Σάββατο 26 Ιουνίου 2010

Αγάπη και αλήθεια στον Οικουμενικό Διάλογο


Γέρων Μωυσής Αγιορείτης

ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟ

Η ορθή διάβαση των πιστών πάντοτε ανάμεσα στα υψηλά κι ωραία όρη της Αγάπης και της Αλήθειας ήταν αρκετά δύσκολη. Το φαράγγι της αγωνίας και του αγώνος για ελευθερία και κάθαρση, αγιασμό, λύτρωση και θέωση, θέλει συνεχή εγρήγορση, γνώση, ταπείνωση και διάκριση. Μεγάλο μέρος του χριστιανικού κόσμου θέλησε το μονοπάτι να κάνει λεωφόρο, το ανηφορικό φαράγγι να μετατρέψει σ' εύκολη, σύντομη κι άκοπη κατωφέρεια.

Ο Οικουμενικός Διάλογος Ορθοδόξων μετά των ετεροδόξων βασίσθηκε μάλλον κι εδραιώθηκε στην Αγάπη. Μία Αγάπη συχνά ενθουσιώδη, συναισθηματική, θερμή, ρευστή. Μία Αγάπη που δημιουργεί σύγχυση κι ελαττώνει τη σημαντική σημασία και μεγάλη αξία θεμελιακών πεποιθήσεων. Η Αγάπη αυτή υφαίνει συστηματικά μία κοσμικού τύπου νοοτροπία συμβιβασμού και φαντάζεται ότι θα δημιουργήσει ένωση των διεστώτων με εκατέρωθεν υποχωρήσεις σε δογματικά θέματα που χωρίζουν. Οι συμβιβαστικές αυτές τάσεις είναι λίαν επικίνδυνες.

Η ορθόδοξη αντίληψη περί ενότητος δεν μπορεί να είναι εξωτερική κι αισθηματική, αλλά οντολογική και πνευματική, που πραγματοποιείται δια των ιερών μυστηρίων. Όντως «η εκκλησιαστική ενότητα, η ενότητα στην πίστη και η ενότητα στην Θεία Ευχαριστία είναι οι τρεις συντεταγμένες, που δεν διαχωρίζονται και που αλληλοεξαρτώνται για την ολοκληρωμένη κοινωνία και ζωή εν Χριστώ»1.

Η υποστήριξη της άποψης ότι μπορεί σ' έκτακτες κατ' αρχήν ανάγκες να χορηγείται η Θεία Κοινωνία σε μη Ορθοδόξους ή από μη Ορθοδόξους σε Ορθοδόξους κατ' οικονομίαν και από αγάπη είναι μία ανόητη παγίδα, που οδηγεί ασφαλώς σε νοσηρή συγκρητιστική αδιαφορία, απομακρύνει από την αληθινή κοινωνία κι εδραιώνει τους ακολούθους της σε καινό κενό. Μάλιστα επειδή αυτό είναι μία πρόταση της Β' Βατικανείου Συνόδου προς τους πιστούς της και επειδή ο Ρωμαιοκαθολικισμός έχει μία νομική αντίληψη περί αποταμιευμένης χάρης και δεν πιστεύει στη μετοχή του ανθρώπου στις άκτιστες ενέργειες του Θεού, δεν μπορεί η Ορθόδοξη Εκκλησία να δεχθεί ενότητα χωρίς ενότητα των πιστών στην αυτή ορθή πίστη.

Οικουμενικός Διάλογος και Οικουμενική Κίνηση «χαρακτηρίζεται καταρχήν το φαινόμενο μιας προσπάθειας και ενός αγώνος των εκκλησιών να αποκαταστήσουν τη διαίρεση και να βρουν τη μεταξύ τους ενότητα στο πεδίο της δογματικής διδασκαλίας και της εκκλησιαστικής ζωής»2. Ο Οικουμενικός Διάλογος ξεκίνησε κύρια από τον Προτεσταντισμό, που αναζητά μέσα από την πολλαπλή διάσπασή του την ενότητα και το πλήρωμα της αλήθειας. Όμως συχνά η αλήθεια παραμερίσθηκε και υπερτονίσθηκε η αγάπη. Η αλήθεια θεωρήθηκε απομακρυσμένη απ' όλους κι ότι όλοι πορεύονται να την πλησιάσουν, να τη γνωρίσουν, να την αποκτήσουν. Η περισσή ευγένεια, η διαχυτική καλωσύνη, η φλύαρη αγαπολογία, ο έντονος αγαπισμός κυριαρχούν πλέον και οι κρίνοντες τις ανίερες αυτές στάσεις εύκολα χαρακτηρίζονται ως φονταμενταλιστές. Απλώς ταπεινά φρονούμε και επισημαίνουμε πως την υπεράσπιση της αγιοπατερικής παραδόσεως και της ακρίβειας και ομολογίας της πίστεως θα πρέπει ν' ακολουθούμε με γνώση, τεκμηρίωση και προσοχή, ώστε να είμεθα συγκεκριμένοι και αποτελεσματικοί και όχι να παρασυρόμεθα σε αφοριστικές γενικότητες, απλουστεύσεις και μεγεθύνσεις συνδεδεμένες μ' εσχατολογικές τρομολαγνείες κι αντιχριστολογίες ασαφείς.

Η αίρεση είναι αναλήθεια, ψεύδος, απάτη, δαιμονισμός, μίσος και παραποίηση της Αλήθειας της Εκκλησίας, αγάπη του ψεύδους. Η Ορθόδοξη Εκκλησία φυλάγει ακέραιη, ακριβή, αμόλυντη και απαραχάρακτη την αλήθεια και «ου γαρ δυνάμεθά τι κατά της αληθείας, αλλ' υπέρ της αληθείας»3. Η νομική θεώρηση της σωτηρίας για τον προτεσταντικό κόσμο σχετίζεται οργανικά με τη λογική ερμηνεία και διερεύνηση των δογματικών αληθειών. Οι σχολαστικοί δογματολόγοι στηρίζονται κύρια στη λογική και νομική κρίση για την κατανόηση της αλήθειας του δόγματος με τρανό παράδειγμα τον Θωμά Ακινάτη, που κατοχύρωσε θεολογικά αρκετές παπικές πλάνες. Η παγερή παπική σχολαστική θεολογία έφερε τη Μεταρρύθμιση και την Αναγέννηση, τον Προτεσταντισμό, τον Ουμανισμό, την ατομική θρησκευτικότητα, την ιδιωτική ευσέβεια, τη λογοκρατία, τον ρομαντισμό, τον επιστημονισμό και ιδεαλισμό. Απομονώθηκε αυστηρά η βιβλική θεολογία στη Δύση από την αγιοπατερική παράδοση κι ερμηνεία. Ο δυτικός Χριστιανισμός πάσχει από ένα δυνατό ανθρωποκεντρισμό.

Όλα αυτά τα μεγάλα λάθη του παρελθόντος συνοδεύουν τον δυτικό χριστιανικό κόσμο και σήμερα, παρά τις όποιες καλές προθέσεις, συχνές συναντήσεις, ανοιχτούς και μακρούς διαλόγους, τις δημόσιες «συγγνώμες», αλλά τόσο προσεκτικά συγκεκριμένες και τοποθετημένες, που θέλουν ένα συνεχώς χαμογελαστό Χριστό, ένα κοινωνικό εργάτη, ένα Χριστιανισμό ασταύρωτο, γλυκερό ως ανοιχτό φιλανθρωπικό σωματείο. Ο Οικουμενικός Διάλογος άρχισε στις αρχές του 20ού αιώνος. Δυστυχώς συνδέθηκε με τον Οικουμενισμό, που αποτελεί άχαρο μόρφωμα, δικαιολογημένα, δίκαια κι εύστοχα χαρακτηρισθέντα από τον μακάριο Γέροντα Ιουστίνο Πόποβιτς παναίρεση.

Μερικές φορές μάλιστα Ορθόδοξοι θεολόγοι και ταγοί θέλησαν να γίνουν τολμηροί πρωτοπόροι του διαλόγου της αγάπης υπογράφοντας τόμους αγάπης, ασπαζόμενοι σε πλατείες, θεμελιώνοντας μια νέα εποχή ενότητος με πολλή ανθρωπιά κι αγάπη και λίγη αλήθεια κι ακρίβεια. Η παρουσία της Ορθόδοξης Εκκλησίας στον Οικουμενικό Διάλογο μπορεί να είναι μόνο σεμνά και ταπεινά ιεραποστολική. Η Ορθόδοξη εκκλησιολογία με τη χριστολογική και τριαδολογική βάση της εμπνέει και διδάσκει την ελευθερία, ειρήνη, αγάπη κι αλήθεια. Η μυστηριακή εμπειρία, ο πλούτος της θείας λατρείας και η αγιοπατερική παράδοση αποτελούν δημιουργική μαρτυρία, φιλοκαλία άφθαστου κάλλους.

Ο παρασυρμός και των Ορθοδόξων, με επιλεγμένα χωρία περί αγάπης, σε μία συνεχή κοινωνική υπερδραστηριότητα αποτελεί σοβαρό κίνδυνο κι εγκαθίδρυση της εκκοσμίκευσης. Μη παρεξηγηθούμε ως αφιλάνθρωποι, αλλά η ενασχόληση του λεγομένου Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών τις τελευταίες δεκαετίες με κοινωνικοπολιτικά θέματα προβληματίζει πολλούς πολύ. Τα φαινόμενα αυτά εισερχόμενα κι εντός των ορθοδόξων τειχών και μη φωτιζόμενα από το λαμπερό αγιογραφικό και θεοφώτιστο αγιοπατερικό πνεύμα της Αλήθειας, που θα ενώσει θεωρία και πράξη, προσευχή και έργο, δόγμα και ήθος, δεν θα προσφέρουν θυσιαστική, ευαγγελική αγάπη, αλλά ευμάρεια, ευδαιμονισμό, κοσμική άνεση, μάταιη απάτη εφήμερης καλοπέρασης, αυτής που κραυγάζει όλη η Δύση: Κουρασθήκαμε νάμαστε ξεκούραστοι. Η άνεση έφερε ανία!

Κατόπιν των λίαν συνοπτικών τούτων με σαφήνεια καταθέτουμε πως δεν δεχόμεθα απροϋπόθετο Διάλογο. Δεν αναζητά η Ορθόδοξη Εκκλησία την Αλήθεια. Την έχει. Το θέμα είναι αν τη βιώνουμε. Υπεύθυνα να προβούμε σε αυτοκριτική. Είμεθα ορθόδοξα Ορθόδοξοι; Ειλικρινά να διερωτηθούμε: «Μήπως συμμετέχουμε σ' ένα Διάλογο, που η φιλοσοφία του, οι στόχοι και οι μέθοδοι μας έχουν έντεχνα επιβληθεί; Είναι δυνατόν, άραγε, ένας Διάλογος στο όνομα της Αλήθειας να απαιτεί όλοι να κάνουν υποχωρήσεις -και εκείνοι που έχουν την Αλήθεια- για την κοινή "ειρήνη" και την "ενότητα"»4;

Ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ συχνά τόνιζε πως ποτέ δεν πρέπει «να στρέφωμεν την αγάπην εναντίον της Αληθείας, κολακεύοντας ο ένας τον άλλον εν ονόματι της "οικουμενικής συντροφιάς"...»5. Έτσι, ενώ στις αρχές του 20ού αιώνος ο Οικουμενικός Διάλογος ξεκίνησε «εν τη αληθεία», στο τέλος του κατέληξε μόνο «εν τη αγάπη», αφού υπάρχει αδιαφορία ή δυσφορία για την αλήθεια και θεωρείται δυνατή η ενότητα με ουσιαστικές διαφοροποιήσεις στην Παράδοση και με διαφορετικές «αλήθειες». Στο Βανκούβερ το 1983 «οι θεολογικές διαφορές κατακυρώθηκαν ως νόμιμες και δεν θεωρήθηκαν εμπόδιο για την ενότητα»! Η πρόσκληση των αιρετικών στην Ορθοδοξία θεωρείται εγωιστικός προσηλυτισμός. Η εξίσωση της αληθείας με την αίρεση συντείνει στον αποπροσανατολισμό της μεταστροφής των ετεροδόξων. Στην Οικουμενική Χάρτα του 2000 αναφέρονται απαράδεκτα «όλες οι αιρετικές ομολογιακές ομάδες ως ισοδύναμες "Εκκλησίες"»6. Υπόσχονται μάλιστα «να μη προτρέπωμεν ανθρώπους να αλλάσσουν την Εκκλησίαν αυτών»7. Συγκεκριμένα ο Ρωμαιοκαθολικισμός πιστεύει ακράδαντα ότι είναι η μόνη «Εκκλησία εντός των κόλπων της οποίας ο Χριστιανικός κόσμος θα επανεύρη την ενότητα»8.

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος έγκαιρα τόνιζε: «Δέος μη τις παραφθαρή υπό της των αιρετικών αγάπης»9. Μετά τη Β' Σύνοδο του Βατικανού, το Βατικανό ξεκίνησε οργανωμένη «επίθεσιν δια λόγων αγάπης και ταπεινοφροσύνης» με τη βέβαιη ελπίδα «ότι η τακτική αυτή θα φέρη περισσότερους καρπούς» απ' όσους έφερε η «σκληρά γραμμή»10, που είχε μέχρι τότε ακολουθηθεί. Η νέα γραμμή ακολουθήθηκε πρόθυμα κι από την Ορθόδοξη ηγεσία, αφού η αγάπη κατέστη ανώδυνη κι η αλήθεια οδυνηρή. Διαχωρίζεται η πίστη από την αγάπη κι υποτάσσεται η θεολογία της αλήθειας στον διάλογο της αγάπης κι έχουμε τελικά «διαίρεση της Αγάπης από της Αληθείας»11. Οι Δυτικοί θέλουν να εμφανισθεί ο Διάλογος «ως μη οφειλόμενος σε δογματικές διαφορές, αλλά σε ψυχολογικές ή -το πολύ- σε διαφορές θεολογικών "σχολών"»12. Μάλιστα το σχίσμα μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας θεωρείται ότι έγινε όχι για την αίρεση του παπισμού, αλλά από υποχώρηση της αγάπης.

Είναι γεγονός πως πάντοτε οι αιρετικοί διακατέχονταν από έντονο αταπείνωτο φρόνημα. Αυτός ο εγωισμός τους θα πρέπει να μας προβληματίσει. Ορισμένοι πάλι οδηγούμενοι σε αναζήτηση πληροφορούνται καθησυχαστικά από τους διαλεγομένους: «Μείνατε όπου είστε. Είμαστε το ίδιο. Η ένωσις επίκειται». Έτσι κλείνεται η θύρα της βασιλείας των ουρανών σε πολλές ψυχές που αναζητούν την αλήθεια και τη σωτηρία τους13. Δημιουργείται έτσι τεχνηέντως δια του συνεχομένου συγχρωτισμού και των συμπροσευχών μεγάλη σύγχυση. Αυτή η σύγχυση μεγαλώνει όταν στο πνεύμα αυτής της αναληθούς αγάπης οι διαχριστιανικοί διάλογοι γίνονται διαθρησκειακοί κι επικρατεί ο συγκρητισμός.

Ο θεολογικός Διάλογος Πίστεως σκόπιμα μετετράπη σε Διάλογο Αγάπης. Το συναίσθημα υπερνικά την Αλήθεια. Η Δύση κατάφερε να δημιουργήσει μάλιστα ενοχές και μειονεξίες σε ορισμένους ημετέρους. Η μεγάλη αρετή της Αγάπης δεν μπορεί να είναι αποκομμένη από καμμία άλλη ευαγγελική αρετή και μάλιστα της Αλήθειας της πίστης, της διάκρισης και της ταπείνωσης. Η Αλήθεια δεν είναι ιδέα, είναι το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Κατά τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης «η πίστις της ομολογίας προλάμπει και η αγάπη τη πίστει συμπλέκεται»14. Βεβαίως αγάπη, αλλά αγάπη μόνο «εν τη αληθεία» και αλήθεια μόνο «εν τη αγάπη». Πραγματική αγάπη σημαίνει γνήσια, ειλικρινή και ολόψυχη εμμονή στην αλήθεια. Το λέγει καθαρά ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Ει που την ευσέβειαν παραβλαπτομένην ίδοις, μη προτίμα την ομόνοιαν της αληθείας, αλλ' ίστασο γενναίως έως θανάτου... την αλήθειαν μηδαμού προδιδούς. Προτιμητέα η αλήθεια της αγάπης, αφού "μηδέν νόθον δόγμα τω της αγάπης προσχήματι παραδέχησθε"»15.

Η αποδοχή των αρετών της Αγάπης και της Αλήθειας γενικά είναι κάτι το αυτονόητο. Το πρόβλημα αρχίζει στην κατανόηση των μεταξύ τους σχέσεων. Κατά το Ευαγγέλιο οι δύο μεγάλες αυτές αρετές «δεν κατανοούνται πρωτίστως σε σχέση με τον άνθρωπο αλλά σε σχέση με το Θεό, και γι' αυτό ουδέποτε μπορούν να παρουσιαστούν ανεξάρτητες η μία από την άλλη»16. Αγάπη κι Αλήθεια δεν μπορούν να σταθούν αυθύπαρκτες. Κοινή πηγή τους ο Χριστός, που λέει «εγώ ειμι η οδός και η αλήθεια και η ζωή»17. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης χαρακτηριστικά θα πει. «Ο Θεός αγάπη εστί, και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ»18. Αλήθεια κι Αγάπη είναι οι δύο όψεις του ίδιου πολύτιμου νομίσματος, δεν είναι απλές αρετές, αλλά μυστήριο, που φανερώνει το πρόσωπο του Θεού, αδύνατο να κατανοηθεί πλήρως από την ανθρώπινη πενία. Λέγει ο μακαριστός Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ: «Η αγάπη του Χριστού κατά την φύσιν αυτής είναι πυρ ζωοποιούν, ερριμένον από των ουρανών επί της γης δια της ελεύσεως του Υιού του Θεού. Η αγάπη αύτη είναι η άκτιστος ζωή Αυτού του Θεού. Εντός των ορίων της επιγείου υπάρξεως ημών κατακαίει αύτη εν ημίν παν αλλότριον αυτής και ενταυτώ πληροί ημάς ενεργείας άλλου είναι, ακαταλήπτου έως τότε. Είναι απαραίτητον να επισκιάση ημάς δύναμις εξ ύψους, καταξιούσα ημάς να γνωρίσωμεν υπαρκτώς την αγάπην ταύτην. Άνευ της εμπειρίας ταύτης ουδείς εκ των ανθρώπων είναι εις θέσιν να κατανοήση το φαινομενικώς παράδοξον των εντολών του Ευαγγελίου: "Αγαπάτε τους εχθρούς υμών"»19. Ο δε άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, του οποίου η μνήμη σήμερα, έγραφε: «Όσον μεγαλυτέρα η αγάπη, τόσον μεγα­λυτέρα η οδύνη της ψυχής. Όσον πληρεστέρα η αγάπη, τόσον πληρεστέρα η γνώσις. Όσον φλογωτέρα η αγάπη, τόσον εμπυρωτέρα η προσευχή. Όσον τελειωτέρα η αγάπη, τόσον αγιώτερος ο βίος. Ουδείς εξ ημών αφικνείται εις το πλήρωμα της αγάπης της Θεοτόκου και έχομεν χρείαν αδαμιαίας μετανοίας. Αλλ' εκ μέρους, καθώς το Άγιον Πνεύμα διδάσκει ημάς εν τη Εκκλησία, κατανοούμεν και ημείς την αγάπην αυτήν»20.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι «στύλος και εδραίωμα της αλη­θείας»21. Τούτο υπάρχει στην οντολογική ενότητα Χριστού και Εκκλησίας. Υπάρχουν όμως κι «εκκλησίες» που διεκδικούν καθολικότητα κι υποστηρίζουν ένθερμα ότι η αλήθεια είναι η σύνθεση πολλών ή όλων. Τα δόγματα της Εκκλησίας δεν είναι κάποιες ιδέες κάποιων, αλλά η ζωή της Εκκλησίας, που είναι ο οίκος του ζώντος Θεού, και που οι αδιασύνδετες εντολές Του για ολοκάρδια αγάπη προς Θεό και άνθρωπο, που είναι αδιάσπαστη σύνοψη όλων των Κυριακών εντολών, συνιστούν τη Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική του Χριστού Εκκλησία. Μία Εκκλησία αληθινή, αναλλοίωτη, απαραχάρακτη, αναλλοτρίωτη, που παραμένει καθαρή παρά την αναλήθεια των εκφραστών της. Όπως έλεγε ο Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης: «Το μεγαλύτερο θαύμα της Ορθοδοξίας είναι ότι διαφυλάχθηκε αλώβητη παρά τους τόσους αναξίους εκφραστές της»! Ο μακαριστός Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης έλεγε: «Η Εκκλησία δεν είναι καράβι του κάθε επισκόπου να κάνη ό,τι θέλει». Για τ' ανοίγματα του πατριάρχη με τους παπικούς έλεγε σε κάποιον: «Κάνω προσευχή για να κόβη ο Θεός μέρες από μένα και να τις δίνη στον πατριάρχη Αθηναγόρα, για να ολοκληρώση την μετάνοιά του»22.

Αλήθεια και Αγάπη δεν μπορούν να μη συνυπάρχουν και μάλιστα σε θεολογικούς και Οικουμενικούς Διαλόγους. Η αναφορά των Αγίων Αποστόλων στο ένα θέμα ήταν ταυτόσημη με το άλλο. Λέγει χαρακτηριστικά ο Ευαγγελιστής Ιωάννης: «ους εγώ αγαπώ εν αλη­θεία, και ουκ εγώ μόνος, αλλά και πάντες οι εγνωκότες την αλήθειαν, δια την αλήθειαν την μένουσαν εν ημίν, και μεθ' ημών έσται εις τον αιώνα. έσται μεθ' υμών χάρις, έλεος, ειρήνη παρά Θεού πατρός και παρά Κυρίου Ιησού Χριστού του υιού του πατρός, εν αληθεία και αγάπη»23. Διάσπαση των δύο σημαίνει διαστροφή και των δύο. Η Ευαγγελική Αλήθεια, η Ορθόδοξη Πίστη, δίχως θυσιαστική Αγάπη καταντά στείρα ιδεολογία κι ακραίος φανατισμός. Η χριστιανική Αγάπη διαζευγμένη την Αλήθεια εκπίπτει σε συναισθηματικό γλυκασμό, που συνιστά ένα ωραίο εγωισμό της φιλαυτίας και της φιλοδοξίας, είναι ένα ακάθαρτο συναίσθημα, που κρατά χαμηλά και τον δότη και τον λήπτη και καθημερινά παρακολουθούμε τα θύματα αυτής της ανόσιας κι ανούσιας αγάπης.

Εν Αληθεία και Αγάπη ανυποχώρητα λοιπόν πάντοτε. Για να μη κατακριθούμε, όπως έλεγε ο Απόστολος Παύλος στους κατοίκους αυτής της πόλεως: «ίνα κριθώσι πάντες οι μη πιστεύσαντες τη αλη­θεία, αλλ' ευδοκήσαντες εν τη αδικία»24. Αγαπητοί μου, ζύγιασα την αφιλόδοξη εισήγησή μου και τη βρήκα ελλιποβαρή, πρόσθεσα δάκρυα Αγάπης και δεήσεις Αληθείας και τόλμησα να σας την παρουσιάσω ως ισοβαρή, αλλ' όχι όμως θαρρώ υπέρβαρη. Ευχαριστώ για την προσοχή σας και μη θεωρείτε ότι είναι αδύναμη κι όχι απαραίτητη η προσευχή σας. Εμείς ας επιμείνουμε σε αυτόν τον μονόλογο, που σίγουρα θα μετατραπεί σε διάλογο, ακούγοντας τη φωνή του Θεού, που είναι η όντως Αγάπη κι Αλήθεια. Καθυστερεί ενίοτε ο Θεός αλλά δεν αγνοεί. Εμείς κύρια και πρώτιστα είμεθα υπέρ αυτού του διαλόγου. Και αντί της παραμονής μας στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών ας αγωνισθούμε σθεναρά εν αληθεία και αγάπη μεταξύ των απανταχού Ορθοδόξων Εκκλησιών προς μεγαλύτερο και καλύτερο σύνδεσμο, ώστε διαφορές δικαιοδοσιών να μη λυπούν τον Θεό και σκανδαλίζουν τον λαό. Εύχεσθε.

1. Dimitru Staniloae, Για ένα Ορθόδοξο Οικουμενισμό, ευχαριστία-πίστη-Εκκλησία (Το πρόβλημα της intercommunio), Πειραιεύς 1976, σ. 29.

2. Νικολάου Α. Ματσούκα, Οικουμενική Κίνηση. Ιστορία-Θεολογία, Θεσσαλονίκη 1991, σ. 5.

3. Β' Κορ. 13, 8.

4. Παναγιώτου Σημάτη, Διαχριστιανικοί Διαθρησκειακοί Διάλογοι, Αθήνα 2003, σσ. 22-23.

5. Όπ. π., σ. 31.

6. Αστεριού Χατζηνικολάου, Αρχιμ., Η Ορθοδοξία στη θύελλα του σύγχρονου συγκρητισμού, Αθήνα 2002, σ. 40.

7. Νικολάου Βασιλειάδη, Πανθρησκειακός Οικουμενισμός, Αθήνα 2002, σ. 18.

8. Σπυρίδωνος Μπιλαλη, Αρχιμ., Ορθοδοξία και Παπισμός, τ. Α', Αθήναι 1971, σ. 361.

9. Όπ. π., σ. 343.

10. Παντελεήμονος Ροδοπούλου, Μητροπολίτου, Μελέτη Α', Θεσσαλονίκη 1993, σ. 647.

11. Κωνσταντίνου Μουρατίδη, «Η αλήθεια δια τον "θεολογικόν" διάλογον», Κοινωνία 2 (1980) 138.

12. Στυλιανού Παπαδοπούλου, Ορθοδόξων Πορεία, Αθήνα 2000, σ. 130.

13. Γεωργίου Γρηγοριάτου, Αρχιμ., Ορθοδοξία και Ουμανισμός, Ορθοδοξία και Παπισμός, Άγιον Όρος 1995, σ. 9.

14. Σπυρίδωνος Μπιλάλη, όπ.π., τ. Β', σ. 391.

15. Όπ. π., σσ. 338, 343.

16. Γεωργίου Δορμπαράκη, Πρωτοπρ., «Αλήθεια και Αγάπη», Πειραϊκή Εκκλησία 150/ (2004) 39.

17. Ιω. 14, 6.

18. Α' Ιω.4, 16.

19. Σωφρονίου Σαχάρωφ, Αρχιμ., Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστι, Έσσεξ Αγγλίας 1992, σ. 229.

20. Σωφρονίου Σαχάρωφ, Αρχιμ., Ο Γέρων Σιλουανός, Θεσσαλονίκη 1973, σ. 362.

21. Α' Τιμ. 3, 15.

22. Ισαάκ, Ιερομονάχου, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, Άγιον Όρος 2004, σ. 691.

23. Β' Ιω. 1-3.

24. Β' Θεσ. 2, 12. "ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ Γένεση-Προσδοκίες-Διαψεύσεις"

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΔΙΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ Αίθουσα Τελετών Α.Π.Θ. 20-24 Σεπτεμβρίου 2004- ΤΟΜΟΣ Β'-Εκδόσεις ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ

Ιωάννης Τάτσης, Προπύργιον του Οικουμενισμού το Bose της Ιταλίας

πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 25/6/2010
Προπύργιον του οικουμενισμού το Bose της Ιταλίας
του Ιωάννη Τάτση, Θεολόγου
Εργαστήρι οικουμενιστικής θεολογίας αποτελεί η μοναστική κοινότητα του Bose της Βόρειας Ιταλίας. Στο παπικό αυτό μοναστήρι κάθε χρόνο διοργανώνονται διαχριστιανικά συνέδρια με ομιλητές όχι μόνο παπικούς αλλά και ορθοδόξους κληρικούς και θεολόγους. Η κοινότητα αυτοπροβάλλεται ως φιλορθόδοξος και τα μέλη της υποτίθεται ότι εντρυφούν στην ορθόδοξη ασκητική παράδοση. Παρά ωστόσο τη βαθιά γνώση της διδασκαλίας των ορθοδόξων ασκητών Πατέρων παραμένουν αμετανόητοι και σταθεροί στην πίστη της αίρεσης τους!
Η συμμετοχή πολλών ορθοδόξων στα διαχριστιανικά συνέδρια του Bose δημιουργεί μεγάλη σύγχυση στους ορθόδοξους πιστούς όχι μόνο της Ιταλίας, αλλά ολόκληρης της Ευρώπης.....
Και πώς να μην μπερδευτεί ένας πιστός βλέποντας ορθόδοξες βυζαντινές εικόνες να κοσμούν τα έντυπα της αδελφότητας του Βοse ή εισηγήσεις με θέματα όπως «Κοινωνία και ησυχία κατά τον άγιο Ισαάκ το Σύρο», «Η πρόκληση του κοινοβιακού βίου στη Μονή της Όπτινα» ή «Κοινωνία και ερημία κατά το Μέγα Βασίλειο»; Ο προσεκτικότερος ωστόσο μελετητής των ονομάτων των ορθοδόξων εισηγητών διαπιστώνει πως οι περισσότεροι από αυτούς είναι πρωτεργάτες οικουμενιστικών δράσεων και εντός των Ορθοδόξων Εκκλησιών από τις οποίες προέρχονται.
Αποκαλυπτική του οικουμενιστικού χαρακτήρα της αδελφότητας του Bose είναι και η επίσημη ιστοσελίδα της. Σε αυτή ρητά αναφέρεται ότι στη μονή Bose εγκαταβιώνουν «μοναχοί και μοναχές» από όλες τις χριστιανικές ομολογίες (παπικοί, προτεστάντες, μεθοδιστές κ.α.) υπό την πνευματική καθοδήγηση του παπικού Enzo Bianchi. Δεν πρόκειται παρά για εφαρμογή του οικουμενισμού όχι μόνο στη θεολογία, αλλά και στη λειτουργική πράξη και τη μοναχική ζωή.
Το διαχριστιανικό συνέδριο του Bose για το έτος 2010 θα γίνει από τις 8 έως τις 10 Σεπτεμβρίου με θέμα «Κοινωνία και ερημία». Το πρόγραμμα που ήδη κυκλοφόρησε προβλέπει μεταξύ άλλων «Τέλεση της Ορθόδοξης Θείας Λειτουργίας» (Celebration of the Orthodox Divine Liturgy) με την ευκαιρία του εορτασμού του Γενεθλίου της Θεοτόκου (8 Σεπτεμβρίου). Τι ακριβώς θα είναι αυτή η Θεία Λειτουργία και από ποιους θα τελεστεί δεν γνωρίζουμε. Είμαστε όμως σχεδόν βέβαιοι ότι συμπροσευχόμενοι θα παρίστανται από κοινού κληρικοί και πιστοί ορθόδοξοι, παπικοί και από κάθε χριστιανική ομολογία.
Να σημειωθεί δε ότι η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος στη συνεδρίαση της 4ης Μαΐου 2010 όρισε εκπροσώπους για να παραστούν στο συνέδριο αυτό του Bose, χωρίς ωστόσο να γίνουν γνωστά τα ονόματα των εκπροσώπων αυτών.
Είναι ξεκάθαρο ότι η κοινότητα του Bose αποτελεί ένα ισχυρό προπύργιο του οικουμενισμού. Η συμμετοχή στα συνέδρια της ορθοδόξων κληρικών και θεολόγων αποτελεί πράξη θεολογικής και ποιμαντικής ανευθυνότητας αφού αφενός οδηγεί σε σύγχυση τους ορθόδοξους πιστούς αφετέρου δε κανέναν ετερόδοξο δεν οδήγησε στην επιστροφή στην Ορθόδοξη Εκκλησία.

Ο π. Συμέων Βιλόβσκι απαντά στον επίσκοπο πρ. Ερζεγοβίνης Αθανάσιο (Γιέφτιτς)

πηγή: romfea.gr
Επιστολή στο Πρακτορείο Εκκλησιαστικών Ειδήσεων «Romfea.gr», απέστειλε ο π. Συμέων Βιλόβσκι, με αφορμή την συνέντευξη του Επισκόπου πρ. Ερζεγοβίνης κ. Αθανασίου (Γιέφτιτς) στην Romfea.gr.
Η επιστολή απάντηση του Συμέων Βιλόφσκι έχει ως εξής:
Α'. Περί του Επισκόπου και Γέροντός μου Αρτεμίου
Σεβασμιώτατε,
Μέσα από το κρατητήριο όπου κρατούμαι αναμένοντας την έκβαση της υποθέσεως της έκδοσής μου στη Σερβία και ύστερα από προσεκτική ανάγνωση της συνέντευξής σας στον Διευθυντή κ. Αιμίλιο Πολυγένη του Πρακτορείο Εκκλησιαστικών Ειδήσεων «Ρομφαία» στις 15-6-2010, επιτρέψτε μου να απαντήσω κι εγώ δημόσια, όπως αρμόζει, με πόνο, αλλά και με φόβο Θεού, έτοιμος αεί προς απολογίαν παντί τω αιτούντι με λόγον, μετά πραΰτητος και φόβου, συνείδησιν έχων αγαθήν (πρβλ. Α΄Πέτρ. γ´15-16).......
Σ᾽ αυτό το πρώτο μέρος των απαντήσεών μου θα επικεντρωθώ στην πολεμική σας κατά του Επισκόπου και Γέροντός μου κ. Αρτεμίου (Ραντοσάβλιεβιτς).
Θα μου επιτρέψετε, Σεβασμιώτατε, να κάνω επισημάνσεις και διευκρινήσεις, αλλά και να καταδείξω τις αναλήθειες που διατυπώσατε. Έχω τη βέβαιη πίστη ότι η Αλήθεια για μας τους Ορθοδόξους Χριστιανούς είναι Ενυπόστατη, αυτός ο ίδιος ο Χριστός μας, και γι’ αυτό πιστεύω ότι στις μεταξύ των Ορθοδόξων σχέσεις δεν χωρούν αγαπολογίες η ψευδοσυναισθηματισμοί.
Επίσης πιστεύω ότι την αλήθεια, όσες φορές και να την πει κανείς, την λέει πάντα με τα ίδια λόγια, ενώ το ψέμμα, όσες φορές το λέει κανείς, κάθε φορά χρησιμοποιεί άλλα λόγια και περιπίπτει σε αντιφάσεις και οδηγείται σε αδιέξοδα.
α) Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς - Ορθοδοξία
Πραγματικά ήταν πολύ ευχάριστο το γεγονός ότι σύσσωμη η Ιεραρχία της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας προχώρησε στην αγιοκατάταξη του αγίου πατρός μας Ιουστίνου, επικυρώνοντας έτσι την ώριμη και σταθερή πίστη του πληρώματος της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην αγιότητα του ανδρός.
Αυτό όμως που πραγματικά με λυπεί, Σεβασμιώτατε είναι ότι τόσο εσείς προσωπικά όσο και οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Αμφιλόχιος Ράντοβιτς, Ειρηναίος Μπούλοβιτς κ.α. τα τελευταία χρόνια αναπτύξατε δεσμούς και σχέσεις (συμπροσευχές, διαθρησκειακές συναντήσεις κλπ) με τον παπισμό και τους εκπροσώπους του, υιοθετώντας κατ’ ουσίαν την συμφωνία του Βalamand, ότι δηλαδή η Ορθόδοξη Εκκλησία και οι παπικοί είμαστε «αδελφές εκκλησίες», όπως επίσης αποδεχόμενοι πλήρως την καινοφανή εκκλησιολογία του Μητροπολίτη Περγάμου κ. Ιωάννη (Ζηζιούλα) ότι «η Εκκλησία είναι ευρυτέρα της Ορθοδοξίας έννοια» κλπ.
Επίσης να σας θυμίσω ότι εσείς είσασταν που μεταφράσατε την ομιλία του Μητροπολίτου Περγάμου επί τη συμπληρώσει 1000 ετών εκχριστιανισμού της Ρωσίας, όπου μεταξύ άλλων ο Σεβασμιώτατος Περγάμου αναφέρει: «παρήλθε πλέον η εποχή της ναρκισσευομένης Ορθοδοξίας», την οποία ομιλία και διαδίδατε με πολύ ζήλο.
Συνέπεια των παραπάνω ήταν ότι, αν και αποφάσισε η Ιεραρχία της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας (ΣΟΕ) να αποχωρήσει απο το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών (ΠΣΕ), με την σύμφωνη εισήγηση πολλών Σεβασμιωτάτων Ιεραρχών, μεταξύ των οποίων και του κ. Αρτεμίου, εσείς, Σεβασμιώτατε, μαζί με ορισμένους Ιεράρχες, ενεργήσατε ώστε να μην υλοποιηθεί αυτή η απόφαση. Γι’ αυτό και παραμένει η ΣΟΕ έως σήμερα μέλος του ΠΣΕ.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ανακοινώνεται τώρα με τον πιο επίσημο τρόπο και η έλευση του Πάπα Βενέδικτου (Ράτσιγγερ) ως αρχηγού της «Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας» στο Νις το 2013.
Αυτά όμως έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τη διδασκαλία του αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς, όπως αυτή είναι εκδεδομένη στη Δογματική, τα υπομνήματα και τα άλλα βιβλία του και όπως εγώ τη διδάχθηκα από τον Γέροντά μου Σεβασμιώτατο Επίσκοπο Ράσκας και Πριζρένης κ. Αρτέμιο.
Θα μπορούσα να πω περισσότερα λεπτομερώς, αλλά δεν θα ήθελα να πλατιάσω. Επιφυλάσσσομαι όμως να δημοσιοποιήσω σχετικά κείμενα εν ευθέτω χρόνω.
Πάντως την αναλήθεια της διαβεβαίωσής σας ότι στην Σερβία «Έχουμε πάρα πολλά προβλήματα, και δεν ασχολούμαστε με τα ζηλωτικά» μπορούν όλοι να την αντιληφθούν αν παρακολουθήσουν την δημοσιευμένη με αγγλικούς υπότιτλους συνέντευξή σας «περί Θείας Λειτουργίας» στο εκκλησιαστικό κανάλι «Λόγος» της Επισκοπής Ζίτσας τον Οκτώβριο του 2008 (http://www.youtube.com/watch?v=u6f6wK8_mFM). Εκεί σε έναν σχεδόν αδιάκοπο, δίωρο μονόλογο καταφέρεσθε εναντίον των «αμαθών» πιστών που τολμούν να δημιουργούν φασαρίες, διαμαρτυρόμενοι για τις λειτουργικές καινοτομίες που εισάγουν κάποιοι ιεράρχες.
β) Περί του Πατριάρχου Ειρηναίου
Σε σχέση με τις δηλώσεις σας για την εκλογή του νέου Πατριάρχη έχω να παρατηρήσω τα εξής: Αναφέρετε ότι κάποιοι δεν τον ψήφισαν. Και ότι ενώ περιμένατε την ενδεχόμενη εκδήλωση της ανθρώπινης αδυναμίας —να πέσουν δηλαδή αυτοί στη δυσμένειά του— αυτό δεν έγινε. Ωστόσο, όπως έδειξαν κατόπιν τα γεγονότα, φαίνεται ότι αυτό που δεν συνέβη σε άλλους, συνέβη (και συμβαίνει) στην περίπτωση του Σεβασμιωτάτου Αρτεμίου.
Προσωπικά προσεύχομαι και ελπίζω, ο Θεός που εμπιστεύθηκε τη Σερβική Εκκλησία στην πηδαλιουχία του Πατριάρχου Ειρηναίου να τον φωτίσει ώστε στο εγγύς μέλλον να άρει την αντικανονική απόφαση συνταξιοδότησης χωρίς κανονική αιτία και δίκη του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ράσκας και Πριζρένης κ. Αρτεμίου, να εγκύψει με πατρική στοργή στον Ορθόδοξο λαό και μοναχισμό του Κοσσόβου και να επανεξετάσει την δική μου υπόθεση με γνώμονα τους Ιερούς Κανόνες.
γ) Οι αναστηλώσεις των κατεστραμμένων εκκλησιών
Λέτε στη συνέντευξή σας: «Κυρίως όμως η σύγκρουση του Αρτεμίου είναι με την Ιεραρχία και τη Σύνοδο». Προσωπικά δεν πιστεύω ότι ο Επίσκοπος Αρτέμιος συγκρούσθηκε με ολόκληρη την Ιεραρχία. Όπως και να έχει το πράγμα όμως, η πέτρα του σκανδάλου ήταν οι αναστηλώσεις των κατεστραμμένων εκκλησιών της Επισκοπής Ράσκας και Πριζρένης και ότι στο θέμα αυτό, από το 2004 και μετά, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος άλλαξε την κανονική και πάγια στάση της, και παραθεωρώντας τον τοπικό Επίσκοπο, ανέλαβε η ίδια την ευθύνη, έναντι κυρίως των σχεδιασμών των Δυτικών Δυνάμεων που κατείχαν de facto το Κοσσυφοπέδιο.
Αναφέρεστε για το πώς έπρεπε να εκτελούνται τα έργα στην περιοχή του Κοσσόβου.
Είναι ένα τεράστιο θέμα και θα χρειαζόταν πολύς χρόνος και χώρος για μια περιγραφή, έστω και στοιχειώδη. Γράφτηκαν και δημοσιεύθηκαν πολλά κείμενα εκ μέρους του Σεβασμιωτάτου Αρτεμίου (αναλύσεις, επιστολές, ανακοινώσεις, εμπεριστατωμένες μελέτες από ειδικούς κλπ.). Ήταν ζήτημα που είχε πολλές πτυχές: πολιτικές, εκκλησιαστικές, επιστημονικές (αρχιτεκτονικές-κατασκευαστικές), οικονομικές. Πιστεύω ότι ο Σεβασμιώτατος Αρτέμιος δικαιώθηκε και δικαιώνεται για όλες τις επιλογές του.
Η κύρια σύγκρουση έγινε με την Δύση (ΕΕ, ΝΑΤΟ, HΠΑ), η οποία ενεργούσε ύπουλα εις βάρος των εθνικών σερβικών, πολιτικών, και εκκλησιαστικών συμφερόντων. Οι Δυτικοί δεν κατόρθωσαν να καταβάλουν το απτόητο αγωνιστικό σθένος του Σεβασμιωτάτου Αρτεμίου και γι’ αυτό προσέφυγαν στην ΔΙΣ της Εκκλησίας της Σερβίας και μέσω αυτής προσπάθησαν να επιβάλουν στον Σεβασμιώτατο Αρτέμιο τα σχέδιά τους. Επίσης κατάφεραν σε συνεργασία με τον βοηθό Επίσκοπο Θεοδόσιο και τον π. Σάββα Γιάνιτς από τη Μονή Ντέτσανι να θέσουν σε εφαρμογή μέρος των σχεδίων τους.
Από την πλευρά του ο Σεβασμιώτατος είχε στενή και έξοχη συνεργασία με ειδικούς Σέρβους πανεπιστημιακούς καθηγητές, αρχιτέκτονες και νομικούς, οι οποίοι περίτρανα υποστηρίζουν ότι τα προτεινόμενα από τη Δύση σχέδια σχετικά με τις αναστηλώσεις είναι απαράδεκτα και επιζήμια.
δ) Το Επισκοπείο στην Πριζρένη
Λέτε: «όταν έγιναν οι ανανεώσεις όλων των βασικών κτιρίων και άλλων, ο Αρτέμιος δεν τα δεχόταν, όπως το Επισκοπικό Μέγαρο στη Πριζρένη…»
Σεβασμιώτατε, αφού είναι έτσι, γιατί δεν μετακομίσατε ούτε εσείς ούτε ο επόμενος Τοποτηρητής έως τώρα στην Πριζρένη, εδώ και 5 μήνες; Από τον Αρτέμιο απαιτούσατε να μετακομίσει από την Γκρατσάνιτσα στην Πριζρένη, όπου είναι η έδρα του Επισκόπου Ράσκας και Πριζρένης. Όμως από εκεί εκδιώχθηκε μαζί με όλους τους Σέρβους το 1999. Ο λαός, δηλαδή το ποίμνιό του, δεν γύρισε και δεν γυρίζει πίσω, διότι δεν υπάρχουν συνθήκες επιβίωσης για τους Σέρβους εκεί.
Από κανέναν άλλον εκτοπισμένο από εμπόλεμη ζώνη επίσκοπο όμως δεν ζητήσατε να γυρίσει πίσω στην έδρα του (όπως π.χ. από τους επισκόπους που έφυγαν από τις έδρες τους τον καιρό του πολέμου στη Βοσνία). Κι αυτό γιατί στην ουσία αναγνωρίζετε το αυτονόητο ότι η εκάστοτε έδρα του Επισκόπου είναι θέμα ποιμαντικό, και ο έχων την ποιμαντική ευθύνη κρίνει με τον καλύτερο τρόπο γιάτο πού θα εδρεύει και από πού θα δρα μέσα σε τέτοιες συνθήκες.
Για την ποιότητα των έργων που έλαβαν χώρα κατά την αναστήλωση του επισκοπικού μεγάρου εδώ δεν θα μιλήσουμε, πάντως είναι απαράδεκτα. Με τον Σεβασμιώτατο Αρτέμιο είχαμε επισκεφθεί το Επισκοπείο μερικές φορές κατά την διάρκεια της ανακαίνισης, μαζί με ειδικούς, και συντάχθηκε μάλιστα από αυτούς μια έκθεση η οποία παρουσιάζει τα βασικώτερα ελαττώματα. Μέσα σ΄ όλο αυτό το διάστημα συντάχθηκαν μάλιστα μερικές ακόμη εκθέσεις εκ μέρους των ειδικών.
Λέτε: «Ο Επίσκοπος Θεοδόσιος τα παρέδωσε όμως στη Σύνοδο».
Πώς δηλαδή τα παρέδωσε; Από ποιόν τα παρέλαβε, από ποιόν έλαβε την εντολή να τα αναστηλώσει ή να τα παραδώσει; Ποιός ενέκρινε την ποιότητα των έργων; Βάσει ποιών νόμων (της Πρίστινας ή του Βελιγραδίου); Το θέατρο με παράδοση/παραλαβή των «αναστηλωμένων» ναών δεν μπορώ να το περιγράψω εδώ. Και πάλι εδώ υπήρξε αντικανονική ανάμιξη Επισκόπων που δεν είχαν δικαιοδοσία να το κάνουν. Εκτός από φοβερές κανονικές παραβάσεις (38ος και 41ος Αποστολικοί Κανόνες), ήταν και ένας εθνικός εξευτελισμός. Για την τεχνική πλευρά και την ποιότητα των έργων ήδη έχουν μιλήσει οι ειδικοί.
ε) Το πογκρόμ του 2004
Όμως εδώ παρατηρείται το εξής περίεργο, Σεβασμιώτατε: Δεν αναφέρεστε καθόλου στο γεγονός ότι υπήρξε ένα πογκρόμ (=εθνοκάθαρση) εκ μέρους των Αλβανών εξτρεμιστών εναντίον των Σέρβων του Κοσσυφοπεδίου και των μνημείων του σερβισμού στο πολύ πρόσφατο παρελθόν (2004), το οποίο και δικαιολογεί την άρνηση του Σεβασμιωτάτου Αρτεμίου να συμμετάσχουν στην αναστήλωση των ναών οι ίδιοι οι καταστροφείς των ναών.
Επίσης λησμονείτε να αναφέρετε, Σεβασμιώτατε, ότι εσείς προσωπικά και αργότερα η Ιερά Σύνοδος συμβουλέψατε τον Σεβασμιώτατο Αρτέμιο να μηνύσει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στρασβούργου τις 4 ευρωπαϊκές χώρες (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Βρεττανία), των οποίων δυνάμεις μετείχαν στην KFOR, διότι οι στρατιώτες τους, ενώ έπρεπε να προστατέψουν τα σερβικά ορθόδοξα μνημεία (ναούς και μοναστήρια) του Κοσσυφοπεδίου και τους εναπομείναντες Σέρβους από την μανία των UCKαδων, τα άφησαν προκλητικά να καταστρέφονται μπροστά στα μάτια τους.
Και τότε δικαίως και ευλόγως και εσείς, μαζί με τον Σεβασμιώτατο αρνιόσασταν να δοθούν χρήματα σε Αλβανούς και έτσι να μετάσχουν —τί ειρωνεία και τί ταπείνωση!— οι ίδιοι οι καταστροφείς των μνημείων στην αναστήλωσή τους, διότι κατόπιν τα μνημεία θα θεωρούνταν και δική τους «κοσοβαρική» κληρονομιά, πολιτιστική κληρονομιά ενός αρτισύστατου κράτους-προτεκτοράτου του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ, που εκτός από εμπόριο λευκής σαρκός και ναρκωτικών θα είχε τώρα να επιδείξει και τα δικά του «κοσοβαρικά» μεσαιωνικά μνημεία. Ενός κράτους που αναζητεί νομιμοφανή λόγο ύπαρξης, πέρα από το δίκαιο των όπλων και του ΝΑΤΟ.
Έως τότε, σε αυτό το θέμα είσασταν σύμφωνος με τον Επίσκοπο Αρτέμιο. Ο κ. Αρτέμιος έμεινε πιστός στην απόφαση της Συνόδου και στον λαό του έως τέλους. Εσείς, όμως, αλλάξατε. Τι μεσολάβησε άραγε;
Άρα κατά βάσιν, από όσα αναφέρθηκαν δεν υπήρχε διαφωνία του Αρτεμίου με τη Σύνοδο. Η Σύνοδος ήταν αυτή που στη συνέχεια διαφοροποιήθηκε από την αρχική της θέση, επιλέγοντας πιο «συμβιβαστικές» με την μεταβαλλόμενη πολιτική κατάσταση λύσεις.
Λέτε βέβαια ότι: «Η Ευρωπαϊκή Ένωση στα προγράμματα ήθελε δύο Σέρβους και δύο Αλβανούς, όπου στην επιτροπή αυτή η Σερβική Εκκλησία είχε το δικαίωμα του «βέτο», δηλαδή αν δεν συμφωνούμε σταματάμε και τότε δεν έρχονται και χρήματα.» Όμως πόσες φορές χρησιμοποιήθηκε αυτό το «βέτο» και σε ποιές περιπτώσεις; Δυστυχώς, δεν υπήρξε ούτε μία περίπτωση. Διότι ένα τέτοιο «βέτο» είναι ψευδεπίγραφο. Βέτο διαθέτει κάποιος, όταν συναποφασίζει κάτι με κάποιους άλλους επί ίσοις όροις. Αυτό δεν υπήρχε εδώ, όπου τα χρήματα τα έβαζε η ΕΕ με τους δικούς της όρους και προϋποθέσεις.
στ) Ο Επίσκοπος Θεοδόσιος
Όσο για τον επίσκοπο Λίπλιαν κ. Θεοδόσιο, έχω να πω τα εξής: Ο Επίσκοπος Θεοδόσιος είναι πνευματικός αδελφός μου, έχουμε τον ίδιο πνευματικό πατέρα, τον Επίσκοπο Αρτέμιο. Και μέχρι την ανάδειξή του σε βοηθό επίσκοπο, συνέπλεε και συμφωνούσε απολύτως με τη γραμμή και την τάξη του Γέροντός του, Επισκόπου Αρτεμίου.
Στη συνέχεια, παρασυρόμενος από ανθρώπινες αδυναμίες, διαφοροποιήθηκε και ενεργώντας αντικανονικά προς τα κυριαρχικά δικαιώματα (18ος της Δ’ Οικουμενικής, 31ος Αποστολικός Κανών) του Επισκόπου Αρτεμίου προέβη σε πρόχειρες αναστηλώσεις κάποιων μνημείων και κτιρίων υπό τους όρους των Δυτικών Δυνάμεων και χωρίς την άδεια του κυριάρχου επισκόπου, όπως προβλέπεται από τους Ιερούς Κανόνες.
ζ) Περί οικονομικών ατασθαλιών
Επανερχόμενος, Σεβασμιώτατε, στο σκεπτικό σας περί οικονομικών ατασθαλιών, αναφερόσαστε σε μια Επιτροπή του 2006, στην οποία συμμετείχαν εκπρόσωποι της Ιεραρχίας και εσείς προσωπικά. Εδώ έχω να κάνω τις εξής παρατηρήσεις. Πρώτον, μιλάτε γενικά και αόριστα περί πολλών ατασθαλιών, χωρίς να κατονομάζετε ούτε μία, ενώ από την άλλη αποσιωπάτε το γεγονός ότι κάθε χρόνο η Μητρόπολη Ράσκας και Πριζρένης έστελνε εμπεριστατωμένο απολογισμό και προϋπολογισμό στο Πατριαρχείο, τα οποία και τύχαιναν της εγκρίσεως των αρμοδίων υπηρεσιών του.
Επίσης, Σεβασμιώτατε, είπατε, χωρίς πάλι να το τεκμηριώνετε, ότι: «υπάρχουν πάρα πολλά χρήματα που φεύγουν από τον λαό του Κοσσόβου. Διότι ο,τι δίνει ο καθένας, το δίνει για το λαό του Κοσσόβου και όχι για ιδιωτικές επιχειρήσεις».
Όμως χάριν της αληθείας σας λέγω: Eπειδή ο σερβικός νόμος δεν επέτρεπε στην Επαρχία Ράσκας να συστήσει δική της τεχνική υπηρεσία (όπως αντίθετα συμβαίνει στην Ελλάδα), ο Σεβασμιώτατος προέτρεψε τη σύσταση ιδιωτικής τεχνικής εταιρείας, της «Rade Neimar», και στη στελέχωσή της με πρόσωπα ευϋπόληπτα και έντιμα, σερβικής εθνικότητας και Ορθόδοξου θρησκεύματος, ώστε αυτή να αναλαμβάνει την εκτέλεση των έργων αναστήλωσης της Επαρχίας, ακριβώς για να μη φεύγουν τα χρήματα μέσα από το Κόσοβο, αλλά να παραμένουν στους Σέρβους του Κοσσυφοπεδίου που θα απασχολούνταν από αυτήν.
Και βέβαια ο Suboticki, ο πρόεδρος της εταιρείας, δεν είναι κουμπάρος μου. Η μόνη μας σχέση είναι ότι ο αδελφός μου Βλαδίμηρος βάφτισε τον Suboticki και την οικογένειά του. Είναι πρόσωπο γνωστό στον Σεβασμιώτατο, αξιόπιστο και καθ’ όλα έντιμο.
Τέλος, για να καταλάβει και κάθε καλόπιστος αναγνώστης ότι καμμία κατηγορία για οικονομικές ατασθαλίες δεν ευσταθεί εναντίον του Σεβασμιωτάτου Αρτεμίου και των συνεργατών του, θα καταδείξω στο δεύτερο μέρος αυτής της απάντησης με αδιάσειστα στοιχεία και επιχειρήματα τις διάφορες πτυχές αυτού του θέματος.
η) Τα διαδραματισθέντα στην ΔΙΣ της 5-2-2010
Παρακάτω λέτε: "Σκεφτείτε τον κάλεσε η Ιερά Σύνοδος να έρθει στο Πατριαρχείο, και ήρθε ψεύτικα στους διαδρόμους για να βρει μόνο τον Πατριάρχη. Όμως ο Πατριάρχης του είπε: «Δέσποτα μου, έλα στη Σύνοδο στις 11:00 που θα συνεδριάζουμε». Αυτός τελικά δεν ήρθε! Μετά διέδιδε δεξιά και αριστερά, ότι δεν με θέλανε.
Εν πάση περιπτώσει στις 11 Φεβρουαρίου, βγήκε τελεσίδικη απόφαση να τεθεί σε διαθεσιμότητα διότι δεν δεχόταν τρεις αλλεπάλληλες επιτροπές. Και σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες, όταν ένας επίσκοπος αρνείται να υπακούσει στην ιεραρχία και να δεχθεί επιτροπές οι οποίες είναι σταλμένες από την Ιεραρχία, υπόκειται σε καθαίρεση."
Αυτά δεν ανταποκρίνονται στα γεγονότα και αν δεν είναι διαστρέβλωσή τους είναι τουλάχιστον αφελή. Δεν κάλεσε τον Αρτέμιο η Διαρκής Ιερά Σύνοδος (ΔΙΣ), αλλά ο Πατριάρχης Ειρηναίος τηλεφωνικώς την 4-2-2010 το απόγευμα και του είπε: «Εάν μπορείτε, Σεβασμιώτατε, να έρθετε αύριο [5-2-2010] στο Βελιγράδι, να ιδωθούμε».
Δεν του είπε «πρέπει να έρθετε», η «σας περιμένουμε» η «αύριο συνεδριάζει η ΔΙΣ» ή κάτι τέτοιο, αλλά «εάν μπορείτε». Αυτό είχε σαφώς την έννοια του «Εάν πάλι δεν μπορείτε, εντάξει».
Ο Πατριάρχης δεν μνήμονευσε την συνεδρίαση της ΔΙΣ καθόλου. Όσον αφορά την ορθή οδό πρόσκλησης του Σεβασμιωτάτου Αρτεμίου στην ΔΙΣ, η οποία ήταν η γραπτή πρόσκληση, ούτε λόγος να γίνεται. Ο Σεβασμιώτατος ήρθε στο Βελιγράδι στις 5-2-2010 και επισκέφτηκε τον Πατριάρχη κατά τις 10 π.μ. και μιλήσανε σχεδόν μισή ώρα.
Και πάλι εκείνος δεν του γνωστοποίησε την συνεδρίαση της ΔΙΣ ούτε του ανέφερε ότι πρέπει να έρθει. Κατόπιν όμως, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, τον καλέσανε τηλεφωνικώς οργισμένοι, κατηγορώντας και απειλώντας τον να εμφανισθεί άμεσα ενώπιόν τους…
Ο Σεβασμιώτατος Αρτέμιος έγραψε την ίδια μέρα μια δήλωση, όπου περιέγραψε όλα τα σχετικά συμβάντα και την έστειλε στον Πατριάρχη με φαξ. Ο Πατριάρχης, όμως, δεν του απάντησε ούτε γραπτώς ούτε προφορικώς, για να αναιρέσει τα γραφόμενα στη δήλωση.
Τα λόγια που εσείς, Σεβασμιώτατε, βάζετε στο στόμα του Πατριάρχη δεν ειπώθηκαν ποτέ...
θ) Μία επιτροπή και όχι τρεις - Aπομάκρυνση Αρτεμίου
Καταρχήν δεν υπήρξαν τρεις επιτροπές. Μόνον μία συστάθηκε από τον Μητροπολίτη Αμφιλόχιο, τον Επίσκοπο Ερζεγοβίνης Γρηγόριο, τους ιερείς Ράντιβογιε Πάνιτς, Βλάνταν Σίμιτς και Μίροσλαβ Τσολάκοβιτς και ήρθε την Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2010 στο Κόσοβο. Το ίδιο απόγευμα (!) αναχώρησε για το Βελιγράδι και την επομένη μέρα το πρωί (!) τα ίδια πρόσωπα κατέληξαν σε πόρισμα (!).
Με βάση το πόρισμα αυτό η πενταμελής ΔΙΣ (στην οποία πάλι συμμετείχαν οι Επίσκοποι Αμφιλόχιος και Γρηγόριος) το ίδιο πρωί (11-2-2010) έβγαλε ήδη την απόφαση της προσωρινής απομάκρυνσης του Αρτεμίου, χωρίς να τον καλέσει να συμμετάσχει σε αυτήν, για να δώσει εξηγήσεις.
Αυτή η απόφαση γνωστοποιήθηκε στον Σεβασμιώτατο Αρτέμιο δύο μέρες αργότερα, κατά τη συνεδρίαση της ΔΙΣ στις 13-2-2010 στο Βελιγράδι, στην οποία και αυτός εκλήθη.
Και πριν ολοκληρωθεί η συνεδρίαση της ΔΙΣ, εσείς, Σεβασμιώτατε Αθανάσιε, ήδη βρισκόσασταν στην Γκρατσάνιτσα με ελικόπτερο, και φθάσατε προτού επιστρέψει σ' αυτήν ο Σεβασμιώτατος Αρτέμιος. Γιατί άραγε, τί φοβόσασταν; Τί θέλατε να προλάβετε;
ι) «15 φάκελοι, από ένα κιλό ο καθένας»
Δυστυχώς και στη φράση: «βρήκαμε 15 φακέλους από ένα κιλό ο καθένας» υπάρχει ένα λογικό κενό που δημιουργεί στον καθένα ένα εύλογο ερώτημα: Καταρχήν μιλάτε προφανώς για φακέλους με στοιχεία για αξιόποινες πράξεις. Ποιός συνέλεγε τα στοιχεία αυτά, ώστε να τα βρείτε εσείς έτοιμα την ημέρα που ήρθατε για έλεγχο; Εκτός αν υπονοείτε ότι ο ίδιος ο Επίσκοπος Αρτέμιος φρόντιζε να φακελώνει τον εαυτό του με όλα εκείνα τα στοιχεία που επιβάρυναν τον ίδιο και τους συνεργάτες του.
ια) Περί μοναστηριών και σπιτιών του Αρτεμίου
Λέτε: «Ο Αρτέμιος έκανε και άλλες παραβάσεις, ίδρυσε δύο μοναστήρια εκτός της Μητροπόλεως του. Απέκτησε και δύο σπίτια στο Βελιγράδι και ένα τρίτο σε άλλη Μητρόπολη! Και ερωτώ με τι χρήματα τα απέκτησε;»
Όσο για την ίδρυση των δύο μοναστηριών, αυτά έγιναν με την επιθυμία, την κανονική άδεια και συγκατάθεση του οικείου Μητροπολίτου Νις και νυν Πατριάρχου Ειρηναίου, που επιβεβαιώνεται από την σχετική αλληλογραφία μεταξύ των δύο Επισκόπων.
Το ένα σπίτι στο Βελιγράδι ήταν δωρέα τρίτου προσώπου στη Μητρόπολη Ράσκας και Πριζρένης ΚΑΙ ΟΧΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΣΤΟΝ ΑΡΤΕΜΙΟ.
Το άλλο σπίτι στο Βελιγράδι αγοράστηκε για τον Σεβασμιώτατο, εκείνος όμως το παραχώρησε σε πολύτεκνη (12μελή) οικογένεια Σέρβων προσφύγων από το Κοσσυφοπέδιο, οι οποίοι και συνεχίζουν να διαμένουν σε αυτό.
Το τρίτο σπίτι στην άλλη Μητρόπολη ήταν δωρεά από τρίτο πρόσωπο προς την Μητρόπολη Ράσκας και Πριζρένης ΚΑΙ ΟΧΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΣΤΟΝ ΑΡΤΕΜΙΟ.
Για όλα τα παραπάνω υπάρχουν σχετικά αποδεικτικά έγγραφα στη Μητρόπολη Ράσκας και Πριζρένης.
ιβ) Η αρμοδιότητα για την οικονομική διαχείριση
Στη συνέχεια λέτε ότι τα οικονομικά μιας Μητροπόλεως δεν είναι στην κανονική δικαιοδοσία του Μητροπολίτου, αλλά και εδώ σφάλλετε.
Λέτε: «Κάθε τόσο έδινε συνεντεύξεις και έλεγε: «Μην ανακατεύεστε στη Μητρόπολη μου, καταπατάτε τα κανονικά μου δικαιώματα». Ναι αδελφέ Αρτέμιε, αλλά όταν πρόκειται για οικονομικά θέματα, τότε η αρμοδιότητα σου δεν είναι κανονική.»
Οι Ιεροί Κανόνες ορίζουν ότι κάθε Επίσκοπος είναι ο αποκλειστικός αρμόδιος για την διαχείριση των οικονομικών της Επισκοπής του. Άλλωστε, αυτός (ο Επίσκοπος) στον οποίο ο Θεός εμπιστεύθηκε ατίμητες ψυχές, που κάθε μια είναι πολυτιμότερη από όλον τον κόσμο, δεν μπορεί να διαχειρίζεται και τα κατώτερης πνευματικής αξίας χρήματα και άλλα περιουσιακά στοιχεία της Επαρχίας του προς το πνευματικό συμφέρον του ποιμνίου του; (38ος και 41ος Αποστολικοί Κανόνες)
ιγ) Οι σερβικές εκκλησιαστικές Επαρχίες είναι και αυτές νομικά πρόσωπα
Λέτε: «Διότι τα κτίρια, τα κτήματα, οι ναοί ανήκουν στο Πατριαρχείο, δεν είναι ιδιοκτησία του Επισκόπου, ούτε καν της Επισκοπής. Διότι το νομικό πρόσωπο είναι το Πατριαρχείο.»
Αυτό είναι αναληθές, διότι όπως είπαμε, από ιεροκανονική άποψη ισχύουν οι προαναφερθέντες Ιεροί Κανόνες (38ος και 41ος), ενώ από την πλευρά της σερβικής πολιτικής νομοθεσίας, εκτός του Πατριαρχείου, και κάθε εκκλησιαστική Επαρχία είναι νομικό πρόσωπο, όπως ορίζεται στο 5ο άρθρο του Καταστατικού Χάρτη της ΣΟΕ. Τα κτίρια, τα κτήματα, οι ναοί ανήκουν στην Επισκοπή· άλλωστε και στα βιβλία της Εφορίας έτσι αναφέρονται.
ιδ) Οι δωρεές για το Κοσσυφοπέδιο
Επειδή ένεκα του ήθους και του πνευματικού του αναστήματος ο Σεβ. Αρτέμιος έχαιρε και χαίρει της απολύτου εμπιστοσύνης των απανταχού Σέρβων και άλλων ομοδόξων ευεργετών, οι περισσότεροι εξ αυτών εμπιστεύονταν τις δωρεές τους στον ίδιο τον Σεβασμιώτατο. Ο Σεβασμιώτατος όμως με πλήρη διαφάνεια τοποθετούσε τα χρήματα στο ταμείο της Επισκοπής, στέλνοντας ευχαριστήριες επιστολές στους δωρητές.
Στη συνέχεια με πλήρη διαφάνεια ο Σεβασμιώτατος (και μόνον αυτός, σύμφωνα με την κατάθεση του ταμία της Επαρχίας Ράσκας) έδιδε εντολές πληρωμών είτε για την ανοικοδόμηση των κατεστραμμένων μνημείων είτε για την ενίσχυση των Σέρβων του Κοσόβου είτε για τα συσσίτια κλπ.
Και βέβαια, προκειμένου να μη αιωρείται συνεχώς η υποψία «ενώπιον του Σερβικού λαού του Κοσσυφοπεδίου», ότι υπήρξε παράνομος πλουτισμός είτε από τον Σεβασμιώτατο είτε από εμένα, γιατί δεν δημοσιεύετε τα οποιαδήποτε στοιχεία έχετε που τoν αποδεικνύουν;
Όμως για τις δημόσιες κατηγορίες σας σε βάρος μου, Σεβασμιώτατε, θα απαντήσω στο δεύτερο μέρος αυτής της επιστολής.
ιε) Αναλήθειες περί Αρτεμίου — Γιατί τον φοβάστε;
Λέτε, Σεβασμιώτατε, ότι: «Ο Αρτέμιος τώρα βρίσκεται στο Κόσοβο, διότι η Ιεραρχία δεν θέλει να φύγει από την περιοχή του, γιατί αν δεν είναι εκεί θα κάνει πολλά πίσω από την πλάτη μας.»
Πρέπει όμως να γνωρίζατε ότι την ημέρα που εσείς δίνατε την συνέντευξη στον κ. Πολυγένη ο κ. Αρτέμιος είχε ήδη συσκευάσει τα προσωπικά του αντικείμενα και τα βιβλία του από την Γκρατσάνιτσα, είχε αποχαιρετήσει με σύντομο πνευματικό λόγο τους πιστούς που μαζεύτηκαν γι' αυτόν και είχε αναχωρήσει οριστικά από το Κόσοβο και τα Μετόχια σύμφωνα με την απόφαση της Ιεραρχίας.
Όπως αναμφίβολα γνωρίζετε, η Ιεραρχία, στην οποία συμμετείχατε, δια του υπ’ αρ. 72/179/5-5-2010 εγγράφου της ουσιαστικά εξορίζει μια για πάντα τον Σεβασμιώτατο Αρτέμιο από την Επαρχία Ράσκας και Πριζρένης. Και τούτο εντελώς αντικανονικά (βλ. 87ος της εν Καρθαγένη και 16ος της Πρωτοδευτέρας).
Άλλωστε παρακάτω οριοθετείτε και τον τόπο της εξορίας του: «θα μένει σε ένα μοναστήρι, μεταξύ Καρλοβικίου και Μιτροβίτσα, είναι βόρεια από το Βελιγράδι.»
Επίσης οι παραπάνω δηλώσεις σας αποκαλύπτουν, Σεβασμιώτατε, ότι το πρόβλημα για σας και για όσους συμμερίζονται τις απόψεις σας ήταν ο ίδιος ο Αρτέμιος και το πλούσιο ποιμαντικό του έργο και όχι οι δήθεν οικονομικές ατασθαλίες που του καταλογίζετε.
Γιατί ποιά θα μπορούσαν να είναι τα «πολλά πίσω από την πλάτη μας» που θα μπορούσε να κάνει ένας επίσκοπος στερημένος των διοικητικών καθηκόντων και της οικονομικής διαχείρισης της Επισκοπής του, παρά μόνο το πνευματικό έργο της διαποίμανσης των χιλιάδων ψυχών που προσέτρεχαν και προστρέχουν σ᾿ αυτόν;
Και βέβαια, Σεβασμιώτατε, όλα αυτά δεν τα επιθυμείτε, επειδή ο Αρτέμιος είναι ένας μιμητής του μεγάλου Αρχιερέως Χριστού, ο οποίος θυσιάζει και θα συνεχίσει να θυσιάζει «την ψυχήν του υπέρ των προβάτων» του, ως πνευματικός πατέρας πολλών λαϊκών, κληρικών και μοναχών.
Η αποστολική του αυτή δράση έχει επιφέρει μία νέα φιλοκαλική αναγέννηση στην Πατρίδα μας αναδεικνύοντας τη σημασία του Γέροντα και του Πνευματικού στη ζωή του Ορθοδόξου Χριστιανού, σύμφωνα με την Ορθόδοξη Πατερική Παράδοση των μεγάλων Πατέρων της Ορθοδοξίας, του Μεγάλου Βασιλείου, του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, του αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου, του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, των συγχρόνων αγίων Γερόντων της εποχής μας και φυσικά του Αγίου Γέροντός του Ιουστίνου Πόποβιτς.
Μόνο θλίψη, αλλά και ερωτηματικά για τις δικές σας ποιμαντικές θέσεις, προκαλούν τα λόγια σας περί ανευθυνότητας και απερισκεψίας του Σεβασμιωτάτου Αρτεμίου, όταν ουσιαστικά τον εγκαλείτε ότι, ακολουθώντας πιστά την πνευματική παράδοση των Αγίων, στάθηκε αληθινός πατέρας, ποιμένας και άριστος πνευματικός του ποιμνίου που του ενεπιστεύθη ο Κύριος.
ιστ) Τα (δήθεν) προνόμια του Αρτεμίου
Επιπλέον λέτε : «Ο Αρτέμιος πήρε τέσσερεις οι οποίοι θα πληρώνονται, θα έχει το αυτοκίνητο του ...»
Όμως και αυτά δεν αληθεύουν. Δεν υπάρχει σχετική απόφαση της Ιεράς Συνόδου που να δίνει τέτοια προνόμια στον Σεβασμιώτατο Αρτέμιο. Ακόμη και για το θέμα της δικής του σύνταξης τον παρέπεμψαν στο κράτος. Πόσο μάλλον για τη μισθοδοσία των τεσσάρων ακολούθων («διάκος, ιερέας, οδηγός και μάγειρας»)...
ιζ) Το θέμα της ψηφοφορίας και η απόφαση της Ιεραρχίας
Λέτε: «Δυστυχώς ο Αρτέμιος, βγαίνει πάλι με δηλώσεις και λέει, ότι τον κρίναμε χωρίς δικαστήριο και με καταδικάσανε χωρίς αποδείξεις. Στην Ιεραρχία δεν σας το κρύβω τέθηκε και θέμα καθαιρέσεως, όμως οι Αρχιερείς είπανε ότι δεν κάνει να ντροπιαστούμε ενώπιον του Σερβικού λαού του Κοσσυφοπεδίου, ένας φτωχός λαός ο οποίος περίμεναν βοήθεια και τα έτρωγαν οι άλλοι γύρω από τον Αρτέμιο.»
Μια πρώτη παρατήρηση στα παραπάνω αφορά την αντικανονικότητα της αποφάσεως της Συνόδου, που παραβιάζοντας τους Ιερούς Κανόνες (87ος της εν Καρθαγένη και 16ος της Πρωτοδευτέρας) —οι οποίοι σίγουρα είναι σοφώτεροι ημών—, απομάκρυνε τον Επίσκοπο Αρτέμιο χωρίς δικαστήριο, τόσο προσωρινώς στις 13-2-2010 όσο και οριστικώς στις 2-5-2010.
Οι Ιεροί Κανόνες σαφώς ορίζουν ότι ο Επίσκοπος που κατηγορείται πρέπει να δικάζεται από 12μελες —τουλάχιστον— επισκοπικό δικαστήριο, σε πρώτο και δεύτερο βαθμό (με διαφορετική σύνθεση κάθε φορά), και στη συνέχεια, εάν αποδειχθεί ένοχος, να καθαιρείται και έτσι να απομακρύνεται φυσικώ τω τρόπω από την Επισκοπή του (12ος της εν Καρθαγένη).
Διότι πουθενά στους Ιερούς Κανόνες δεν υπάρχουν τέτοιου είδους λύσεις, όπως συνταξιοδότηση, απομάκρυνση με διατήρηση του τίτλου του Επισκόπου («πρώην»). Οι Ιεροί Κανόνες λένε ρητώς: αν ο Επίσκοπος είναι άξιος να φέρει το όνομα του Επισκόπου, τότε να επισκοπεύει στην Επισκοπή του. Εάν είναι ανάξιος, τότε πρέπει να καθαιρείται (βλέπε Κυρίλλου Αλεξανδρείας Α’, Β’ & Γ’ Κανόνες).
Αλλά και η αιτιολογία που επικαλείσθε της άρνησης να προβεί η Ιερά Σύνοδος σε δικαστήριο για την διαλεύκανση της υπόθεσης της Επαρχίας Ράσκας & Πριζρένης μόνο θλίψη και πόνο δημιουργεί, για την έντεχνη αποσιώπηση της αλήθειας.
Όχι, Σεβασμιώτατε, δεν «κλείσατε το θέμα χωρίς δίκη, για να μην ντροπιαστείτε». Διότι εσείς ο ίδιος προκαλέσατε τη δημοσίευση του κατηγορητηρίου που απαγγέλθηκε στην τελευταία Ιεραρχία της ΣΟΕ εναντίον του Αρτεμίου στη σερβική εφημερίδα «Press», όπως η ίδια ισχυρίζεται.
Αυτό έγινε αφορμή διάφορα ιστολόγια να το αναρτήσουν στο διαδίκτυο (όπως τα ελληνικά www.amethystosbooks.blogspot.com & www.nikopoulos.blogspot.com)!
Κατά τα άλλα δεν θέλατε να ντροπιαστούν οι Αρχιερείς «ενώπιον του Σερβικού λαού του Κοσσυφοπεδίου»! Είναι προφανές ότι μάλλον δεν θελήσατε να ακουστεί σε μία κανονική εκκλησιαστική δίκη η φωνή του κατηγορουμένου συνεπισκόπου σας Αρτεμίου, διότι τότε «θα έβγαιναν στην επιφάνεια πάρα πολλά»...
Επίσης κάτι ακόμη πολύ σημαντικό για την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας:
ΔΕΝ ΤΕΘΗΚΕ ΘΕΜΑ ΚΑΘΑΙΡΕΣΕΩΣ ΣΤΗ ΣΥΝΟΔΟ για τον Αρτέμιο. Η ψηφοφορία διεξήχθη με τις εξής δύο εναλλακτικές προτάσεις:
α) Να μείνει στον θρόνο του ο Αρτέμιος — β) Να συνταξιοδοτηθεί
Και όχι: α) Να καθαιρεθεί — β) Να συνταξιοδοτηθεί
.
Στην πρώτη περίπτωση φαίνεται ότι η πλειοψηφία τιμώρησε τον Σεβασμιώτατο —πράγμα δυσάρεστο στον λαό. Στη δεύτερη φαίνεται ότι τον λυπήθηκαν —πράγμα πιο εύπεπτο από «τον όχλον τούτον τον μη γινώσκοντα τον νόμον».
Ωστόσο στη συνέχεια με τη φράση: «Κοιτάξτε αν τον δικάσουμε θα βγούνε στην επιφάνεια πάρα πολλά! Του ζητήσαμε να παραιτηθεί και δεν ήθελε, και αναγκαστήκαμε να το κάνουμε εμείς.» δεν μας αποκαλύπτετε εις βάρος ποίου θα ήταν αυτά τα πολλά που θα έβγαιναν στην επιφάνεια και από ποιούς αναγκαστήκατε να προβείτε στην συνταξιοδότηση του Σεβασμιωτάτου Αρτεμίου. Μας δημιουργήσατε πολλά ερωτηματικά, που σίγουρα θέλουν τις απαντήσεις τους.
ιη) Ο Μοναχισμός στο Κοσσυφοπέδιο
Τώρα θα μου επιτρέψετε να κάνω και μία γενική τοποθετήση για την υπόθεση του Σεβασμιωτάτου Αρτεμίου.
Ο Σεβασμιώτατος ήταν και παραμένει λαοφιλής και λαοπρόβλητος. Το μαρτυρεί πλήθος γεγονότων. Ο λαός του Κοσόβου, εδώ και χρόνια, από τη στιγμή που ξεκίνησε ο διωγμός κατά του Σεβασμιωτάτου, στέκεται δίπλα του αναγνωρίζοντας στο πρόσωπό του τον πραγματικό πατέρα και ποιμένα που ο Θεός τους χάρισε σ’ αυτά τα δύσκολα χρόνια.
Για όσους δεν ζουν από κοντά το δράμα του Κοσόβου, είναι πολύ διαφωτιστικά τα βίντεο που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο και δείχνουν απλούς ανθρώπους με δάκρυα στα μάτια να συμπαραστέκονται και να στηρίζουν παντοιοτρόπως τον Σεβασμιώτατο σε αυτές τις δύσκολες στιγμές.
Όμως αυτό που κυρίως δείχνει ότι ο Σεβασμιώτατος Αρτέμιος καθιερώθηκε στη συνείδηση της Εκκλησίας ως πρότυπο αληθινού ποιμένα είναι ο αντίκτυπος που έχουν όλα τα παραπάνω στη ζωή των μοναχών του Κοσόβου. Οι μοναχοί, Σεβασμιώτατε, μαρτυρούν με την ζωή και την αυταπάρνησή τους για την Αλήθεια του Ευαγγελίου.
Γι᾽ αυτό και ανέκαθεν σε εποχές αιρέσεων (όπως π.χ. κατά την περίοδο της εικονομαχίας) ο πιστός λαός τους εμπιστευόταν περισσότερο. Η συνείδησή τους αποτελούσε και την βαθύτερη συνείδηση της Εκκλησίας.
Αυτήν τη στιγμή όμως πάνω από τους μισούς μοναχούς και μοναχές του Κοσόβου έχουν εγκαταλείψει τα Μοναστήρια τους υπό καθεστώς διωγμού, επειδή ακριβώς δεν αποδέχονται την άδικη και αντικανονική απόφαση της Συνόδου για την απομάκρυνση του Αρτεμίου, την επιβολή των δύο Τοποτηρητών και την επιβολή όσων άλλων δεινών διαισθάνονται ότι θα επακολουθήσουν...
Τόσο κατορθώσατε να πλήξετε την συνείδηση όλων αυτών των ευαίσθητων ψυχών, ώστε να φθάσουν να θεωρήσουν καλύτερο να εγκαταλείψουν το Μοναστήρι τους —υπό την απειλή μάλιστα σοβαρωτάτων ποινών—, παρά να απαρνηθούν τον αληθινό Ποιμένα τους, συμμορφούμενοι με τις άδικες αποφάσεις εναντίον του.
Έτσι με τη θυσιαστική τους αυτή πράξη, περισώζουν το σπουδαιότερο: την τήρηση της αλήθειας και της κανονικής παράδοσης μέσα στην Εκκλησία.
Όσο για τους υπολοίπους μοναχούς που δεν έχουν ακόμη αναχωρήσει, αυτό δεν σημαίνει ότι συνευδοκούν και αποδέχονται τις αντικανονικές αποφάσεις της Ιεραρχίας, αλλά ότι προς το παρόν παραμένουν καταπιεζόμενοι υπό το καθεστώς των απειλών και διώξεων.
Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είπε στους Μαθητές του. «Ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσιν» (Ιωάν. ιε’ 20). Αυτό πιστεύω ταπεινά ότι βιώνουν σήμερα ο Αρτέμιος και οι μοναχοί του, όπως το εβίωσε και ο Άγιος Ιουστίνος του Τσέλιε «συν πάσι τοις Αγίοις».
Με σεβασμό στην αρχιερωσύνη σας
π. Συμεών Βιλόβσκι

Παρασκευή 25 Ιουνίου 2010

Όχι στην απόγνωση και την απελπισία !

...
« Αν έχεις αμαρτίες, να μην απελπιστείς, αυτά δεν παύω να σας τα λέω συνεχώς, και αν κάθε μέρα αμαρτάνεις, να μετανοείς καθημερινά. Γιατί η μετάνοια είναι το φάρμακο κατά των αμαρτημάτων είναι η προς τον Θεόν παρρησία, είναι όπλο κατά του διαβόλου, είναι η μάχαιρα πού του κόβει το κεφάλι, είναι η ελπίδα της σωτηρίας, είναι η αναίρεση της απογνώσεως. Η μετάνοια μάς ανοίγει τον ουρανό και μάς εισάγει στον Παράδεισο. Γι’ αυτό (σου λέω), είσαι αμαρτωλός; μην απελπίζεσαι. Ίσως βέβαια αναλογιστείς. Μα τόσα έχω ακούσει στην Εκκλησία και δεν τα ετήρησα. Πώς να εισέλθω και πάλι και πώς και πάλι να ακούσω; Μα γι’ αυτό ακριβώς πρέπει να εισέλθεις επειδή, όσα άκουσες δεν τα ετήρησες. Να τα ξανακούσεις, λοιπόν, και να τα τηρήσεις. Εάν ο ιατρός σου βάλει φάρμακο στην πληγή σου και παρά ταύτα δεν καθαρίσει, την επομένη ημέρα δεν θα σου ξαναβάλει πάλι;

Μη ντρέπεσαι, λοιπόν, να ξαναέλθεις στην Εκκλησία. Να ντρέπεσαι όταν πράττεις την αμαρτία. Η αμαρτία είναι το τραύμα και η μετάνοια το φάρμακο. Αν, λοιπόν, έχεις παλιώσει σήμερα από την αμαρτία, να ανακαινίσεις τον εαυτό με τη μετάνοια. Και είναι δυνατό, μπορεί να πει κανείς να σωθώ, αφού μετανοήσω; Και βέβαια είναι. Μα, όλη τη ζωή μου την πέρασα μέσα στις αμαρτίες, και εάν μετανοήσω θα βρω τη σωτηρία; Και βέβαια. Από που γίνεται αυτό φανερό; Από τη φιλανθρωπία του Κυρίου σου… Γιατί η φιλανθρωπία του Θεού δεν έχει μέτρο. Και ούτε μπορεί να ερμηνευτεί με λόγια η πατρική Του αγαθότητα. Σκέψου μια σπίθα πού έπεσε μέσα στη θάλασσα, μήπως μπορεί να σταθεί εκεί ή να φανεί; Όση σχέση έχει, λοιπόν, μια σπίθα με το πέλαγος, τόση σχέση έχει η αμαρτία σου σε σύγκριση με τη φιλανθρωπία του Θεού. Και καλύτερα, θα έλεγα, όχι τόση, άλλα πιο πολλή. Γιατί το πέλαγος, ακόμη και αν είναι απέραντο, έχει όριο, μέτρο και σύνορα. Η φιλανθρωπία όμως του Θεού είναι απεριόριστη. Γι’ αυτό σου επαναλαμβάνω. Είσαι αμαρτωλός ; Μην απελπίζεσαι»
.
(περικοπή από την 8η ομιλία για τη μετάνοια. PG 49, 337-338).

Υπομονή !

....
[...] Ἡ ἀρετὴ τῆς ὑπομονῆς, ποὺ πολλὲς φορὲς τὴν ἐπικαλούμαστε κυρίως γιὰ τοὺς ἄλλους, εἶναι πολὺ ἀναγκαία σε μᾶς καὶ ἐξίσου δύσκολη στὸν ἀγῶνα της. Ὑπομονὴ δὲν εἶναι ἡ ἐξ ἀνάγκης ἀποδοχὴ τῶν γεγονότων, ἐπειδὴ δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε διαφορετικά. Οὔτε πάλι ἡ ἀγχώδης, κατὰ κάποιο τρόπο, ἀναμονὴ μιᾶς ἀπολύτρωσης ἀπὸ τὴ δοκιμασία ποὺ ἐνδεχομένως περνοῦμε. Ἀλλὰ ὑπομονὴ εἶναι ἡ μυστικὴ προσδοκία τῆς ἀποκάλυψης τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας, τῆς φανέρωσής Του σὲ χώρους, χρόνους καὶ συνθῆκες ποὺ δὲν συνηγορεῖ ἡ λογικὴ καὶ ἡ φύση μας, ἡ ἐλπιδοφόρα ἀναμονὴ τῆς πειστικῆς μεταμόρφωσης τῆς δοκιμασίας σὲ θεϊκὴ εὐλογία.

Μᾶς συμβαίνει συχνὰ μιὰ δοκιμασία ποὺ μᾶς ὑπερβαίνει. Μιὰ κατεύθυνση τῆς σκέψης μας εἶναι νὰ παραδώσουμε τὰ ὄπλα καὶ νὰ ποῦμε: «καὶ τί μπορῶ νὰ κάνω ἐγώ;» Ἀναγκαστικὰ λοιπὸν δεχόμαστε τὸ συμβάν, μὲ μιὰ ἐλπίδα μήπως, μέρα μὲ τὴν ἡμέρα, κάτι συμβεῖ καὶ τελικὰ ἔλθει ἡ ἀπολύτρωση τόσο αὐτόματα, ὅσο μᾶς ἐπισκέφθηκε ἡ δοκιμασία. Αὐτὰ εἶναι ἡ κατώτερης ποιότητος ὑπομονή. Εἶναι μία ψυχολογικὴ ὑπομονή, ποὺ ἔχει τὴν ἀξία της, βοηθάει ἀλλὰ δὲν ἐλευθερώνει.

Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἡ πνευματικὴ ὑπομονὴ καὶ γι᾿ αὐτὴν μιλοῦν τὰ ἐκκλησιαστικὰ βιβλία καὶ τὸ ἀλάθητο στόμα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ ἡ ὑπομονὴ μᾶς βοηθᾷ νὰ διακρίνουμε πίσω ἀπὸ τὰ ἐπώδυνα περιστατικά, πίσω ἀπὸ τὶς δύσκολες συνθῆκες, πίσω ἀπὸ τὰ στραβὰ καὶ τὶς δυσκολίες τοῦ δικοῦ μας χαρακτῆρα. Μᾶς κάνει νὰ προσδοκοῦμε, πίσω ἀπὸ τὶς δυσκολίες πού μας παρεμβάλλουν οἰ αδελφοί, κάποια πολύτιμη ἀποκάλυψη τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ θέλει ὑπομονή. Τὸ νὰ δώσουμε λοιπὸν κάποιο χρόνο στὰ γεγονότα γιὰ νὰ δείξουν μόνα τους τὴν ταυτότητα καὶ τὸ λόγο τους, τὸ μυστικό τους, αὐτὸ εἶναι ἡ ὑπομονή. Τὸ νὰ περιμένει κανεὶς τὸ Θεό. Ἡ νοοτροπία τοῦ «ἐδῶ καὶ τώρα» ποὺ τόσο πολὺ καλλιεργεῖται στὶς μέρες μας, δὲν εἶναι χριστιανικὴ νοοτροπία, καὶ τὸ μόνο ποὺ ἀπεργάζεται εἶναι ἡ καλλιέργεια τοῦ ἐγωισμοῦ μας καὶ ἡ κυριαρχία τοῦ ἄγχους στὴν ψυχή μας. Ἀπεναντίας στὴ θέση τοῦ «ἐδῶ», ἐμεῖς βάζουμε τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ στὴ θέση τοῦ «τώρα» τὸ «ὅποτε θέλει ὁ Θεός» καὶ τὴν αἰωνιότητα.

Ἔτσι λειτουργεῖ ὁ ἀληθινὸς χριστιανὸς καὶ ἀντὶ νὰ προσπαθεῖ νὰ ἐλέγξει καθοριστικὰ τὰ γεγονότα μὲ ἐκεῖνα τὰ ἀπαιτητικὰ «γιατί;» πρὸς τὸ Θεό, τὰ ἀποδέχεται καὶ μάλιστα ὄχι παθητικά, ἀλλὰ μ᾿ ἕναν τρόπο πραγματικὰ παρηγορητικό, ὡς δῶρα καὶ εὐλογίες ἀπὸ τὸν Θεό. [...]
.
Νικολάου, Μητροπολίτου Μεσογαίας καὶ Λαυρεωτικῆς
«Ἀπὸ τὸ καθ᾿ ἡμέραν στὸ καθ᾿ ὁμοίωσιν» (ἀπόσπασμα)
Πηγή:http://www.phys.uoa.gr/

Πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου: "Είναι επιτακτική η ανάγκη μιας παγκόσμιας διακυβέρνησης"

Στην ομιλία του κατά την έναρξη των εργασιών του Συμβουλίου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς στη Νέα Υόρκη (21/6/2010) ο πρωθυπουργός της Ελλάδος Γιώργος Παπανδρέου έκανε λόγο για την ανάγκη μιας παγκόσμιας διακυβέρνησης(!), ώστε να λυθούν τα προβλήματα από την οικονομική και γενικότερη κρίση. Είπε μεταξύ άλλων:
"Για άλλη μια φορά, η κρίση απέδειξε ότι κανείς δεν είναι μόνος ή αποκομμένος από τους υπόλοιπους, γιατί όλοι είμαστε συνεπιβάτες στο ίδιο τρένο. Είναι επιτακτική επομένως η ανάγκη για αλληλεγγύη, πολλώ δε μάλλον η ανάγκη μιας παγκόσμιας συνεργασίας, μιας παγκόσμιας διακυβέρνησης, για λύσεις παγκόσμιας εμβέλειας…..το κίνημά μας διαδραματίζει κεντρικό ρόλο, παράγοντας αξίες, εκείνες τις παγκόσμιες αξίες, που συντελούν υπέρ μιας παγκόσμιας και δημοκρατικής διακυβέρνησης….. Καθώς επίκειται η Σύνοδος του G20 εντός των ερχόμενων ημερών, το ζήτημα μιας παγκόσμιας διακυβέρνησης αποτελεί ολοένα και μεγαλύτερη πρόκληση για την ανθρωπότητα".......
Είναι η δεύτερη φορά μέσα σε λίγους μήνες που ο Γιώργος Παπανδρέου ξεκάθαρα αναφέρεται σε ανάγκη παγκόσμιας διακυβέρνησης. Ήδη στις 28 Απριλίου 2010 σε Ομιλία του στο Συνέδριο του Economist με θέμα: «Meeting the challenges through leadership strategy» τόνισε μεταξύ άλλων: "Είναι γεγονός ότι, εμείς, οι Έλληνες, έχουμε τα δικά μας προβλήματα, τα οποία και αντιμετωπίζουμε. Ας είναι λοιπόν αυτό, ένα ισχυρό μήνυμα για την ευρύτερη επείγουσα κατάσταση που αντιμετωπίζουμε. Χρειαζόμαστε παγκόσμια διακυβέρνηση, παγκόσμια οικονομική διακυβέρνηση και την χρειαζόμαστε γρήγορα". (δείτε αναλυτικότερα: Πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, "Χρειαζόμαστε παγκόσμια διακυβέρνηση").
Δημοσιεύουμε παρακάτω ολόκληρη την Ομιλία του Γιώργου Παπανδρέου στη Νέα Υόρκη (21/6/2010), στην οποία –αν έχουν κάποια αξία και οι στατιστικές- χρησιμοποιείται 21 φορές η λέξη παγκόσμιος (παγκόσμια διακυβέρνηση, παγκόσμια κοινωνία κλπ)
Ομιλία Πρωθυπουργού Γιώργου Α. Παπανδρέου κατά την έναρξη των εργασιών του Συμβουλίου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς στη Νέα Υόρκη (21/6)
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ
Αθήνα, 22 Ιουνίου 2010

Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί φίλοι, επιτρέψτε μου καταρχήν να ευχαριστήσω τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, που μας φιλοξενεί σε αυτό τον χώρο υψίστης συμβολικής, αλλά και πολιτικής σημασίας.

Επιτρέψτε μου, επίσης, να αρχίσω με δυο λόγια αλληλεγγύης προς τους φίλους μας. Στη διάρκεια των προηγούμενων μηνών, έγιναν σεισμοί μεγάλης ισχύος στην Αϊτή. Ο Αντιπρόεδρός μας, ο Victor Benoit, βρίσκεται εδώ και επιθυμούμε να εκφράσουμε την αλληλεγγύη και τη συμπαράστασή μας στον ίδιο και στο λαό του.

Επίσης, συμπαραστεκόμαστε και στη Χιλή, σε εσάς και το λαό σας, καθώς χτίζετε ισχυρότερα κράτη πάνω στα χαλάσματα των πρόσφατων σεισμικών δονήσεων.

Θα ήθελα να στείλω και ένα σύντομο μήνυμα συμπαράστασης στον Πρόεδρο Ομπάμα, που με τόσο θάρρος διαχειρίζεται μία από τις πλέον καταστροφικές πετρελαιοκηλίδες στην ιστορία.

Αυτή η αλληλεγγύη είναι στοιχείο-κλειδί για την παγκόσμια κοινωνία μας, για την αντιμετώπιση των μεγάλων κοινωνικοοικονομικών και άλλων προβλημάτων. Είναι πολύ σημαντική.

Επιτρέψτε μου στο σημείο αυτό να αναφέρω ότι, όταν η Ελλάδα κήρυξε την Επανάσταση προ πολλών ετών, το 1821, η Αϊτή ήταν η πρώτη χώρα που επέδειξε την αλληλεγγύη της προς εμάς, αν και μας χώριζε ένας ωκεανός. Απέστειλε τόνους καφέ, ώστε τα χρήματα να διατεθούν για τους σκοπούς της Επανάστασης του 1821. Αυτό το γεγονός αναδεικνύει, από μόνο του, την ουσία της αλληλεγγύης, όπως και το πόσο βαθιά ριζωμένη είναι στην ψυχολογία μας και στα προοδευτικά μας κινήματα.

Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η αλληλεγγύη είναι απαραίτητη σε παγκόσμιο επίπεδο, γι’ αυτό και επιθυμώ να ευχαριστήσω όλους τους παρισταμένους, αγαπητούς φίλους και συντρόφους. Σας ευχαριστώ για την αλληλεγγύη και τη συμπαράστασή σας προς την Ελλάδα, που δίνει μια μάχη δύσκολη, η οποία όμως θα στεφθεί με επιτυχία και θα οδηγήσει στη δημιουργία μιας πιο αξιόπιστης και βιώσιμης οικονομίας και ενός πιο ισχυρού κράτους, εντός των επομένων ετών.

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών, η Ελλάδα βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα, στην καρδιά της παγκόσμιας κρίσης, που σοβούσε. Αν και η κρίση χαρακτηρίστηκε ελληνική, και όντως η Ελλάδα υπήρξε ο αδύναμος κρίκος, επρόκειτο παρά ταύτα για μια συστημική κρίση, ευρέως φάσματος, την απαρχή της οποίας σηματοδότησε η οικονομική κρίση του 2008.

Επιτρέψτε μου, όμως, να σας μεταφέρω τη δική μου εμπειρία από αυτή την κρίση και τα όσα συνεπάγεται ενδεχομένως για το έργο και την πολιτική που ακολουθούμε.

Πρώτον: τι διδάγματα αποκομίσαμε από την κρίση αυτή; Για άλλη μια φορά, η κρίση απέδειξε ότι κανείς δεν είναι μόνος ή αποκομμένος από τους υπόλοιπους, γιατί όλοι είμαστε συνεπιβάτες στο ίδιο τρένο.

Είναι επιτακτική επομένως η ανάγκη για αλληλεγγύη, πολλώ δε μάλλον η ανάγκη μιας παγκόσμιας συνεργασίας, μιας παγκόσμιας διακυβέρνησης, για λύσεις παγκόσμιας εμβέλειας.

Δεύτερον, κάτι που με ρωτούν συχνά είναι, κατά πόσον η εμπειρία αυτή άλλαξε την άποψή μας για το κράτος πρόνοιας, για την προοδευτική πολιτική και για τις αξίες, τις οποίες πρεσβεύουμε. Η απάντηση μου είναι αρνητική. Η εμπειρία αυτή, ουσιαστικά, επιβεβαίωσε όλα όσα πιστεύουμε. Επαναβεβαίωσε την πεποίθησή μας ότι πρέπει να αλλάξουμε. Και ανατρέχοντας στην ομιλία που εκφώνησα, κατά την ανάληψη των καθηκόντων μου το 2006, παρατηρώ ότι όλα όσα είπα τότε, σήμερα, περισσότερο από ποτέ, παραμένουν επίκαιρα και αληθή.

Τότε επεσήμανα ότι, για πρώτη φορά στην ιστορία, έχουμε τις δυνατότητες, την τεχνολογία, τη γνώση και τον πλούτο, ώστε να φτιάξουμε έναν καλύτερο κόσμο. Διαθέτουμε τη δύναμη, τα οικονομικά μέσα, την τεχνογνωσία, για να αποτελέσει η φτώχεια παρελθόν, να σταματήσει η υπερθέρμανση του πλανήτη και το φαινόμενο του θερμοκηπίου, να παρασχεθούν εγγυήσεις αξιοπρεπούς εργασίας για όλους και να περιοριστεί η παιδική θνησιμότητα.

Έχουμε τη δυνατότητα να βελτιώσουμε την υγειονομική περίθαλψη, να εξαλείψουμε πανδημίες, όπως το AIDS και την ελονοσία, να εξασφαλίσουμε ισότητα ανδρών-γυναικών, να εντάξουμε τους πρόσφυγες και τους μετανάστες στις κοινωνίες μας, να σταματήσουμε τη διακίνηση ναρκωτικών, το λαθρεμπόριο όπλων και την εμπορία λευκής σαρκός, να καταργήσουμε πρακτικές διαφθοράς και απουσίας διαφάνειας, να περιορίσουμε τις ανισότητες, να απαλλάξουμε τα κράτη από τα χρέη, να εγγυηθούμε τα ανθρώπινα δικαιώματα. Σε όλα αυτά αναφέρθηκα το 2006.

Σήμερα, θεωρώ ότι η έκκληση εκείνη, γίνεται ακόμη πιο δραματική, διότι ναι μεν έχουμε τη δυνατότητα, αλλά δεν την αξιοποιούμε. Αν μάλιστα παρατηρήσουμε τις κρίσεις που αντιμετωπίζουμε, είτε πρόκειται για κρίσεις οικονομικές, είτε για διαρροές πετρελαίου, όπως στον Κόλπο του Μεξικού, διαπιστώνουμε ότι οι δυνατότητες του ανθρώπου είναι τεράστιες. Αποκτήσαμε εντυπωσιακές δυνάμεις, τεράστιες δυνατότητες και οικονομικά μέσα, με τρισεκατομμύρια δολάρια ή ευρώ να διακινούνται ανά τον πλανήτη, και με ενεργειακές πηγές, μέσα, πυρηνικούς σταθμούς και βιοτεχνολογία.

Αυτό που απασχολεί την ανθρωπότητα, όμως, είναι οι τρόποι με τους οποίους χρησιμοποιούμε τις δυνάμεις αυτές. Για ποιους σκοπούς χρησιμοποιούμε τελικώς τις δυνάμεις αυτές;

Αυτό είναι ένα ιδιαζόντως πολιτικό ερώτημα. Αποτελεί συνάρτηση της Δημοκρατίας και των αξιών που προσυπογράφουμε. Αφορά στο είδος της κοινωνίας, που επιδιώκουμε να δημιουργήσουμε, να αναπτύξουμε και να βιώσουμε.

Αυτή είναι και η πρόκληση την οποία αντιμετωπίζουμε, καθώς καλούμαστε να εξετάσουμε τους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να τιθασεύσουμε τέτοιες δυνάμεις, όπως τις δυνάμεις της αγοράς. Θα επιτρέψουμε να περάσουν οι δυνάμεις αυτές στα χέρια και τον έλεγχο των λίγων και να παραμείνουν ανεξέλεγκτες; Ή μήπως θα κυβερνήσουμε με τρόπο δημοκρατικό, θα τιθασεύσουμε τις δυνάμεις αυτές για το καλό της ανθρωπότητας και της εξυπηρέτησης των αναγκών της; Σε αυτό το ζήτημα, το κίνημά μας διαδραματίζει κεντρικό ρόλο, παράγοντας αξίες, εκείνες τις παγκόσμιες αξίες, που συντελούν υπέρ μιας παγκόσμιας και δημοκρατικής διακυβέρνησης.

Εδώ, μετουσιώνεται και η σημασία του κινήματός μας, δηλαδή στη δημιουργία ενός πιο ανθρώπινου κόσμου, ενόσω διαχειριζόμαστε παρεμφερείς κρίσεις. Αντιμετωπίζουμε επιπροσθέτως και ένα δίλημμα, καθώς βρισκόμαστε σε ένα ιστορικό σταυροδρόμι.

Από τη μια, υφίσταται η πρόκληση της δημιουργίας ενός κόσμου με ανθρώπινο πρόσωπο, η πρόκληση του εξανθρωπισμού της παγκοσμιοποίησης.

Από την άλλη, αν δεν τα καταφέρουμε, θα οδηγηθούμε προς την κατεύθυνση ενός ενισχυμένου λαϊκισμού, περισσότερου φονταμενταλισμού, αύξησης της πόλωσης, εντονότερου ρατσισμού, ξενοφοβίας, εντονότερου εθνικισμού, ρήξεων και βαρβαρότητας.

Αυτό είναι το δίλημμά μας, λοιπόν. Καθώς επίκειται η Σύνοδος του G20 εντός των ερχόμενων ημερών, το ζήτημα μιας παγκόσμιας διακυβέρνησης αποτελεί ολοένα και μεγαλύτερη πρόκληση για την ανθρωπότητα. Έχει αξία η δημιουργία του θεσμού του G20, ενός θεσμού σημαντικού που, στο παρελθόν, έχει λάβει αποφάσεις μεγάλης βαρύτητας. Παρά ταύτα, οι αποφάσεις αυτές, παρατηρούμε ότι υλοποιούνται ελάχιστα ή και καθόλου.

Και φυσικά, ο θεσμός του G20 δεν είναι πλήρως αντιπροσωπευτικός του συνόλου των λαών της υφηλίου, ιδιαιτέρως δε των φτωχότερων λαών του πλανήτη. Ωστόσο, το γεγονός αυτό, μας θυμίζει ότι διαθέτουμε επιλογές. Υπάρχουν επιλογές. Τίποτα δεν είναι αναπόφευκτο. Τις επιλογές μας, πρέπει να τις ορίζουν αξίες – και οι δικές μας αξίες είναι σαφείς. Πρόκειται καταρχήν για τη Δημοκρατία, την αναγκαιότητα ενίσχυσης των δημοκρατικών θεσμών, τη συμμετοχή, την εκπροσώπηση, τη διαφάνεια.

Δεύτερον, μιλάμε για την ανάγκη για ισότητα, δικαιοσύνη και αλληλεγγύη, προς όφελος των χωρών και των λαών μας, εντός των εθνών μας και μεταξύ των κρατών μας. Και τρίτον, μιλάμε για μια νέα σχέση με το φυσικό περιβάλλον, ούτως ώστε να στραφούμε προς μια πιο βιώσιμη οικονομία, όπου άνθρωπος και περιβάλλον συμβιώνουν αρμονικά.

Μπορούμε να προσφέρουμε ένα νέο μοντέλο διακυβέρνησης, με καινοτόμο, βιώσιμη ανάπτυξη, η οποία θα υπερβαίνει τους παρελθόντες περιορισμούς. Ένα ακόμη παράδειγμα, συνεπεία των τελευταίων μηνών, το οποίο αναδεικνύει εκ νέου την αναγκαιότητα ύπαρξης μιας παγκόσμιας διακυβέρνησης και λύσεων παγκόσμιας κλίμακας, συνδέεται με το γεγονός ότι το 2008, κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, οι κυβερνήσεις, ή η πολιτική, αν θέλετε, και το κράτος, αποτέλεσαν τον έσχατο εγγυητή για να σωθεί το σύστημα.

Χρειάστηκε κυβερνητική παρέμβαση, ώστε να προστατευθούν οι οικονομίες των χωρών μας. Οι κυβερνήσεις έπρεπε να είναι αξιόπιστες. Σήμερα, τίθενται υπό αμφισβήτηση, ιδίως στον αναπτυγμένο κόσμο, εξαιτίας των κρατικών χρεών. Εκείνες βοήθησαν στη διάσωση των τραπεζών, τόνωσαν την οικονομία και, τώρα, κατηγορούνται για συσσώρευση δυσθεώρητων χρεών.

Ποιος όμως είναι αυτή τη στιγμή ο εγγυητής, στον οποίο μπορεί να προστρέξει κανείς, ως έσχατη λύση; Αν δεν είναι οι κυβερνήσεις, ούτε ο χρηματοπιστωτικός τομέας, τότε μόνον παγκόσμιοι θεσμοί και παγκόσμια όργανα, λύσεις παγκόσμιας, ή και περιφερειακής εμβέλειας, μπορεί να υπάρξουν, όπως έδειξε και η ελληνική κρίση, με τη δημιουργία του μηχανισμού στήριξης από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΔΝΤ.

Ένα άλλο ζήτημα που αντιληφθήκαμε, και που βίωσα έντονα στην περίπτωση της Ελλάδας, καθώς παρακολουθούσαμε καθημερινά τις εξελίξεις στις αγορές και τις διακυμάνσεις των spreads, ήταν ότι οι αγορές δεν είναι ορθολογικές. Μπορεί να τις παρασύρει η ψυχολογία του όχλου, είτε μιλάμε για τη «φούσκα» προ του 2008, οπότε επικράτησε μια ευφορία, που επέφερε ανάπτυξη και δεν εδραζόταν στην πραγματική οικονομία, είτε αν στον αντίποδα επικρατήσει ο φόβος.

Την ψυχολογία του όχλου, την είδαμε στην Ελλάδα, καθώς προχωρούσαμε στην εφαρμογή ενός πακέτου μέτρων μετά το άλλο, με στόχο τον περιορισμό του ελλείμματος και του χρέους, ενώ οι αγορές δεν ανταποκρίνονταν. Εξακολούθησαν τις επιθέσεις και παρέμειναν καχύποπτες.

Αυτός είναι και ο λόγος, για τον οποίο χρειάστηκε παρέμβαση στις αγορές, όπως ακριβώς έγινε τόσο με τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης – όσο βραδύ και αν υπήρξε αυτό, αν και ταχύτατο για τα δεδομένα των ευρωπαϊκών θεσμών – όσο και με τη δέσμευση, από την πλευρά μας, ως προς τη λήψη ρηξικέλευθων και συχνά επώδυνων αποφάσεων, την ανάληψη δράσεων, την εφαρμογή πακέτων μέτρων περιστολής των δημοσίων δαπανών, αύξησης των κρατικών εσόδων και περιορισμού της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς.

Οι αγορές έγιναν ανυπόμονες. Αποστρέφονται τον κίνδυνο και μπορούν να υπονομεύσουν με τρόπο επικίνδυνο τις σημαντικές και αξιόπιστες πολιτικές αποφάσεις, τις οποίες λαμβάνουμε κατά τη διακυβέρνηση των χωρών μας. Ένα επιπλέον συμπέρασμα που εξάγουμε είναι ότι, οι αγορές κινούνται με ταχύτητες, που υπερβαίνουν αυτές των δημοκρατικών μας θεσμών, ιδίως δε αν κοιτάξουμε το παράδειγμα της Γουόλ Στριτ, όπου ηλεκτρονικοί υπολογιστές και μαθηματικά μοντέλα λαμβάνουν αποφάσεις, προτού καν προλάβουμε να καθίσουμε και να διαβουλευθούμε ως άνθρωποι.

Ο εξανθρωπισμός της παγκοσμιοποίησης, οι πιο ανθρώπινες οικονομίες και ένα πιο ανθρωποκεντρικό παγκόσμιο σύστημα, επομένως, δεν είναι απλά εκφράσεις με συμβολική σημασία, αλλά συνεπάγονται την υποχρέωση δημιουργίας συστημάτων, τα οποία θα εξυπηρετούν εμάς, ως ανθρώπινα όντα, και όχι πρότυπα ή αδιαφανή συμφέροντα, που κρύβονται πίσω από τα μοντέλα αυτά.

Στο σημείο αυτό, στο πλαίσιο της όλης συζήτησης για το τι ακριβώς επιλέγουμε, αγορές ή κυβερνήσεις, νομίζω ότι θα πρέπει να δηλώσουμε ότι θέλουμε και τις αγορές και τις κυβερνήσεις. Θέλουμε όμως αγορές, που να υπηρετούν τους λαούς μας. Και θέλουμε κυβερνήσεις, που να υπηρετούν τους λαούς μας. Αυτός είναι και ο λόγος, για τον οποίο χρειαζόμαστε ρύθμιση και κανονιστικά πλαίσια και, για τον ίδιο λόγο, χρειαζόμαστε δημοκρατικές κυβερνήσεις.

Ευτυχώς, η Ελλάδα βρίσκεται τώρα στη σωστή τροχιά. Ελήφθησαν δύσκολες αποφάσεις, που παρήγαν όμως θετικά αποτελέσματα. Ήδη, μειώσαμε το έλλειμμα κατά 40%, σε σχέση με πέρσι. Τα κρατικά έσοδα αυξήθηκαν, οι δημόσιες δαπάνες μειώθηκαν. Δεν θα ήθελα, όμως, να σας κουράσω με ενδελεχείς αναφορές στην ελληνική πραγματικότητα.

Υπάρχει όμως κάτι, στο οποίο επιθυμώ να αναφερθώ, διότι παρατηρώ σχετικές αναφορές σε πλειάδα Μέσων ανά την υφήλιο. Πολλοί πολιτικοί, προερχόμενοι από συντηρητικά, δεξιά κόμματα, λένε: «βλέπετε την Ελλάδα; Πληρώνει το τίμημα του κράτους πρόνοιας. Σε αυτό ανάγεται το πρόβλημά της, καθώς είχε ένα γενναιόδωρο κράτος πρόνοιας, που δημιούργησε το σημερινό χρέος της».

Δεν ευσταθεί κάτι τέτοιο. Δεν είναι αυτό το πρόβλημα. Το πρόβλημα του χρέους δεν ανάγεται στο κράτος πρόνοιας. Η ρίζα του προβλήματος εντοπίζεται στην κακοδιαχείριση μιας οικονομίας, από μια συντηρητική κυβέρνηση, μια κυβέρνηση υδροκέφαλη, που προκάλεσε τη δημιουργία ενός τεράστιου κρατικού χρέους. Επρόκειτο για μια έντονα παρεμβατική κυβέρνηση, που τάχθηκε υπέρ των μεγάλων συμφερόντων, όπως ακριβώς συνέβη και στις ΗΠΑ με την κυβέρνηση Μπους, η οποία επίσης προάσπισε τα μεγάλα συμφέροντα. Δεν φταίει το κράτος πρόνοιας. Δεν προκάλεσε το κράτος πρόνοιας το υφιστάμενο πρόβλημα και, μάλιστα, στην Ελλάδα, όπου οι πολίτες καλύπτουν μόνοι τους το 40% των δαπανών για υγεία και παιδεία. Επομένως, το κράτος πρόνοιας μάλλον δεν είναι τόσο αναπτυγμένο στην Ελλάδα, όσο σε άλλες χώρες.

Το πραγματικό πρόβλημα της Ελλάδας συνδεόταν με την διακυβέρνηση, ή μάλλον με την απουσία μιας δημοκρατικής διακυβέρνησης και με την ύπαρξη, δυστυχώς, διαφθοράς και ενός πελατειακού συστήματος. Δεν είμαστε ούτε ευτυχείς, ούτε περήφανοι για το δεδομένο αυτό, αλλά αλλάζουμε την κατάσταση.

Επρόκειτο για ζήτημα σωστής διακυβέρνησης, δημοκρατικής διακυβέρνησης, ύπαρξης διαφάνειας και αποκατάστασης ενός κράτους Δικαίου, υπέρ των συμφερόντων των πολιτών, και όχι μιας διακυβέρνησης που προάσπιζε τα συμφέροντα των λίγων και ισχυρών.

Εδώ, αντιμετωπίζουμε μία ακόμη διχογνωμία, ένα ακόμη δίλημμα: τι επιλέγουμε; Επιθυμούμε την επικράτηση των ισχυρών; Και μάλιστα όταν, εφόσον επικρατούν οι ισχυροί, είναι κακή η διακυβέρνηση; ‘Η μήπως επιθυμούμε την επικράτηση του κράτους Δικαίου; Των δημοκρατικών δικαιωμάτων; Των ανθρωπίνων δικαιωμάτων;

Η οικονομική κρίση του 2008 σημειώθηκε λόγω της έλλειψης χρηστής διακυβέρνησης, της απουσίας διαφάνειας και κανόνων ρύθμισης της λειτουργίας του χρηματοοικονομικού – χρηματοπιστωτικού τομέα, λόγω της ικανότητας του χρηματοπιστωτικού τομέα και των συμφερόντων που εκπροσωπούσε, να επηρεάζουν πολιτικές, όργανα και δημοκρατικούς θεσμούς, προωθώντας τα δικά τους συμφέροντα, ώστε αυτά να επιχειρούν όπως επιθυμούσαν.

Δίνουμε αγώνα, επίσης, κατά της υπέρμετρης γραφειοκρατίας, της διαφθοράς, της κακοδιαχείρισης, ώστε τελικά τα χρήματα των φορολογουμένων να χρησιμοποιηθούν για σκοπούς, που εξυπηρετούν το κοινό καλό, το κοινωνικό σύνολο, και όχι τους ισχυρούς και λίγους. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο, αν και τα μέτρα ήταν πολύ σκληρά για την Ελλάδα, ο λαός συνειδητοποιεί ότι υλοποιούμε τεράστιες τομές στη διακυβέρνηση της χώρας, προς όφελός του, καθώς οδεύουμε προς την έξοδο από την κρίση.

Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε, λοιπόν, με όσους ισχυρίζονται ότι, το πρόβλημα της συσσώρευσης κρατικών χρεών, το χρέος της Ελλάδας, ή όποιας άλλης χώρας, οφείλεται στις κοινωνικές υπηρεσίες, τις οποίες παρέχουμε στους πολίτες, είτε αφορούν στην υγεία, στα σχολεία ή στα δίκτυα κοινωνικής ασφάλειας για τις ευάλωτες ομάδες. Δεν είναι αυτή η πραγματική αιτία του προβλήματος των χρεωμένων χωρών.

Ποια είναι όμως η γενεσιουργός αιτία του προβλήματος; Πολλές από τις αναπτυγμένες χώρες βαρύνονται με εξωτερικό χρέος και καθίστανται λιγότερο ανταγωνιστικές. Όντας λιγότερο ανταγωνιστικές, αναγκάζονται να καταφύγουν σε δανεισμό, πολλές φορές υπέρμετρο, ώστε να διατηρήσουν το υπάρχον υψηλό επίπεδο διαβίωσης. Ασφαλώς, αυτό το υψηλό επίπεδο επιτεύχθηκε μέσα από μια μακρά ιστορία αγώνων και διαπραγματεύσεων των Ενώσεων των εργαζομένων με τους εργοδότες, σχετικά με τις συλλογικές συμβάσεις, και με στόχο τη δημιουργία ενός κράτους πρόνοιας, προκειμένου οι συμπολίτες μας να ζουν μια καλύτερη ζωή.

Όμως και πάλι, αυτό σημαίνει ότι είμαστε μη ανταγωνιστικοί, εξαιτίας του κράτους πρόνοιας; Αν ρίξουμε μια ματιά στις σκανδιναβικές χώρες, ή σε κράτη όπως ο Καναδάς και η Αυστραλία, τα οποία διαθέτουν και κράτος πρόνοιας, αλλά είναι και διεθνώς ανταγωνιστικά, θα διαπιστώσουμε ότι υπάρχει μοντέλο κοινωνικής δικαιοσύνης, που συνδυάζει την ανταγωνιστικότητα στην παγκόσμια αγορά.

Υπάρχει και ένας άλλος λόγος, όμως, εξαιτίας του οποίου πολλές χώρες δεν είναι ανταγωνιστικές, και αυτός δεν συνδέεται με τα κράτη πρόνοιας, αλλά με την ύπαρξη μεγάλων ανισοτήτων σε κάποιες γωνιές του πλανήτη – αν και μας χαροποιεί βεβαίως η ανάπτυξη που παρατηρείται στις αναδυόμενες αγορές και ο πλούτος που διοχετεύεται προς τις χώρες αυτές.

Υπάρχουν χώρες που είναι πιο ανταγωνιστικές, γιατί έχουν πολύ χαμηλά ημερομίσθια. Υπάρχουν χώρες που είναι πιο ανταγωνιστικές, γιατί στερούνται ενός κράτους πρόνοιας και δεν χρειάζεται να συνεισφέρουν γι’ αυτό. Υπάρχουν αναπτυγμένες χώρες που είναι πιο ανταγωνιστικές, διότι σε πολλές από αυτές δεν γίνονται συλλογικές διαπραγματεύσεις, ή είναι πολύ εύκολη η περιβαλλοντική υποβάθμιση, η οποία εξασφαλίζει την ανταγωνιστικότητα βραχυπρόθεσμα, αλλά όχι και την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά της.

Είναι όμως αυτό μοντέλο προς μίμηση; Θέλουμε αλήθεια την υποβάθμιση; Θέλουμε να κατρακυλήσουμε προς τα κάτω, για να είμαστε ανταγωνιστικοί; Ή μήπως εμείς, οι σοσιαλιστές, οι σοσιαλδημοκράτες, τα εργατικά κόμματα, επιθυμούμε την αναβάθμιση των όρων και προδιαγραφών, που ισχύουν σε αναδυόμενες και αναπτυγμένες χώρες, ώστε οι εργαζόμενοι σε αυτές να αποκτήσουν μεγαλύτερο μερίδιο του πλούτου, να συμμετάσχουν περισσότερο στην αναδιανομή του πλούτου των κρατών τους και της υφηλίου;

Μόνον τότε θα υπάρχουν ίδιοι κανόνες για όλους και θα μπορέσουμε να διατηρήσουμε τα συστήματα του κράτους πρόνοιας σε παγκόσμιο επίπεδο. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, η καταβαράθρωση δεν αποτελεί απάντηση.

Στο σημείο αυτό, να παρατηρήσω ότι καθώς εμείς συναντιόμαστε εδώ, στη Νέα Υόρκη, η Διεθνής Συνομοσπονδία Ενώσεων Εργαζομένων συνέρχεται στο Βανκούβερ, αναμένοντας αντίστοιχες προτάσεις από πλευράς G20. Μάλιστα χθες, συναντήθηκα με τον Guy Ryder, τον Γενικό Γραμματέα της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Ενώσεων Εργαζομένων, ενώ απόψε θα συνδεθώ με τηλεδιάσκεψη με τους συνέδρους.

Συμφωνήσαμε σε μια στενότερη συνεργασία Σοσιαλιστικής Διεθνούς και Σωματείων Εργαζομένων παγκοσμίως, ούτως ώστε να ασκήσουμε εντονότερες πιέσεις, οι οποίες απαιτούνται προκειμένου να πραγματοποιηθούν οι παγκόσμιες αλλαγές που επιδιώκουμε, να υπάρξει ανάπτυξη και θέσεις εργασίας, μια δίκαιη μετάβαση στην πράσινη οικονομία, καθώς και αναδιάρθρωση των οικονομιών μας, με τρόπο ώστε να μην επιβαρυνθούν οι πιο αδύναμοι.

Θέλουμε ένα πιο ανταγωνιστικό οικονομικό μοντέλο, όπως επίσης και ένα πιο δίκαιο οικονομικό μοντέλο. Βρισκόμαστε ασφαλώς στις επάλξεις και παραμένουμε εδώ, γι’ αυτό και οφείλουμε να συμπράξουμε με άλλους, σε αυτή την περίοδο των αλλαγών.

Συγκροτήσαμε Επιτροπές για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, για την πράσινη ανάπτυξη, τη βιώσιμη ανάπτυξη και την καταπολέμηση της φτώχειας. Παραμένουμε στις επάλξεις υπέρ των δικαιωμάτων των γυναικών, της μη διάδοσης των όπλων μαζικής καταστροφής, της επικράτησης της ειρήνης, σε περιοχές όπως η Μέση Ανατολή.

Πρέπει να παραμείνουμε στις επάλξεις, καθώς G20 και λοιποί συζητούν σχετικά με τη νέα αρχιτεκτονική του κόσμου, ώστε να εξασφαλίσουμε ότι όντως οι χρηματοοικονομικές αγορές θα ελέγχονται και δεν θα ελέγχουν. Να εξασφαλίσουμε ότι θα υπάρξουν οι αναγκαίοι θεσμοί, οι οποίοι θα μπορούν να αξιολογήσουν αντικειμενικά τις εξελίξεις ανά τον πλανήτη, όχι σαν τους οίκους αξιολόγησης – ένα ακόμη παράδειγμα, που απορρέει από την εμπειρία μου.

Οι οίκοι αξιολόγησης είναι περισσότερο ουραγοί, παρά αρχηγοί. Όταν είχαμε τη «φούσκα», βαθμολογούσαν με «ΑΑΑ» τις τράπεζες. Όταν οι κυβερνήσεις επιχειρούν αλλαγές, τις υπονομεύουν και, μετά την υλοποίηση των αλλαγών, συνεχίζουν. Απλώς, ακολουθούν το πλήθος. Δεν το θέλουμε αυτό. Εμείς θέλουμε πολιτικές, που θα επιτρέπουν την αλλαγή, θα προκαλούν αλλαγές, θα κατευθύνουν την αλλαγή προς τους στόχους που έχουμε θέσει συλλογικά.

Το μήνυμά μας, επομένως, προς τους G20 είναι ότι, επιθυμούμε δεσμεύσεις, αποφάσεις, δράσεις, εδώ και τώρα. Επιθυμούμε την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων. Προς αυτή την κατεύθυνση, θα συνεργαστούμε με τη Διεθνή Συνομοσπονδία Ενώσεων Εργαζομένων.

Οφείλουμε να θέσουμε σε προτεραιότητα την αναπτυξιακή βοήθεια και να μην διακυβεύσουμε τους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας, γι’ αυτό και πολλοί από εμάς θα ξαναβρεθούμε εδώ το Σεπτέμβριο, ώστε να αγωνιστούμε και γι’ αυτό το σκοπό, ο καθένας από το δικό του μετερίζι.

Υπάρχουν θεμελιώδεις αρχές ισότητας. Θα υπάρξουν, λόγου χάρη, συζητήσεις επί μακρόν, σχετικά με το γεγονός ότι μεγάλες πληθυσμιακές ομάδες παγκοσμίως δεν έχουν πρόσβαση σε μη άτυπες χρηματοοικονομικές υπηρεσίες. Παρότι αυτό είναι πολύ σημαντικό, ας μην λησμονούμε ότι, παγκοσμίως, ακόμη μεγαλύτερες πληθυσμιακές ομάδες δεν διαθέτουν πρόσβαση σε στοιχειώδη περίθαλψη, παιδεία, πόσιμο νερό, υγιεινή.

Ας μην λησμονούμε, επίσης, ότι ειδικές ομάδες, είτε πρόκειται για γυναίκες, είτε για μετανάστες και πρόσφυγες, στερούνται θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ας μην λησμονούμε ότι χρειάζεται δικαιότερη κατανομή των βαρών σε αυτή την περίοδο της κρίσης, καθώς και ότι θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί οι συμπληρωματικές συνομιλίες μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους.

Ας τολμήσουμε, επίσης, να αντιταχθούμε σε κάποια από τα μεγάλα συμφέροντα, τα οποία συχνά παραμένουν αδιαφανή, όπως οι φορολογικοί παράδεισοι και οι κερδοσκόποι. Υπάρχουν πολλά χρήματα, όπως έδειξε – μεταξύ άλλων – η κρίση του 2008. Κυκλοφορεί πολύ χρήμα σε ολόκληρο τον κόσμο. Ξεχάσαμε τη λέξη «εκατομμύρια». Αρχίσαμε να συζητάμε για δισεκατομμύρια και καταλήξαμε να μιλάμε για τρισεκατομμύρια.

Κυκλοφορεί πολύ χρήμα στον κόσμο, κρύβεται όμως σε φορολογικούς παραδείσους και πίσω από χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, που χαρακτηρίζονται από αδιαφάνεια. Πρέπει να δημιουργήσουμε περισσότερο διαφανείς θεσμούς, αλλά και να εξασφαλίσουμε ότι θα φορολογηθεί το χρήμα, που γεννά η παραγωγική απασχόληση των χωρών και των λαών μας. Πολλοί από εμάς είμαστε όντως χρεωμένοι, είτε σε αναπτυσσόμενες, είτε σε αναπτυγμένες χώρες.

Ακόμη και έτσι, πρέπει πάντως να φορολογείται το υπάρχον χρήμα, ο τεράστιος πλούτος που κυκλοφορεί ανά τον κόσμο, συχνά ταχύτατα, από χώρα σε χώρα και από οικονομία σε οικονομία, παραμένοντας ωστόσο μη υποκείμενος σε φορολόγηση.

Για το λόγο αυτό, εμείς, οι σοσιαλιστές, προτείναμε και την επιβολή ενός φόρου «Τόμπιν», ή αλλιώς ενός φόρου επί των οικονομικών συναλλαγών, τον οποίο συνέστησε ο βραβευμένος με Νόμπελ οικονομολόγος, Τζέημς Τόμπιν, αρχικά ως φόρο για την καταπολέμηση της κερδοσκοπίας, αλλά ο οποίος σήμερα νοείται επίσης και ως σημαντική πηγή εσόδων.

Αυτό θα συνεπαγόταν νέα έσοδα για την Ευρωπαϊκή Ένωση, στους κόλπους της οποίας ετέθη το θέμα αυτό, προ ολίγων ημερών. Συζητήθηκε το ενδεχόμενο επιβολής επί των συναλλαγών μικρού φορολογικού συντελεστή, της τάξεως του 0.05%, ο οποίος θα απέφερε στην Ε.Ε. περίπου 200 δις ευρώ ετησίως.

Τα χρήματα αυτά θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξη, όχι μόνο την ευρωπαϊκή, ενώ θέτουμε σε εφαρμογή πιο αυστηρά προγράμματα σε εθνικό επίπεδο, αλλά θα μπορούσαν επίσης να χρησιμοποιηθούν, ώστε η Ευρώπη και ο πλανήτης, να κινηθούν προς την κατεύθυνση της πράσινης οικονομίας. Θα μπορούσαν, επίσης, οι πόροι αυτοί να αξιοποιηθούν για την στήριξη ή την αναζωογόνηση των οικονομιών, βοηθώντας τον αναπτυσσόμενο κόσμο να στραφεί στην πράσινη οικονομία, αλλά και για να στηριχθούν οι οικονομίες που προασπίζουν τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα: υγεία, παιδεία και ευημερία.

Επίσης, στην Ε.Ε. συζητούμε για τα πράσινα ομόλογα, ή τα Ευρωομόλογα, καθώς και για τη δημιουργία – ει δυνατόν – ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου. Πρόκειται για νέους θεσμούς, για καινούργιες προτάσεις και ιδέες, που πιστεύουμε ότι θα αποβούν επωφελείς, ώστε να μπορούμε να παρέμβουμε στις αγορές και να καταστούμε πλέον αποτελεσματικοί στο εγχείρημα της δημιουργίας ενός πιο δίκαιου κόσμου.

Η πρόκληση που αντιμετωπίζουμε σήμερα, επομένως, ορίζεται από το βαθμό στον οποίο εμείς, το κίνημά μας, μπορούμε να διαμορφώσουμε δυναμικά ένα διαφορετικό κόσμο. Ας επιλέξουμε να μας καθοδηγήσουν οι κοινές μας αξίες και αρχές. Ας επιλέξουμε τους δημοκρατικούς θεσμούς και όχι το λαϊκισμό, το φονταμενταλισμό, τις πολιτικές της ξενοφοβίας. Ας μην επιλέξουμε ούτε τις αγορές, αφού επιδιώκουμε οι αγορές να υπηρετήσουν τον άνθρωπο, και όχι ο άνθρωπος την αγορά, κάνοντας με αυτό τον τρόπο την παγκοσμιοποίηση πιο ανθρώπινη.

Ας επιλέξουμε την μακροχρόνια βιωσιμότητα, αντί για το βραχυπρόθεσμο κέρδος. Ας ενδυναμώσουμε τους λαούς μας, ώστε να συμμετέχουν ενεργά στη διακυβέρνηση, αντί να αποδέχονται τα πάντα, ως παθητικοί δέκτες. Τώρα είναι η ευκαιρία, διότι υπάρχει ανά την υφήλιο συνείδηση των κοινών προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε, είτε αυτά αφορούν στο περιβάλλον, είτε στην απασχόληση ή στα ενεργειακά. Στην ημερήσια διάταξη όλων, βρίσκονται πανομοιότυπα θέματα, αν όχι ακριβώς τα ίδια.

Μας χαρακτηρίζει, όμως, και μια αίσθηση ανεπαρκούς ενδυνάμωσης απέναντι στα παγκόσμια προβλήματα, όμως, και σε αυτό, το κίνημά μας αποδεικνύεται σημαντικό, όντας παγκόσμιας εμβέλειας.

Αυτή είναι η προστιθέμενη αξία του κινήματός μας, η ζωτική προστιθέμενη αξία σε αυτή την ιστορική συγκυρία, ώστε η ημερήσια διάταξη τοπικής, περιφερειακής ή και εθνικής εμβέλειας, να γίνει παγκόσμια, με στόχο την εξεύρεση λύσεων, αλλά και έναν διαφορετικό κόσμο, με ανθρώπινο πρόσωπο. Αυτή είναι μια πρόκληση, στην οποία πιστεύω ότι μπορούμε να ανταποκριθούμε επάξια.

Σας ευχαριστώ πολύ.