξου, ἀλλὰ μᾶλλον νὰ τοὺς προσφέρωνται διαβεβαιώσεις ὀρθοδοξίας.

Εἶναι κατανοητὸ ὅτι δὲν πρόκειται ὁ εὐσεβὴς λαὸς νὰ συμφωνήσῃ μὲ τὴν προοπτικὴ αὐτή. Ὑπομένει ἄχρι καιροῦ, γιὰ νὰ μὴ γίνουν πρόωρα σχίσματα στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ δὲν εἶναι διατεθειμένος νὰ δεχθῇ συνοδικὴ ἐπιβεβαίωσι τῶν ἀντικανονικῶς γινομένων. Πολλῶ μᾶλλον δὲν προτίθεται νὰ ἀνεχθῇ ὑποχωρήσεις σὲ δογματικὰ ζητήματα καὶ συνοδικὴ ἐπισφράγισί τους. Κριτήριο ἀπαρασάλευτο Ὀρθοδοξίας διακρατεῖ τὴν δογματικὴ διδασκαλία τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τὴν κανονικὴ τάξι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὁσάκις βλέπει νὰ προσβάλλωνται οἱ δυὸ αὐτοὶ στύλοι τῆς Ὀρθοδοξίας του, στενοχωρεῖται, ὀδυνᾶται καὶ ἱκετεύει τὸν Κύριο νὰ διαφυλάξῃ τὴν Ἐκκλησία Του, νὰ ἀναδείξῃ τοὺς ἐπισκόπους του φύλακας τῶν θείων δογμάτων καὶ τῶν ἱερῶν κανόνων καὶ ἀπεύχεται νὰ φθάσῃ ἡ στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία θὰ χρειασθῇ νὰ τεθοῦν ἐκτὸς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας οἱ ἀθετοῦντες τὴν «ἅπαξ παραδοθεῖσαν τοῖς ἁγίοις πίστιν». Διότι, κατὰ τὴν ἀπόφανσιν τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς, ἔχει τὴν συνείδησιν ὅτι «παρ᾿ ἡμῖν οὔτε Πατριάρχαι οὔτε Σύνοδοι ἐδυνήθησαν πότε εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς θρησκείας ἐστὶν αὐτὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτὸς ὁ λαός, ὅστις ἐθέλει τὸ θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καὶ ὁμοιειδὲς τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ» (Ἰω. Καρμίρη, Τὰ δογματικὰ καὶ συμβολικὰ μνημεῖα, ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 920 [1000]).

Ἅγιον Ὅρος, 16/29 Ἰουνίου 2008, Κυριακὴ Β´ Ματθαίου

Μνήμη τῶν ἐν Ἁγίω Ὄρει διαλαμψάντων Πατέρων ἡμῶν, Ἱεραρχῶν, Ὁσίων, Μαρτύρων καὶ Ὁμολογητῶν (http://users.uoa.gr/)

Ποιος θυμάται την Κύπρο;

Του Σαράντου Ι. Καργάκου

Ο Απρίλιος είναι ο μήνας που συνδέεται με τον αγώνα των Κυπρίων για την Ένωση. Πόσοι το θυμούνται; Πόσοι τολμούν να βάλουν στα αυτοκίνητά τους το σύνθημα «Δεν ξεχνώ»; Το ξεχάσαμε κι αυτό. Για τελευταία φορά το είδα σ' ένα εμπορικό κατάστημα της Ανδόρας με τον τίτλο Famagusta. Κάποιοι ρεαλιστές μηδενίζουν τον επικό εκείνο αγώνα. Αλλά μόνον οι χαμένοι μιλούν για χαμένους αγώνες.

Δεν θα σταθώ στο τι έγινε στην Κύπρο εκείνον τον καιρό, αλλά στο τι άλλαξε στην Ελλάδα. Ο Ενωτικός Αγώνας έδωσε ένα άλλο οριόγραμμα ζωής στους νέους της δικής μου γενιάς, που μπουχτισμένη από το μίσος και το αίμα του εμφυλίου, ήθελε να μάχεται για εθνικά και όχι για κομματικά ιδανικά. Η τότε νεολαία -ανεξάρτητα από ιδεολογικές αποκλίσεις- είχε κατανοήσει ότι προδόθηκε φρικτά από φίλους και πληγώθηκε βαριά από εχθρούς. Και ότι ένα βαθύ χάσμα τη χώριζε σε δύο παρατάξεις. Το Κυπριακό την ένωσε. Έδιωξε τα μίση του εμφυλίου. Έφυγε το σκιάχτρο του από τη ζωή της. Αν η Κύπρος δεν ενώθηκε με την Ελλάδα, για την Κύπρο τουλάχιστον ενώθηκαν οι Έλληνες - σε επίπεδο λαού εννοώ. Μόνον που αυτή η ένωση δεν κράτησε πολύ.

Η Ελλάς κτυπήθηκε δόλια και σκληρά στο Κυπριακό. Όχι τόσο για την Κύπρο μονάχα. Όχι τάχα γιατί η Κύπρος είναι το αεροπλανοφόρο της Δύσης για τον έλεγχο των πετρελαίων της Μέσης Ανατολής και την προστασία του Ισραήλ από τον μπαμπούλα των Αράβων κ.λπ. Όλα αυτά είναι διπλωματικές παρόλες για τους αφελείς. «Παραμύθια για κουτά παιδιά», όπως θα έλεγε ο Κίπλινγκ. Το Κυπριακό χάθηκε γιατί, αν η Κύπρος ενωνόταν με την Ελλάδα, σε λίγα χρόνια θα είχαμε μια άλλη Μεγάλη Ελλάδα. Ο Νάσερ δεν θα τολμούσε με τα βάναυσα μέτρα του να θίξει τον Ελληνισμό της Αιγύπτου, ούτε οι Τούρκοι να εκδιώξουν τον Ελληνισμό της Πόλης, της Ίμβρου και της Τενέδου. Θα είχαμε ακόμη διευθετήσει τις συνοριακές διαφορές μας με τη Βουλγαρία και θα είχαμε υποχρεώσει τον Τίτο να αφαιρέσει τη λεοντή του ονόματος «Μακεδονία» από τα πληθυσμιακά ανεμομαζώματα της Ν. Σερβίας. Έτσι σήμερα δεν θα υπήρχε η σκοπιανή εμπλοκή. Πιθανώς, μάλιστα, μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας το νότιο μέρος του κρατιδίου να ενωνόταν με την Ελλάδα. Το ίδιο θα γινόταν και με τη Βόρειο Ήπειρο μετά την κατάρρευση του κομμουνιστικού κράτους. Αλλά όταν γίνονταν οι κοσμογονικές αυτές αλλαγές, η Ελλάς ήταν ένα κράτος ψοφοδεές.

Σήμερα, για να αναγεννηθεί ο ανά τη γη Ελληνισμός, χρειάζεται μια καινούργια ένωση. Πολιτική που δεν έχει ως άνθος την ένωση, δεν παράγει καρπό. Η ένωση είναι «συνουσία» που δίνει καρπό ουσίας. Πολιτική που δεν εμπεριέχει την ένωση είναι απλός αυνανισμός. Κι αυτό φαίνεται από τις προσφωνήσεις των νεαρών βλαστών μας. Παγκοσμίως η λέξη Ελλάς συντάσσεται με την πολύχρηστη λέξη με τα τρία άλφα. Ας φύγουμε, λοιπόν, από την πολιτική του αυνανισμού και ας έλθουμε σε μια πολιτική δυναμικού σχεδιασμού και προγραμματισμού.

Επανερχόμενος στο Κυπριακό, δεν ζητώ αυτήν τη στιγμή την πολιτική ένωση αλλά την πνευματική επανένωση. Ζητώ να αποκατασταθεί στη συνείδησή μας ο αγώνας για την ένωση, παρά τα τραγικά λάθη που έγιναν κατά τη διεξαγωγή του, κυρίως στο πολιτικό-διπλωματικό πεδίο. Αυτό προϋποθέτει ότι η παιδεία πρέπει να ξαναγίνει παιδεία εις ηρωισμόν και όχι παιδεία εις μηδενισμόν. Έτσι τα παιδιά μας θα μάθουν ότι πλάι στους ήρωες των πολέμων '40-'41 και της Εθνικής Αντιστάσεως στέκονται και τα παιδιά της Κύπρου: ο Καραολής, ο Δημητρίου, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης, ο Μάτσης, ο αξεπέραστος Αυξεντίου. Να μάθουν πως χωρίς τον Κυπριακό Αγώνα τα νεανικά μας χρόνια θα ήταν χαμένα χρόνια. Ο Κυπριακός Αγώνας μάς ανύψωσε. Μπορεί να πέσαμε. Πέσαμε όμως από ψηλά. Δεν συρθήκαμε.

Το μήνυμα της 1ης Απριλίου (που φέτος σχεδόν λησμονήθηκε) είναι σαφές. Είναι αυτό που, όπως γράφει ο Ηρόδοτος, είπε το φάσμα μιας γυναίκας στους υποχωρούντες για λόγους τακτικής στην πρώτη φάση της ναυμαχίας της Σαλαμίνος: «Ω δαιμόνιοι, μέχρι κόσου έτι πρύμνην ανακρούεσθε;». (Ευλογημένοι, έως πότε θα υποχωρείτε;)

Κατανοώ τα οικονομικά προβλήματα που μπορούν να λυθούν με τη δήμευση της περιουσίας των πλουτισάντων ατίμως και τη στέρηση των πολιτικών τους δικαιωμάτων κι όχι με το γδάρσιμο των εντίμως δηλούντων τα εισοδήματά τους. Αλλά εκτός από την οικονομία, πρέπει να υπάρχει και εθνική ευαισθησία. Που υποτονεί. Για να ανυψωθεί η εθνική ψυχή, χρειάζεται η πολιτική μας ηγεσία να εφαρμόσει Κιμώνειον πολιτική. Οι ελληνικές πρώρες να βλέπουν προς την Κύπρο. Δυστυχώς η Ελλάς μετά την εισβολή δεν χάραξε σταθερή πολιτική έναντι της Κύπρου. Καιρός να επανέλθουμε στην Κιμώνειο πολιτική - και όχι μόνον για την Κύπρο. Τα καράβια δεν τα έχουμε για σημαιοστολισμούς. Δεν κάνω κήρυγμα μιλιταριστικό. Ομιλώ ως ιστορικός. Και ο ιστορικός μελετά το παρελθόν για να βλέπει το μέλλον. Εφόσον θα είμαστε νήπιοι και ψοφοδεείς, δεν θα έχουμε μέλλον.

Πέρυσι, κατά την εκδρομική περίοδο, ήμουν στην Κύπρο. Και συγκινήθηκα από το γεγονός ότι ένα άπειρο πλήθος σχολείων από την Ελλάδα επισκέφθηκε τα «φυλακισμένα μνήματα». Ένα κομμάτι της νεολαίας εμψυχωμένο από ψυχωμένους -και όχι άψυχους- παιδαγωγούς αρχίζει να νοσταλγεί τις όρθιες ψυχές. Αηδιάζει να βλέπει και ν' ακούει νάνους πολιτικούς.

Τιμώντας τον Ενωτικό Αγώνα, δεν τον εξωραΐζω. Δεν θα υποστηρίξω ότι δεν έγιναν λάθη και ατοπήματα. Όμως λάθη δεν κάνει όποιος δεν κάνει τίποτε. Παραλλάσσοντας μάλιστα τους γνωστούς στίχους του Καβάφη, μπορώ να πω: «Κι αν έπταισεν ο Δίαιος και ο Κριτόλαος, όταν θα θέλει το έθνος μας να καυχηθή, θα θυμάται τον Αυξεντίου και τον Καραολή και θα μπορεί να λέει: τέτοιους βγάζει ο τόπος μας». Λησμονώντας τέτοιους νεκρούς, πεθαίνουμε σαν έθνος. Γιατί, όπως και να το κάνουμε, «του αντρειωμένου ο θάνατος δίνει ζωή στη νιότη». Αρκεί να θυμόμαστε και να προβάλλουμε ως πρότυπα τους αντρειωμένους κι όχι τους... κατεβαζοβράκηδες!

Από Το Παρόν -18/04/2010

Δημοσιεύματα για την επίσκεψη του Πάπα στην Κύπρο

Όσο πλησιάζει η ημερομηνία για την επίσκεψη του Πάπα στην Κύπρο τόσο αυξάνονται και τα δημοσιεύματα για το Παπικό ταξίδι.

Σε χαρακτηριστικά δημοσιεύματα διαβάζουμε:

Χιλιάδες τουρίστες προσελκύει ο Πάπας

Προκρατήσεις από Ιταλία και Λίβανο με προτίμηση των εκδρομέων την Πάφο

Πέραν των δέκα χιλιάδων τουριστών, αναμένεται να προσελκύσει στην Κύπρο τον Ιούνιο ο Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ’. Σε εντατικούς ρυθμούς για κάθοδο και φιλοξενία των χιλιάδων αυτών τουριστών βρίσκονται τα τουριστικά γραφεία και τα ξενοδοχεία, με τις πρώτες κρατήσεις από την Ιταλία και τον Λίβανο να αφορούν κατά κύριο λόγο την Πάφο.

Oσο πλησιάζει η ημερομηνία έλευσης του Ποντίφικα τόσο αυξάνεται το ενδιαφέρον των τουριστικών πρακτόρων του εξωτερικού, για ετοιμασία μαζικών εκδρομών. Οι τουρίστες φαίνεται να επιδεικνύουν προτίμηση στην Πάφο, πόλη που τα τελευταία χρόνια έχει δώσει ιδιαίτερη έμφαση στο θρησκευτικό τουρισμό. Το τεράστιο ενδιαφέρον ωστόσο των ξένων για την Πάφο, έχει κινητοποιήσει τους τοπικούς φορείς του τουρισμού, που επικεντρώνεται στην προσφορά υψηλού επιπέδου υπηρεσιών, οι οποίες θα συνδυάζουν την ξεκούραση και το προσκύνημα.

Τα μέχρι στιγμής στοιχεία δείχνουν ότι ο επικεφαλής της Καθολικής Εκκλησίας θα φέρει στην Κύπρο πέραν των δέκα χιλιάδων τουριστών, με τις αισιόδοξες εκτιμήσεις να ανεβάζουν τον αριθμό σε πολύ ψηλότερα νούμερα. Παράγοντας του τουρισμού ανέφερε στην εφημερίδα μας ότι αναμένονται ότι θα υπάρξουν πολλές κρατήσεις της τελευταίας στιγμής, καθώς η περίοδος προσφέρεται για καλοκαιρινές διακοπές. Oπως εξήγησε, οι προβλέψεις αυτές στηρίζονται στα παραδείγματα άλλων χωρών τις οποίες επισκέφθηκε ο Ποντίφικας.(Χαραυγή )

20 χιλιάδες αναμένονται στη λειτουργία του Πάπα στην Κύπρο

Περίπου 20 χιλιάδες πιστώναναμένεται να παρακολουθήσουνστις 6 Ιουνίου τη θεία λειτουργία του Πάπα Βενέδικτου στο στάδιο Ελευθερίας στη Λευκωσία ,που θα τελεστεί κατά τη διάρκεια της τριήμερης επίσημης επίσκεψης του Ποντίφηκα στο νησί.

Είναι η πρώτη φορά που Προκαθήμενος της Καθολικής εκκλησίας επισκέπτεται τη Κύπρο.7 χιλιάδες πιστών αναμένεται να βρίσκονται μέσα στο στάδιο καθώς τόση είναι η χωρητικότητα του ενώ 13 χιλιάδες θα βρίσκονται έξω από αυτό,κυρίως καθολικοί που εργάζονται ή έχουν παντρευτεί στην Κύπρο.Η επίσκεψη που χαιρετίστηκε θερμά από την κυπριακή εκκλησιαστική και πολιτική ηγεσία έρχεται ως απάντηση στην επίσκεψη του Αρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσόστομου και του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Δ.Χριστόφια στο Βατικανό. Ο εκπρόσωπος του Αρχιεπισκόπου Δημοσθένης Δημοσθένους εξέφρασε την ικανοποίηση της Κυπριακής εκκλησίας για την επίσκεψη του Πάπα Βενέδικτου που θα βοηθήσει όπως είπε «την ειρήνη, τη συμβίωση και την τελική συμφιλίωση.»

( ΠΣΕΚΑ 20,000 expected to attend Papal mass in Cyprus)

Τρεχάματα για Πάπα

Όσο πλησιάζει ο καιρός της (ιστορικής) έλευσης του Πάπα Βενέδικτου στην Κύπρο, τόσο αυξάνεται και το άγχος των Αρχών της Πάφου. Καλοί και άγιοι οι συμβολισμοί και η τιμή από την επιλογή της Πάφου από πλευράς του Ποντίφικα, αλλά τα δύσκολα τώρα άρχισαν να ξεδιπλώνονται στις διαστάσεις που θα έχουν. Κάτι οι πληροφορίες για τις δυσκολίες στα θέματα ασφαλείας, με τις αλεξίσφαιρες λιμουζίνες και τα σχετικά, κάτι οι φήμες για τους ορθόδοξους φανατικούς, κάτι οι απαιτήσεις των απεσταλμένων της Αγίας Έδρας, έχουν αρχίσει να κάνουν τον δήμαρχο Πάφου και το επιτελείο του να φυσούν και να ξεφυσούν, όπως πληροφορείται ο «Φ».

»Εμ, οι μεγάλες επιτυχίες προϋποθέτουν και μεγάλα βάσανα, φίλτατοι Πάφιοι.«Φιλελεύθερος»- 12/04/ 2010